«Με πρόσχημα την ταχύτερη απόδοση της δικαιοσύνης και της αποσυμφόρησης του όγκου εργασίας των δικαστηρίων, η κυβέρνηση προχώρησε σε απαράδεκτες και άδικες ρυθμίσεις για πολίτες, επαγγελματίες και επιχειρήσεις στη διεκδίκηση του δικαίου τους εξυπηρετώντας παράλληλα τα συμφέροντα των μεγάλων πιστωτικών ιδρυμάτων».
Αυτό αναφέρεται σε ανακοίνωση του Δικηγορικού Συλλόγου Καλαμάτας, που τιτλοφορείται «Γιατί οι δικηγόροι είμαστε αντίθετοι στο νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας».
Στην ίδια ανακοίνωση προστίθενται ακόμα τα εξής:
Για μια ακόμη φορά σκοπός (ανομολόγητος) του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας δεν είναι η ρύθμιση επί τα βελτίω των χρονιζόντων προβλημάτων της Δικαιοσύνης αλλά η εξυπηρέτηση των δανειστών και της τρόικας. Είναι πλέον σύνηθες και αποτελεί πάγια πρακτική των εισαγομένων νομoθετικών ρυθμίσεων να μην εξυπηρετούν την τακτοποίηση των προβλημάτων των τομέων που αφορούν αλλά την διευκόλυνση των δανειστών.
Οι Δικηγόροι, με αίσθημα ευθύνης έναντι του λειτουργήματός τους, αλλά και του θεσμικού τους ρόλου, αντιλέγουν σε βασικές διατάξεις του νέου Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας που ψηφίστηκε χθες στη Βουλή. Ενός νόμου που αφορά τον κάθε πολίτη, συνεπάγεται επιπτώσεις στην άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων του, επιδρά καθοριστικά στην πραγμάτωση του δικαίου.
Ειδικότερα:
- Αγνοήθηκαν πλήρως οι εμπεριστατωμένες παρατηρήσεις και προτάσεις της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, η ομόφωνη σχεδόν απόφαση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου και οι ανάλογου περιεχομένου αποφάσεις των διοικητικών Ολομελειών των μεγάλων Δικαστηρίων της χώρας.
- Με τις νέες πλέον αλλαγές στη διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης και τους πλειστηριασμούς ακινήτων καταργούνται βασικά ένδικα μέσα και προβλέπονται ασφυκτικές προθεσμίες. Ενισχύονται τα προνόμια των Τραπεζών και περιορίζονται τα δικαιώματα εργαζομένων, δημοσίων υπαλλήλων, ασφαλιστικών οργανισμών κ.α. Ειδικότερα, ο επανακαθορισμός της σειράς κατάταξης των δανειστών στον πίνακα γενικών προνομίων και η κατάργηση της ισχύουσας πρόβλεψης για τη διαίρεση του πλειστηριάσματος σε ποσοστά, ευνοεί αποκλειστικά τις Τράπεζες, σε βάρος κάθε άλλου δανειστή, συμπεριλαμβανομένου του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης. Η ανωτέρω διαπίστωση περί της προνομιακής μεταχείρισης των Τραπεζών απαντά σαφώς και στην έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους: «Από τις προτεινόμενες διατάξεις ενδέχεται να προκληθεί απώλεια εσόδων του Δημοσίου και των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, λόγω της αποδυνάμωσης των ισχυόντων σήμερα προνομίων τους στις διαδικασίες αναγκαστικής εκτέλεσης»! Πρόκειται για ρυθμίσεις που έρχονται σε συνέχεια σειράς βαρύτατα δυσμενών μέτρων κατά της μικρής και μεσαίας τάξης καθώς και της μικρής ιδιοκτησίας της χώρας!
- Με τις νέες αλλαγές στην τακτική διαδικασία ενώπιον των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, η προφορική συζήτηση της υπόθεσης, η εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο, κατ’ αρχάς, καταργείται. Αυτή η βουβή συζήτηση γίνεται χωρίς την παρουσία μαρτύρων, διαδίκων και πληρεξουσίων δικηγόρων! Έτσι, εισάγεται ένα “πρότυπο δίκης”, όπου αναιρούνται οι θεμελιώδεις αρχές της αμεσότητας και της προφορικότητας που διέπουν την πολιτική δίκη. Καθίσταται άνευ ουσιαστικού περιεχομένου η αποδεικτική διαδικασία και κάθε έννοια δίκαιης δίκης. Οι εν λόγω ρυθμίσεις θα προκαλέσουν σειρά σοβαρών προβλημάτων στην πράξη για όλους (πολίτες-διαδίκους, δικηγόρους, δικαστικούς λειτουργούς). Και είναι βέβαιο ότι θα επιφέρουν περαιτέρω επιβράδυνση στην απονομή της δικαιοσύνης.
- Με τη διατήρηση των υψηλών παραβόλων και της καταβολής δικαστικού ενσήμου (ακόμη κι αν το αίτημα είναι αναγνωριστικό) επαναλαμβάνονται τα ήδη διαπιστωθέντα προβλήματα και παραβιάζεται το δικαίωμα, ιδίως των οικονομικά αδύναμων πολιτών, να έχουν πρόσβαση στη δικαιοσύνη.
- Η αδιάλλακτη στάση της Τρόικας αλλά και της πολιτικής ηγεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης στις παραπάνω ρυθμίσεις συνιστά απρόκλητη επίθεση όχι μόνον κατά της νομικής κοινότητας, αλλά και της ελληνικής κοινωνίας, η οποία συνεχίζει να βάλλεται. Η νομική κοινότητα ομονοεί ότι ο εν λόγω νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας δεν συμβάλλει στην επιτάχυνση της πολιτικής δίκης, όπως εξαγγέλλεται. Αφενός ευνοεί υπέρμετρα τις Τράπεζες και αφετέρου θα προκαλέσει στην πράξη σοβαρά προβλήματα εφαρμογής, ανασφάλεια δικαίου και εν τέλει έλλειμμα δικαιοσύνης».