Σχετικά με το θέμα της υλοποίησης «προγραμμάτων κατάρτισης ανέργων, δεξιοτήτων σε επιχειρηματικές δραστηριότητες κλπ» που συζητήθηκε στο Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου, κατά τη χθεσινή (3-8-2020) συνεδρίασή του ο περιφερειακός σύμβουλος της «Λαϊκής Συσπείρωσης» Γιάννης Κελλάρης, κατά την τοποθέτησή του ανέφερε τα εξής:
«Έχουμε τοποθετηθεί πολλές για τέτοια φύσης αντίστοιχα προγράμματα συμβουλευτικής υποστήριξης, δεξιοτήτων, κατάρτισης ανέργων κλπ. Είμαστε αρνητικοί για δύο βασικούς λόγους:
Πρώτον: Πρόκειται στην πραγματικότητα για ευρωπαϊκά προγράμματα στη λογική της δια βίου μάθησης που στην ουσία στοχεύουν στη διαμόρφωση ενός εργατικού δυναμικού πιο ευέλικτου, με περιορισμένα μισθολογικά και ασφαλιστικά δικαιώματα, σε ένα συνεχές πέρασμα από τις γραμμές της ανεργίας στα προγράμματα κατάρτισης, στη βραχυχρόνια εργασία και αντίστροφα. Μέσα από τα διάφορα προγράμματα που προωθούνται από τις εκάστοτε κυβερνήσεις την ΕΕ, τις Περιφέρειες και τους Δήμους η Δια Βίου Μάθηση παρουσιάζεται ως «φάρμακο» ενάντια στην ανεργία, ως λύση στο πρόβλημα του αυξανόμενου αριθμού των νέων που εγκαταλείπουν ακόμη και τη βασική εκπαίδευση, ως ορόσημο στην παραπέρα «ανάπτυξη» της κοινωνίας και της οικονομίας…
Η υλοποίηση τέτοιων προγραμμάτων προωθεί σκόπιμα, μέσα από ένα σύστημα πιστοποίησης πρόσκαιρων γνώσεων και προσόντων, ένα διαρκές κυνήγι δεξιοτήτων και ψευτοκαταρτίσεων εκβιάζοντας εργαζόμενους και ανέργους με το δίλλημα ανεργία ή προσωρινή, ελαστική, κακοπληρωμένη εργασία;
Ο στόχος είναι η πλήρης εναρμόνιση της εκπαίδευσης και κατάρτισης στις ανάγκες του ανταγωνισμού των επιχειρήσεων πλήττοντας καίρια το δικαίωμα για μόνιμη και σταθερή δουλειά με πλήρη εργασιακά δικαιώματα.
Δεύτερον, γιατί συνεχίζεται το μοίρασμα της πίττας κονδυλίων από ευρωπαϊκά προγράμματα και για διάφορους σκοπούς, σε αναπτυξιακές που τώρα «μεταμφιέζονται» σε αναπτυξιακούς οργανισμούς και θα διαδραματίζουν ποιο αποφασιστικό ρόλο στην ενσωμάτωση της συνείδησης κυρίως των νέων στη λογική της αποσπασματικής απασχόλησης, της μισής δουλειάς , της μισής ζωής, ότι το δικαίωμα στη σταθερή και μόνιμη δουλειά είναι ανέφικτος στόχος».