Παρέμβαση στον προσυνεδριακό διάλογο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, με παραπομπές στον Νόαμ Τσόμσκι
Μέχρι πριν 50 χρόνια, οι οικονομίες των χωρών βασίζονταν κυρίως στην εγχώρια παραγωγή στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα, συμπληρώνονταν κατά περίπτωση από εισαγωγές και εξαγωγές, καθώς και από τον τριτογενή τομέα. Οι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί αποτελούσαν σχετικά μικρό μέρος της οικονομίας, υποστηρίζοντας την χρηματοδότηση της παραγωγικής δραστηριότητας. Η ανάπτυξη βασιζόταν σε κρατικά αναπτυξιακά σχέδια, οι τράπεζες ελέγχονταν, η νομισματική κερδοσκοπία ήταν ελάχιστη, δεν υπήρχαν οικονομικές καταρρεύσεις.
Μετά το 1970, ξεκίνησε η απορρύθμιση της οικονομίας, σταμάτησαν οι έλεγχοι ισοτιμιών, αυξήθηκε η νομισματική κερδοσκοπία, σημειώθηκε στροφή από τον παραδοσιακό (αποταμιευτικό – διανεμητικό) ρόλο των τραπεζών σε επενδύσεις υψηλού ρίσκου. Ήταν συνειδητή απόφαση ραγδαίας ενίσχυσης του χρηματοπιστωτικού κλάδου και αντίστοιχης μείωσης του παραγωγικού κλάδου στις «αναπτυγμένες» χώρες, σε συνδυασμό με μεταφορά παραγωγικών δραστηριοτήτων σε χώρες χαμηλού εργατικού κόστους. Εξέλιξη ιδιαίτερα επικερδής για τις πολυεθνικές επιχειρήσεις, που βασίστηκε και στον ανταγωνισμό μεταξύ εργαζομένων σε διάφορες χώρες και συνοδεύτηκε από μείωση της εγχώριας παραγωγής και της απασχόλησης στις χώρες προέλευσης των κεφαλαίων και της τεχνολογίας, αλλά και από συνθήκες ακραίας εκμετάλλευσης εργαζομένων στις χώρες «υποδοχής» των παραγωγικών δραστηριοτήτων.
Μετά το 1980 (Ρέιγκαν και Θάτσερ) είμαστε πλέον στην εποχή του Νεοφιλελευθερισμού και της Παγκοσμιοποίησης της οικονομίας, όπου τα κεφάλαια διακινούνται ελεύθερα, αλλά οι εργαζόμενοι παγιδεύονται κατ’ αρχήν στις χώρες τους από μεταναστευτικούς και άλλους περιορισμούς (γλωσσικούς, πολιτισμικούς, θρησκευτικούς, συντεχνιακούς, διοικητικούς). Η εφαρμοζόμενη πολιτική είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να αυξάνει την ανασφάλεια των εργαζόμενων μειώνοντας τις αντιστάσεις τους (λόγω κινδύνου ανεργίας), ενώ οι εύποροι (ως καλοί καταναλωτές) και τα ανώτερα στελέχη (ως χρήσιμοι συνεργάτες) προστατεύονται από ειδικές απαλλαγές και προνόμια.
Ο Νόαμ Τσόμσκι, επιστρέφοντας στους κλασσικούς οικονομολόγους, θεωρεί ότι από τους «Κυρίαρχους του Κόσμου», εφαρμόζεται το «ποταπό αξίωμα» του Άνταμ Σμιθ: «Όλα για εμάς και τίποτα για τους άλλους»! Διαπιστώνει ότι οι «Ελίτ» και το χρηματοπιστωτικό σύστημα υποστήριξαν -με στοχευμένες επενδύσεις- τη συγκρότηση μιας νέας κοινωνικής κατηγορίας, της αποκαλούμενης «πλουτονομίας», που θα διαθέτει σημαντικό πλούτο ώστε να αποτελεί τους κύριους καταναλωτές , ενώ το αποκαλούμενο «πρεκαριάτο» (precarious proletariat = ανασφαλές προλεταριάτο)- δηλαδή οι εργατικές τάξεις σε όλο τον κόσμο προορίζονται να βιώνουν μια ολοένα πιο επισφαλή ζωή.
Αυτές οι πολιτικές, που ήταν υπόλογες για τις οικονομικές κρίσεις που ακολούθησαν, σχεδιάστηκαν από κορυφαίες χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (π.χ. Citigroup, Goldman Sachs), οι οποίες παραμένουν πλούσιες μόνο χάριν σε κρατικές διασώσεις και διαδοχικές ανακεφαλαιοποιήσεις. Συμβουλεύουν όμως τους επενδυτές να εστιάζουν στην διεθνή πλουτονομία, χωρίς να ανησυχούν για τους καταναλωτές της εκάστοτε εγχώριας κοινωνίας. Τα golden boys των πολυεθνικών και των χρηματοπιστωτικών εταιρειών προτάσσουν τα βραχυπρόθεσμα κέρδη των εταιρειών και τα δικά τους bonus, αδιαφορώντας για την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα των παραγωγικών επιχειρήσεων και της χώρας τους.
Στους κύκλους των σχεδιαστών της πολιτικής και της πλουτονομίας επικρατεί η κυνική άποψη: «αφού μπορούμε να βγάλουμε ένα σωρό κέρδη αύριο, ποιος νοιάζεται σε τι κόσμο θα ζήσουν τα εγγόνια μας;».
Πριν το 1970 η φορολόγηση των πλουσίων, των επιχειρήσεων και των μερισμάτων ήταν μεγαλύτερη, ενώ τώρα επικρατεί μια τάση μείωσης των φόρων τους και αύξησης των φόρων του υπόλοιπου πληθυσμού. Οι κυβερνήσεις φορολογούν (άμεσα) τους μισθούς και (έμμεσα) την κατανάλωση που αφορούν τους πάντες, ενώ μειώνουν τους φορολογικούς συντελεστές ή απαλλάσσουν τους πλούσιους και τα μερίσματα. Προβάλλεται το επιχείρημα ότι «έτσι αυξάνονται οι επενδύσεις και συνεπώς οι θέσεις εργασίας», χωρίς όμως αυτό να προκύπτει από στοιχεία. Αντίθετα, κίνητρο νέων επενδύσεων και αύξησης θέσεων εργασίας θα ήταν η αύξηση της ζήτησης, π.χ. μέσω αυξήσεων στις αποδοχές και μειώσεων της φορολογίας στους φτωχούς, στους εργαζόμενους, στους συνταξιούχους, στην μεσαία τάξη, που είναι καταναλωτές αγαθών, καθώς και η χρηματοδότηση μικρομεσαίων επιχειρήσεων που παράγουν εγχώρια προϊόντα ευρείας κατανάλωσης και απασχολούν την πλειοψηφία των εργαζόμενων σε χώρες όπως η Ελλάδα.
Προτεραιότητα θα έπρεπε να έχει η χρηματοδότηση της εγχώριας έρευνας – τεχνολογίας και καινοτομίας σε σύγχρονους τομείς, όπως οι ήπιες και ανανεώσιμες μορφές παραγωγής και αποθήκευσης ενέργειας, σε συνδυασμό με την προστασία του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας. Αυτό θα είχε διπλό όφελος για την εκάστοτε εθνική οικονομία, από τη μείωση των φυσικών καταστροφών λόγω κλιματικής κρίσης.
Όμως, αντίθετα, αδίστακτα και κυνικά, οι πολυεθνικές επιχειρήσεις, οι συνεργαζόμενες τράπεζες, τα εκάστοτε εγχώρια καρτέλ, οι ολιγάρχες, οι προνομιούχοι υπάλληλοί τους -τα golden boys-, εξυπηρετούν τη συσσώρευση πλούτου στους λίγους της πλουτονομίας, πράγμα που ισοδυναμεί με στασιμότητα, ανασφάλεια και εξαθλίωση για το λαό.
Αδίστακτα επίσης συνεχίζεται η κατά προτεραιότητα χρηματοδότηση εξόρυξης και χρήσης ορυκτών καυσίμων και πρώτων υλών, αψηφώντας την ραγδαία πλανητική υπερθέρμανση, την κλιματική κρίση, τις περιβαλλοντικές και ανθρωπιστικές καταστροφές, καθώς και την εκτεταμένη καταστροφή δασών – καλλιεργειών – υδατικών πόρων και βιοποικιλότητας, χάριν δήθεν «πράσινων» κερδοσκοπικών επενδύσεων σε γιγάντια πάρκα ανεμογεννητριών, φωτοβολταϊκών, μπαταριών, δικτύων μεταφοράς Η.Ε., σε βουνά – πεδιάδες και θάλασσες.
Οι -φιλικές στο περιβάλλον, στο τοπίο και στη βιοποικιλότητα- πολιτικές ενίσχυσης της ήπιας και αποκεντρωμένης αυτοπαραγωγής και αυτοκατανάλωσης Η.Ε. από πολίτες ή από ενεργειακές κοινότητες, με χρήση φωτοβολταϊκών σε στέγες – ταράτσες – μπαλκόνια – αποθήκες κλπ., μικρών (κάθετων) ανεμογεννητριών και μπαταριών αποθήκευσης Η.Ε., καθώς και η χρήση χώρων εκτός δασών, καλλιεργήσιμων εκτάσεων, βιοτόπων, υγροτόπων κλπ., όπως π.χ. οι νησίδες αυτοκινητοδρόμων, τα διάκενα σιδηροδρομικών γραμμών, στέγαστρα σε δημόσια πάρκινγκ – κτίρια, στρατιωτικές εγκαταστάσεις κλπ., παραβλέπονται και αγνοούνται από εταιρείες και κυβερνήσεις. Τέτοιες πολιτικές θα μπορούσαν να δημιουργήσουν μια ευρύτατη «κοινωνική συμμαχία» πολιτών – καταναλωτών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων, θα έδιναν ώθηση στην εγχώρια τεχνολογία – καινοτομία και παραγωγή, στη δημιουργία χιλιάδων νέων θέσεων εργασίας, επιστημονικής – τεχνολογικής και επαγγελματικής εξειδίκευσης, όχι μόνο στον τομέα της βιομηχανικής μεταποίησης, αλλά και της εμπορίας, των μεταφορών, της συντήρησης και επισκευών, της ανακύκλωσης, της παροχής υπηρεσιών. Θα αφαιρούσε όμως μέρος της πίττας από τα καρτέλ της ενέργειας και τους διαπλεκόμενους με αυτά πολιτικούς και άλλους συνεργάτες της πλουτονομίας.
Η κρισιμότητα, η έκταση και οι συνέπειες των κοινωνικών ανισοτήτων, ιδιαίτερα όσον αφορά στη φορολόγηση, προκάλεσαν πρόσφατα την απρόσμενη δημόσια παρέμβαση εκατοντάδων επώνυμων εκατομμυριούχων και δισεκατομμυριούχων ανά τον κόσμο, που ζητούν με κοινή ανακοίνωσή τους από τις κυβερνήσεις των χωρών τους «να τολμήσουν την αναγκαία μεταρρύθμιση της φορολογίας», με υψηλούς συντελεστές στην «πλουτονομία» (εισοδηματίες, επιχειρήσεις και μερίσματα) και με ταυτόχρονη ελάφρυνση του «πρεκαριάτου» (φτωχοί, εργαζόμενοι, συνταξιούχοι, μεσαία εισοδήματα). Υποστηρίζουν ότι οι κυβερνήσεις, το πολιτικό προσωπικό και η δημόσια διοίκηση των χωρών τους υποκύπτουν σε πιέσεις ελάχιστων – άπληστων δισεκατομμυριούχων και ολιγαρχών (τύπου Έλον Μάσκ), παραβλέποντας όχι μόνο τα μακροπρόθεσμα συμφέροντα των λαών τους και τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στο κλίμα – στη βιοποικιλότητα και στην ίδια τη ζωή στον πλανήτη μας, αλλά ακόμη και τα συμφέροντα «συνειδητών μελών της πλουτονομίας» (!), που προτιμούν την μακροπρόθεσμη επιβίωσή τους, αντί για τα άμεσα και βραχυπρόθεσμα κέρδη.
Δεδομένων αυτών των συνθηκών και εξελίξεων, προκαλεί αλγεινή εντύπωση η απουσία ανάλογων συλλογικών αντιδράσεων, πρωτοβουλιών και προτάσεων από τα υποτιθέμενα προοδευτικά κόμματα, εργατικά – επαγγελματικά συνδικάτα, οργανώσεις τις «κοινωνίας των πολιτών», αλλά και η «υποταγή» της νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας, των πνευματικών και θρησκευτικών ηγετών, των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και των θεσμών ενημέρωσης, στα ιδιοτελή συμφέροντα της ακραίας πλουτοκρατίας!
Ας μην βιαστούν οι πρόθυμοι «τρόφιμοι της πλουτονομίας» στα ΜΜΕ, στην «επαναστατική διανόηση», στα συστημικά κόμματα και συνδικάτα, στις τέχνες και τις επιστήμες κλπ., να αποδώσουν ευθύνες στους ταλαίπωρους πολίτες και ανασφαλείς εργαζόμενους, στα ταπεινά μέλη του «πρεκαριάτου» για την αδράνεια και την υποταγή στο «πεπρωμένο» τους! Αυτό είναι προσχεδιασμένο αποτέλεσμα από αυτούς που ο Νόαμ Τσόμσκι -παραπέμποντας και στον Άνταμ Σμιθ, αποκαλεί «Κυρίαρχους του Κόσμου» και «Ιδιοκτήτες της Κοινωνίας»!. (*)
Κώστας Α. Μαρκάκης,
Ηλεκ/γος – Μηχ/γος Μηχανικός,
Μέλος Ο.Μ. Βριλησσίων,
15.10.2024
(*) βλ. Νόαμ Τσόμσκι «Ρέκβιεμ για το Αμερικανικό Όνειρο», εκδόσεις Πατάκη
Σχετικές δημοσιεύσεις: