ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ
Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Από τη λαϊκή της Κυπαρισσίας ως την παραλία του Αι – Λαγούδη είναι σκάρτο χιλιόμετρο. Έτσι το Σάββατο είπα μετά τα ψώνια να πάω για βόλτα αναψυχής, πεζή ως εκεί, όμως το μετάνιωσα και πήγα εποχούμενος να γλιτώσω κανένα σμπάρο κορονοϊού, που απλώνεται ακάθεκτος. Στη στροφή του Μαρτσέλου άφησα το όχημα, τουλάχιστον να χαρώ ποδαράτο τη διαδρομή ως την πηγή. Πατώντας πότε στο πεζοδρόμιο και πότε στην άσφαλτο διέσχισα το δρόμο ανάλαφρος, βοηθούσης βέβαια και της κατωφέρειας. Η καλή διατήρηση των ρείθρων, οι θρόες των λουλουδιών, και το πρίμο και ποιητικό αεράκι του Ιονίου, με έκαναν να χαρώ τη διαδρομή. Η διάθεσή μου καλή, η λευκή δαντέλα του κύματος που χάδευε την ακτή ζωηρά, παιχνιδιάρα, ο φλοίσβος του νερού μελωδικός, οι γλάροι με τις άρπες τους λεπτό δεν άφηναν να βολτάρουν στον ουρανό.
Έτσι όσο και θρασύς να ήσουν δεν μπορούσες να μη θυμηθείς τους στίχους του Κώστα Κατσαρού, που μέσα από τα ζιγκ ζαγκ των χελιδονιών που σπάθισαν τον αέρα, άκουγες τους στίχους του: «Πέλαγο, η κάθε ελπίδα μου εκινήθη /στης γαλανής σου παρουσίας το πλαίσιο / και το είδωλό της πήρε το θεσπέσιον / γλαρά να κοιμηθεί στ’ αγνά σου βύθη //. Αχ, η ζωή που κάθε τι μ’ αρνήθη / ας ήταν να μου στείλει τα τέλος αίσιο / κοντά σου εδώ πνεύμα ασπαίρει εξαίσιο / και σ’ όποιο ταπεινό σου ξερολίθι //. Πόθοι δε με πλανούν κι ονείρατα άλλα / η γεύση της ζωής πικρά κι αν στάθη για μένα / εσύ την κάνεις μέλι γάλα //. Ω, ναι και μες της κόλασης τα βάθη/ τρισόλβιος θάμαι πούζησα κοντά σου / κι έκλεισα στην ψυχή μου τ΄ όραμά σου //».
Οι παραφωνίες που είδα μπορούν να διορθωθούν. Και είναι οι γερασμένοι φοίνικες, το λογγωμένο άλσος ανατολικά με τις αγριελιές, ο απεριποίητος χώρος του και η εγκαταλειμμένη κτηριακή κατασκευή. Στην παιδική χαρά πλησίον του Αι Λαγούδη, θρασείς οδηγοί παρκάρουν σχεδόν τα οχήματά τους πάνω στην περίφραξη, οι μικροί δυσκολεύονται να μπουν μέσα, γονείς και συνοδοί τρομάζουν να βρουν ελεύθερη την είσοδο. Κοντά δεν υπάρχουν παγκάκια και οι ηλικιωμένοι είναι αδύνατον να σταθούν όρθιοι. Η εικόνα της πηγής του Αι Λαγούδη, ενοχλητική ως ελαφριά, απογοητεύει. Οι θέσεις στάθμευσης των οχημάτων μπορεί να διαγραμμισθούν, σκέψη που ίσως αυξήσει τα παρκαρισμένα οχήματα. Συνηγορούν και προαιώνιοι μύθοι της φυλής μας για έριδες που έχουν γίνει μεταξύ οδηγών για μια θέση παρκαρίσματος. Αλλά και η στενότητα του χώρου διέλευσης των οχημάτων δημιουργεί εντάσεις και κάνει τους οδηγούς να διαπληκτίζονται. Θα ενθυμείσθε στην τραγωδία «Οιδίπους Τύραννος» τι έγινε για την προτεραιότητα των αρμάτων στο στενό πέρασμα του Ελικώνα. Ο καβγάς αναγκάζει τον Οιδίποδα να φονεύσει το Λάϊο, πατέρα του, ο οποίος παντρεύεται τη βασίλισσα μάνα του Ιοκάστη και απόκτησε τέσσερα τέκνα, ενώ στη συνέχεια η κατάρα της ασεβούς αυτής φαμίλιας τους κυνήγησε όλους ακατάπαυστα.
Όπως και να έχουν τα πράγματα, φεύγοντας μ’ ακολούθησαν και οι στίχοι της Φωτεινής Αζαμοπούλου που πλουσιότατα κόσμησαν το ασυνείδητό μου, ξεχνώντας παραφωνίες και τα ύστερα του κόσμου: «Στου Ιονίου τα νερά οι ανάσες μας συγχέονται / αντάμα οι λογισμοί μας τη μέρα θα σ’ ακολουθώ / τ΄ απόβραδο θα με ψάχνεις /κι απ΄ των εγχόρδων την πηγή / από σούρουπο ως χαραυγή / ποιήματα θα μου γράφεις //. Θα σε απαγγέλω το πρωί / η ώρα αργή μεσημβρινή, θα μ’ αγροικάς το δείλι / και στης νυχτιάς τις κορυφές /που σμίγουν πάντα οι μοναξιές / άρρητα θα ‘μαστε κοινωνοί / της ποίησης φίλοι //».