Η επόμενη μέρα της ναυμαχίας του Ναβαρίνου, βρίσκει τον Anton von Prokesch- Osten (Άντον Πρόκες φον Όστεν, 1795–1876), αυστριακό συνταγματάρχη, διπλωμάτη και συγγραφέα στην Σμύρνη. Ο Άντον Πρόκες φον Όστεν γεννήθηκε στο Γκράτς της Αυστρίας και σπούδασε νομικά, το 1813 μετείχε στον πόλεμο κατά του Ναπολέοντα ως εθελοντής, ενώ το 1818, τον προσέλαβε ο νικηφόρος στρατάρχης Shwarzenberg ως υπασπιστή του. Στη συνέχεια, το 1824 βρίσκεται στη φρουρά της Τεργέστης, όπου αναδύεται το ενδιαφέρον του για την αρχαία Ελλάδα, την κλασική παιδεία και την επαναστατημένη Ελλάδα. Η αίτησή του να μετατεθεί στις ναυτικές μονάδες της Αυστρίας που κινούνται στο Αιγαίο εναντίον της πειρατείας γίνεται δεκτή και σηματοδοτεί την αρχή της αλματώδης εξέλιξής του σε τρεις παράλληλες σταδιοδρομίες: τη στρατιωτική, τη διπλωματική και την επιστημονική. Ο Πρόκες φον Όστεν στην συνέχεια θα αποτελέσει τον πρώτο πρεσβευτή της Αυστρίας στην απελευθερωμένη Ελλάδα (1838-1849), ενώ τα ημερολόγιά του και τα ταξιδιωτικά του απομνημονεύματα από την Ελλάδα αποτελούν πολύτιμη πηγή της νεοελληνικής ιστορίας. Το διάστημα 1867-1868 δημοσίευσε σε έξι τόμους το έργο “Ιστορία της Επαναστάσεως των Ελλήνων και η ίδρυση του Ελληνικού Κράτους“, βασισμένο σε διπλωματικά έγγραφα και προσωπικές εμπειρίες.
Βάσει αυτών, μέσα από μια σειρά σπάνιων και μέχρι πρόσφατα άγνωστων ιδιωτικών επιστολών του Πρόκες φον Όστεν προς τον πατριό του, τον ιστορικό Σνέλλερ, διαπιστώνουμε ότι, η μονομέρεια της καιροσκοπικής πολιτικής εκδηλώνεται στα ιδιωτικά αυτά γράμματα μόνο σαν εξαίρεση καθώς τα ενδιαφέροντά του είναι περισσότερο ωφελιμιστικά. Στη βάσει όλων αυτών, ο Πρόκες φον Όστεν, εβρισκόμενος στην Σμύρνη, στέλνει επιστολή προς τον Σνέλλερ, με ημερομηνία 3 Νοεμβρίου 1827, γράφοντας σχετικά με την ναυμαχία του Ναβαρίνου: «Το Πρωτόκολλο του Λονδίνου, είχε την αντάξια συνέχειά του, υπολείπεται τώρα ακόμη μόνο ο πόλεμος της Ρωσίας. Τι εγκώμια έχουμε να ακούσουμε τώρα στην Ευρώπη για το έγκλημα και την τρέλα της Ναυμαχίας του Ναβαρίνου! Πόσες Κατηγορίες, πόσες μομφές εκ μέρους της σημερινής κοινής γνώμης θα ακολουθήσουν, οποία απογοήτευση! Και συνεχίζει, σε σχέση με την Αυστριακή οπτική των «πραγματικών» αιτίων της ναυμαχίας: «Ό,τι κι αν γράψουν στις ευρωπαϊκές εφημερίδες για τα αίτια της ναυμαχίας του Ναβαρίνου είναι ψέμα! Εκείνοι που την έκαναν χρειάζονταν τη ναυμαχία γιατί ερχόταν ο χειμώνας και οι περιπολίες στη δυτική ακτή του Μοριά ήσαν τουλάχιστον άβολες. Χρειάζονταν την ναυμαχία γιατί αισθάνονταν την ανεπάρκεια των αναγκαστικών μέτρων που είχαν απαιτήσει και μέσα τους το κεντρί του φόβου προς την κοινή γνώμη. Ο Κόδρινγκτον παραπλανήθηκε στο πολιτικό αμάρτημα από καθαρή φιλοδοξία, ο Δεριγνύ έβλεπε προς τα έξω μόνο τον Άγγλο και μέσα του τον Γάλλο. Και μόνο ο Ρώσος Χέυδεν ενήργησε σαν άτομο που ξέρει τι θέλει».
Συνεχίζοντας στην ίδια μακροσκελή επιστολή, γράφει ότι: «Για να προκαλέσουν την αφορμή για τη ναυμαχία, απαίτησαν οι ναύαρχοι στις 19 Οκτωβρίου την άμεση επιστροφή του οθωμανικού στόλου στην Κωνσταντινούπολη και του αιγυπτιακού στην Αλεξάνδρεια, κατόπιν την αποχή από κάθε εχθροπραξία στο εσωτερικό της χερσονήσου του Μορία. Σαν αιτία των απαιτήσεων αυτών δήλωσαν το ότι ο Ιμπραήμ με την απόπειρά του να εφοδιάσει την Πάτρα με τρόφιμα αθέτησε τον λόγο τιμής που τους είχε δώσει, αναγκάζοντας τους κατ’ αυτό τον τρόπο να ζητήσουν εγγυήσεις με άλλες μεθόδους. Το γεγονός ότι η Πάτρα είχε υποστεί από τους Έλληνες επίθεση υπό την προστασία της ανακωχής που είχαν προτείνει οι Σύμμαχοι και το ότι οι Τούρκος αρχιστράτηγος θέλησε να ανεφοδιάσει με τρόφιμα το τούρκικο αυτό πόστο από ένα τουρκικό λιμάνι και με τουρκικά καράβια μόνο έπειτα από την παραβίαση των όρων της ανακωχής εκ μέρους των Ελλήνων – αυτό δεν σήμαινε τίποτε για εκείνους. Επίσης και το άλλο περιστατικό, ότι ο Ιμπραήμ βρισκόταν όχι στο Ναβαρίνο αλλά στο εσωτερικό της Πελοποννήσου κι ότι οι αξιωματικοί του παρεκάλεσαν να τους δοθεί πίστωση χρόνου, τουλάχιστον μέχρι να έχουν τις διαταγές του. Ο Χάμιλτον που είχε μπει στον κόλπο της Κορώνης, βρήκε τον Καγιά μπέη σε μια μάχη με τους Μανιάτες. Τον διέταξε να αποσυρθεί, ο Τούρκος συμμορφώθηκε. Αυτό δεν εμπόδισε καθόλουμ η έκθεση του Χάμιλτον που έγινε σχετικά, να χρησιμεύσει σαν ευκαιρία να προβούν στην εκτέλεση των (προ)αποφασισθέντων. Στις 19 ακόμη του μηνός (Οκτωβρίου) έστειλαν μια αγγλική φρεγάτα στον όρμο (του Ναβαρίνου) δήθεν να προμηθευτεί νερό, πράγματι όμως να διαπιστώσει τη θέση του τουρκικού στόλου. Στις 20 Οκτωβρίου εισέπλευσε ολόκληρος ο συμμαχικός στόλος με ελαφρύ άνεμο, επικεφαλής ο Κόδρινγκτον με την “Ασία”, στα νερά του ίδιου αυτού λιμανιού, αγκυροβολώντας σε απόσταση βολής πιστολίου από τον τουρκικό στόλο, ενώ κάθε σκάφος προσπαθούσε πάραυτα με παλαμάρια ν΄ αλλάξει τη θέση του πλοίου προσφέροντας την πλευρά του. Οι Τούρκοι χωρίς καθόλου να περιμένουν μια επίθεση και υποψιαζόμενοι το πολύ μία απειλή, και προσέχοντας πρόσθετα να μη δώσουν καμία αφορμή για εχθροπραξίες, ανέχθηκαν τα συμβαίνοντα ανεμπόδιστα. Οι πυροβολαρχίες τους στην ξηρά, που θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τον είσπλου του συμμαχικού στόλου με διασταυρούμενα πυρά, καθώς και τα σκάφη τους, σιώπησαν.
Στην εκτενή επιστολή του, ο Πρόκες φον Όστεν, ανεξάρτητα από την οπτική προσέγγιση των γεγονότων, δείχνει ότι γνωρίζει εις βάθος το στρατιωτικό και διπλωματικό πλαίσιο των εξελίξεων, ενώ μας δίνει μια διαφορετική προσέγγιση για μελέτη, σε σχέση με την επικρατούσα θέση της Ελληνικής και εν πολλοίς της Ευρωπαϊκής βιβλιογραφίας, σε σχέση με το διπλωματικό και στρατιωτικό πεδίο των γεγονότων και των πληροφοριών γύρω από την ναυμαχία του Ναβαρίνου. Ακολούθως, στην ίδια αναλυτική επιστολή αναφέρει τα εξής συγκλονιστικά: «Μόλις τελείωσαν οι Σύμμαχοι τις προετοιμασίες τους για την επίθεση, απαίτησε η φρεγάτα “Dartmouth” από μερικά τουρκικά πυρπολικά να τραβήξουν άγκυρα και να απομακρυνθούν. Οι καπετάνιοι των πυρπολικών απάντησαν πως σε όλα τα λιμάνια του κόσμου συνηθίζεται τα πλοία που έρχονται αργότερα να αγκυροβολούν όπου θα ’βρίσκαν θέση, χωρίς να παραγκωνίσουν τα ήδη αγκυροβολημένα σκάφη, ή να τα βλάψουν. Το “Dartmouth” απείλησε τότε τα πυρπολικά ότι θα τους κόψει τα παλαμάρια, οπότε απαντούν οι Τούρκοι πως αυτό δεν θα το ανεχθούν κι ότι θα είχαν το δικαίωμα ν΄ανοίξουν πυρ κατά του σκάφους που θα επιχειρούσε κάτι τέτοιο. Αμέσως, έπειτα απ’ αυτό έστειλε το “Dartmouth” σκάφη που ετοιμάζονταν να κόψουν τα παλαμάρια των πυρπολικών. Τα πληρώματα των τελευταίων έριξαν τουφεκιές – το “Dortmouth” απάντησε με τα κανόνια του, ο Κόδρινγκτον έδωσε το σινιάλο για την επίθεση και η μάχη άρχισε καθ΄όλη τη γραμμή. Η Αιγυπτιακή φρεγάτα “Guerriere” ήταν ένα από τα πρώτα σκάφη που ανατινάχθηκαν στον αέρα. Σκέπασε με τα συντρίμμια της τη “Sirene” πάνω στην οποία βρισκόταν ο Γάλλος ναύαρχος Δεριγνύ. Τα τρία αγγλικά σκάφη της γραμμής έστειλαν στο βυθό της θάλασσας τα τρία τουρκικά. Το “Breslau”, που εισέπλεε μόλις στο λιμάνι όταν άρχισε η μάχη, δέχθηκε και απάντηση στα πυρά της ξηράς, μπαίνοντας κατόπιν στην πολεμική ζώνη. Οι Ρώσοι το ΄βαλαν στα αριστερά τους. Στην ακραία αριστερή πλευρά έμειναν “Talbot” και το “Armida”. Ο Χάμιλτον που έσπευσε από την Κορώνη καθηλώθηκε λόγω νηνεμίας στα διασταυρούμενα πυρά της εισόδου. Οι Τούρκοι αμύνονταν σαν απελπισμένοι. Αλλά η δύσκολη θέση τους, η έλλειψη προπαρασκευής, ο αιφνιδιασμός και οι απώλειες σε πληρώματα τους σημάδευαν ήδη σαν τα θύματα. Εκτός αυτού διέθεταν οι Σύμμαχοι 10 πλοία της γραμμής έναντι 3 τουρκικών. Με τη δύση του ηλίου είχε ήδη συντελεσθεί κατά το μεγαλύτερο μέρος η καταστροφή του τουρκικού στόλου που είχε αρχίσει στις δύο και μισή η ώρα το απόγευμα. Τότε ρώτησε η “Armida” τι πρεπει να κάνει με τις 3 φρεγάτες που είχε αιχμαλωτίσει όπου είχαν συσσωρευτεί οι Τούρκοι τραυματίες και αιχμάλωτοι. Και μη ξέροντας τι να κάνουν με αιχμαλώτους που τους έπιασαν εν μέσω ειρήνη, έδωσαν τη διαταγή τα τρία αυτά πλοία να τα βουλιάξουν! Αυτό και συνέβη. Τη νύχτα έκαψαν οι ίδιοι οι Τούρκοι πολλά από τα καράβια τους».
Την επόμενη μέρα, 21 Οκτωβρίου, σύμφωνα με την ίδια επιστολή: «φώτιζε η ανατολή του ήλιου τα συντρίμμια και τα πτώματα των 3 πλοίων της γραμμής, 3 φρεγατών της πρώτης τάξεως, 18 φρεγατών δευτέρας τάξεως, 24 κορβετών και 6 μικρών σκαφών. Είχαν μείνει μία φρεγάτα, μερικές κορβέτες και βρίκια. Η πρώτη δύσκολη σοδειά των ναυτικών σχολών του Καΐρου, η νεότητα της Αιγύπτου, ήταν νεκρή. Τους νικητές δεν τους βάραινε κανένας αιχμάλωτος. Οι νικήτες προέτρεψαν το ίδιο κιόλας πρωί το κάστρο του Ναβαρίνου να μην κάνει καμία κίνηση, δηλώνοντας ’πως η καταστροφή του στόλου ήταν ένα μέτρο που τους επιβλήθηκε αναγκαστικά από τους Τούρκους, και πρόσθεσαν ότι θα θεωρούσαν έστω και μια κανονιά εκ μέρους του κάστρου σαν κήρυξη πολέμου. Έπειτα από μερικές μέρες σκορπίστηκαν τα σκάφη».
Οι αντιδράσεις των Τούρκων στην Σμύρνη
Ο Πρόκες φον Όστεν εβρισκόμενος όπως αναφέραμε στην Σμύρνη, είναι από τους πρώτους ξένους Ευρωπαίους που ζει από κοντά τις αντιδράσεις των Τούρκων μετά την ναυμαχία του Ναβαρίνου και γράφει χαρακτηριστικά στην εν λόγω επιστολή: «Η είδηση της “φιλάνθρωπης” αυτής ναυμαχίας έφθασε εδώ (στη Σμύρνη) στις 27 Οκτωβρίου το μεσημέρι. Μας την έφεραν δύο από τις δικές μας γολέτες […]. Ο πασάς, ενημερωμένος από εμάς, είχε τον καιρό να λάβει τα μέτρα του για να προλάβει την έκρηξη λύσσας που θα πυροδοτούσε η απαίσια προδοσία ανάμεσα στον τουρκικό πληθυσμό της Σμύρνης και της υπαίθρου. Οι χιλιάδες Φράγκοι και Έλληνες που, πιστεύοντας στην ειρήνη, κατοικούσαν στα εξοχικά τους στα περίχωρα της Σμύρνης, έσπευσαν να επιστρέψουν στην πόλη εγκαταλείποντας τα σπίτια και τα αγαθά τους. Οι δρόμοι ήσαν γεμάτοι με άνδρες, γυναίκες, παιδιά που έρχονταν μέσα στον συνωστισμό σαν φυγάδες – πολλοί με τσακισμένα χέρια και πόδια απ’ την πολλή σπουδή. Από την πόλη πάλι έτρεχαν οι Χριστιανοί κάτοικοι προς τα καράβια, πλημμύριζαν τα σκάφη σε τέτοιο βαθμό που βούλιαζαν, αγκιστρώνονταν παρακαλώντας στα πλευρά των καραβιών ή πολεμώντας με τα κύματα. Οι πάντες φοβόντουσαν ξεσηκωμό του όχλου, σφαγές, φωτιά – γιατί 80.000 Τούρκοι κατοικούσαν στην πόλη κι ο καθένας είχε το καθήκον να εκδικηθεί την πίστη και τον λαό του […]. Αλλά παντού κρατούσε ο τουρκικός λαός μια παράξενη στάση, μια ηρεμία που σε μας προκαλούσε θαυμασμό κι ότι γρήγορα θα περνούσε ο κίνδυνος. Για να χαλιναγωγήσουμε τον τουρκικό πληθυσμό της Σμύρνης, είχαμε συμφωνήσει με τον πασά για ένα στρατιωτικό μέτρο για το πρωί της 28ης Οκτωβρίου: Όλα τα πολεμικά σκάφη, όσα κι αν είμαστε – αυστριακά, αγγλικά, ολλανδικά, αμερικάνικα, γαλλικά – παραταχθήκαμε σε απόσταση βολής και εν πλήρει γραμμή μάχης εμπρός από το τουρκικό τμήμα της Σμύρνης, αποβιβάσαμε περίπου 1.000 άνδρες στην ξηρά και κλείσαμε τις πύλες της φραγκικής συνοικίας Αυτή ήταν η διάθεσή μας όταν ο πασάς ανήγγειλε το τρομερό μήνυμα και διέταξε ταυτόχρονα να επικρατήσει ηρεμία, τάξη και σεβασμός για την περιουσία και τη ζωή των προσώπων. Οι αγγλικές, γαλλικές και ρωσικές οικογένειες πλημμύρισαν ιδιαίτερα το ολλανδικό και το αυστριακό προξενείο. Ακριβώς γι΄αυτά τα προξενεία είχε διατάξει ο πασάς να επιδείξουν αυστηρότατα σεβασμό. Τα λόγια του σεβάσμιου γέροντα επιβλήθηκαν στα πλήθη – η πόλη και η ύπαιθρος υπάκουσαν […]. Και μπροστά σ’ όλα αυτά τα περιστατικά, ποιος εμφανίζεται; Ο Δεριγνύ, πάνω στη φρεγάτα “Armida”, που με τα ίχνη των πληγών της κορδώνεται όπως ένα κορίτσι τριάντα χρονών με τις βαμμένες ελιές της ομορφιάς στο πρόσωπο του. Ντυμένος μια μπλε ρεντιγκότα αποβιβάσθηκε στην ξηρά ακριβώς στο σημείο που στεκόμουν. “Με κανόνια κάνει κανείς την καλύτερη διπλωματία” μου φώναξε. “Γι’ αυτό και τους μοιάζει!” του απάντησα… Πήγε ακολούθως στον πασά, ο οποίος άκουσε την ωραιοποίηση της εγκληματικής ενέργειας με αξιοπρέπεια.».
Η επιστολή ολοκληρώνεται από τον Πρόκες φον Όστεν γράφοντας τα εξής: «Η πειρατεία συνεχίζεται εν τω μεταξύ ανεμπόδιστα. Ευδοκιμεί κάτω από την ασπιδα που άπλωσαν οι τρείς Δυνάμεις πάνω στην Ελλάδα. Από τότε που εμφανίσθηκαν οι συμμαχικοί στόλοι στο Αρχιπέλαγος, δηλαδή από τις αρχές Αυγούστου, λεηλατήθηκαν εξ ολοκλήρου, όσο γνωρίζω, και γνωρίζω βέβαια μόνο ένα μέρος του συνολικού αριθμού, 69 εμπορικά καράβια ουδέτερων χωρών, μεταξύ αυτών 27 αυστριακά και 15 αγγλικά, για λογαριασμό των ίδιων των πειρατών ή για λογαριασμό της ελληνικής κυβέρνησης. Τα φορτία τους όλα μαζί είχαν αξία περισσότερο από 1.000.000 ισπανικά τάληρα. Ω τλημών Ελλάς! Τώρα μπορεί να σε σώσει μόνο ένα θαύμα! Κατάχρηση της εξουσίας, χλεύη της αδιάντροπής έπαρσης, καταπάτηση κάθε δικαίου – μόνο αυτές οι αντάξιες μαίες μπορούν και να φέρουν στον κόσμο έναν σκλάβο. Τώρα λοιπόν ή ανεξαρτησία, που συ δεν είχες ούτε την αρετή ούτε και το θάρρος για να την κερδίσεις με τον αγώνα, χάθηκε για σένα. Περνάς από την κατάσταση μιας τουρκικής επαρχίας σ’ εκείνη μιας ρούσικης και θα νοσταλγείς χίλιες φορές με δάκρυα στ μάτια και χωρίς ελπίδα στην καρδία εκείνη που άφησες. Η Ευρώπη παρακολουθεί τον χαμό σου χειροκροτώντας, γιατί βλέπει πως το έργο που παίζεται έχει τον τίτλο: Απελευθέρωση της Ελλάδας!
Η σπάνια επιστολή του Πρόκες φον Όστεν, παρά τα όποια «φιλελληνικά» αισθήματα του συντάκτη, που θα εκδηλωθούν ουσιαστικά αργότερα, αποτυπώνει σε σημαντικό βαθμό την γραμμή του Αυστριακού Καγκελάριου Μέτερνιχ, του εμπνευστεί της Ιερής Συμμαχίας, που δημιουργήθηκε το 1815 με σκοπό την δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής ομοσπονδίας των εστεμμένων που θα φρόντιζε για τη διαιώνιση των καθεστώτων. Έτσι, όταν ξέσπασε η Ελληνική Επανάσταση, ο Μέτερνιχ ξεσήκωσε τους πάντες εναντίον των Ελλήνων. Μόνο χάρη στις προσπάθειες του Καποδίστρια, η Ρωσία κράτησε απέναντι στην Ελληνική Επανάσταση ουδέτερη στάση κι όχι εχθρική, όπως ο Μέτερνιχ ήθελε. Όμως, η ίδια η Ελληνική Επανάσταση ήταν, που κατάφερε το καίριο πλήγμα κατά του δημιουργήματός του. Παρά τη σύμπραξη των υπερδυνάμεων της εποχής, η Ιερή Συμμαχία δεν κατόρθωσε να αποτρέψει τον ξεσηκωμό των Ελλήνων, αν και έσπευσε να τον καταδικάσει. Άλλωστε, τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα των εταίρων οδήγησαν τα δυο από τα μέλη της Συμμαχίας, τη Γαλλία και τη Ρωσία, να συμπράξουν με την Αγγλία στη ναυμαχία του Ναβαρίνου. Ακολούθως, η Ιουλιανή επανάσταση στη Γαλλία (1830) και η βελγική (1834) οδήγησαν την Ιερή Συμμαχία στην οριστική διάλυση. Ωστόσο, ο Μέτερνιχ παρέμενε ακλόνητος στο πόστο του, αν και έχασε ένα μέρος από τη δύναμή του μετά τον θάνατο του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Α’ (1835), ενώ, για τους λαούς, όμως, εξακολουθούσε να αντιπροσωπεύει τον μισητό πολέμιο κάθε φιλελεύθερης κίνησης στη γηραιά ήπειρο.
Τέλος, αξίζει να σημειώσουμε ότι, η περιγραφή των γεγονότων, σε σχέση με την αφορμή της ναυμαχίας του Ναβαρίνου, όπως αποτυπώνεται στην επιστολή του Πρόκες φον Όστεν, αποτελεί μια ακόμη σημαντική πηγή, στο πλαίσιο της διερεύνησης των γεγονότων που εξελίχθηκαν λίγα λεπτά πριν ανάψει η σπίθα της ναυμαχίας. Ωστόσο, η προσέγγιση του Πρόκες φον Όστεν, αν και δείχνει ότι γνωρίζει πολύ καλά τις διπλωματικές εξελίξεις, πρέπει να μελετηθεί υπό το πρίσμα της Αυστριακής πολιτικής, που την δεδομένη χρονική στιγμή είναι εναντίον κάθε επαναστατικού κινήματος (άλλωστε οι πρώτες πληροφορίες σε σχέση με την ναυμαχία φθάνουν στην Σμύρνη με δύο αυστριακά πλοία που πολύ πιθανόν δίνουν την ερμηνεία των Τουρκοαιγυπτίων). Το γεγονός αυτό δυσκολεύει εν πολλοίς την εξήγηση των πραγματικών κινήτρων του Πρόκες φον Όστεν σε σχέση με την διπλωματική ή μη περιγραφή των συμβάντων που εξελίχθησαν λίγο πριν την ναυμαχία, αν και η προσέγγιση σε σχέση με το θερμό πολεμικό συμβάν που οδήγησε στην ναυμαχία δείχνει να έχει μια ρεαλιστική βάση, έστω και αποσπασματικού χαρακτήρα. Σε κάθε περίπτωση, η επιστολή αποτελεί ένα πολύτιμο τεκμήριο ιστορίας που μας δίνει τη δυνατότητα να μελετήσουμε σε ένα διευρυμένο πεδίο τις διπλωματικές εξελίξεις που οδήγησαν στην ναυμαχία του Ναβαρίνου.
Δημοσθένης Κορδός
Υποψήφιος Διδάκτωρ Πολιτισμικών Σπουδών Πανεπιστημίου Πελοποννήσου