Αυτές τις μέρες συμπληρώνονται 195 χρόνια από την πρώτη πολεμική σύγκρουση μεταξύ Ελλήνων και Τουρκοαιγυπτίων κατά το έτος 1825, μετά την απόβαση του Ιμπραήμ Πασά στη Μεθώνη και τη δημιουργία προγεφυρώματος. Ήταν 12 Φεβρουαρίου 1825 (παλιό ημερολόγιο) όταν το πρώτο τμήμα του Αιγυπτιακού στρατού, περίπου 5.500 άνδρες, αποβιβάστηκε στην Μεθώνη. Ο Ιμπραήμ, χωρίς να χάσει χρόνο, κατάρτισε αμέσως συντονισμένο σχέδιο ενεργειών, με στόχο να καταλάβει το Νιόκαστρο και την πολιορκούμενη από τους Έλληνες Κορώνη. Έτσι, βάσει των πληροφοριών, σχετικά με τις αμυντικές θέσεις των Ελλήνων, επιδίωξε αιφνιδιασμό των ελληνικών δυνάμεων με ταυτόχρονη νυχτερινή ενέργεια επί των κατευθύνσεων Κάτω Μηνάγια και Γρίζι, όπου βρίσκονταν οι προφυλακές των Ελλήνων, με τελική σύγκλιση των δύο φαλάγγων στο χωριό Βουνάρια, ώστε να αποκόψει τα ελληνικά σώματα που πολιορκούσαν την Κορώνη.
Έτσι, οι Τουρκοαιγύπτιοι, αιφνιδιαστικά, μέσα στην νύχτα τις 19ης Φεβρουαρίου, προχώρησαν χωρισμένοι σε δύο φάλαγγες ανατολικά στην ενδοχώρα της περιοχής με κατεύθυνση προς το φρούριο της Κορώνης. Η πρώτη φάλαγγα βάδισε κατευθείαν από τη Μεθώνη προς την Κορώνη, ενώ η άλλη κινήθηκε βορειότερα, περνώντας από Μεσοχώρι και Μεμερίζι, σχεδόν έτσι παράλληλα με την πρώτη και με σκοπό να κτυπήσει πιο ψηλά, ώστε να αποκόψει τις ελληνικές πολιορκητικές δυνάμεις που βρίσκονταν μεταξύ Κάτω Μηναγίων και Μηλίτσας. Η βόρεια φάλαγγα πιθανότατα δεν ξεκίνησε από το στρατόπεδο της Μεθώνης, αλλά από περιοχή κοντά στο Νιόκαστρο και ίσως ήταν οι προφυλακές που είχαν προωθηθεί ως εκεί τις προηγούμενες ημέρες. Σοβαρότερη φάλαγγα ήταν η πρώτη, καθώς την αποτελούσαν τέσσερα τάγματα πεζικού, 400 ιππείς και αρκετοί Τούρκοι της Μεθώνης, ενώ αρχηγός της ήταν ο ίδιος ο Ιμπραήμ. Έτσι, η πρώτη επαφή με τις προφυλακές των Ελλήνων γίνεται την αυγή της 19ης Φεβρουαρίου. Η νότια φάλαγγα επιτέθηκε αιφνιδιαστικά στην προφυλακή που βρισκόταν στο Γρίζι. Η προφυλακή των Ελλήνων που ήταν εκεί, γύρω στους 30 στρατιώτες, μόλις είδαν την ισχυρή δύναμη των Αιγυπτίων ξαφνικά μπροστά τους, αιφνιδιάστηκαν και δεν πρόβαλαν καμία αντίσταση, ενώ ίσα που πρόλαβαν να διαφύγουν και να υποχωρήσουν στα γύρω βουνά Ωστόσο, οι Αιγύπτιοι έπιασαν εκεί δύο ηλικιωμένες και καμιά δεκαριά χωρικούς και τους κατακρεούργησαν.
Η άλλη φάλαγγα κτύπησε βορειότερα, την ισχυρότερη αριθμητικά προφυλακή (περίπου 100 άνδρες) που βρισκόταν νότια των Κάτω Μηναγίων και δυτικά της Μηλίτσας. Αυτή την θέση κρατούσαν ο στρατηγός Λιάκος Γιατράκος (1795 – 1875) και μερικοί ντόπιοι. Το σώμα του Λιάκου Γιατράκου δεν αιφνιδιάστηκε παρότι δεν είχε ξημερώσει ακόμη όταν επιτέθηκαν συντονισμένα οι Τουρκοαιγύπτιοι. Πολέμησε προβάλλοντας απεγνωσμένη αντίσταση, προξενώντας στον εχθρό αρκετές απώλειες, παρότι το σώματα του ήταν μικρό σε σχέση με την πολυπληθέστερη δύναμη των Αιγυπτίων. Ωστόσο, βλέποντας ότι δεν θα μπορούσε να κρατήσει επί πολύ την πίεση του εχθρού, που μάλιστα διέθετε και ιππικό, υποχώρησε συντεταγμένα πολεμώντας προς τους πρόποδες του όρους Λυκόδημου. Κατά την μάχη ο Λιάκος έχασε 6 παλικάρια και είχε και δύο τραυματίες, ενώ ανάμεσα στους νεκρούς συντρόφους του ήταν και ο εξάδελφος του, ο Χιλίαρχος Αθανάσιος Αποσποράκος, ο οποίος σύμφωνα με τον Λιάκο σκότωσε αρκετούς Αιγύπτιους πριν πέσει νεκρός. Ο αρχηγός των εκεί ελληνικών δυνάμεων στρατηγός Παναγιώτης Γιατράκος βρισκόταν πιο πίσω, στο στρατόπεδο πολιορκίας της Κορώνης. Ήταν αυγή ακόμη όταν έλαβε την είδηση ότι οι Αιγύπτιοι ανέτρεψαν την αντίσταση του αδελφού του Λιάκου και εξεβίασαν τη δίοδο προ τη Μηλίτσα. Αμέσως απέσυρε δυνάμεις από τον Άγιο Δημήτριο και από τους Γερακάδες και κατευθύνθηκε προς τα Βουνάρια για να τους ανακόψει. Στον δρόμο όμως έμαθε ότι η πρώτη είδηση ήταν ψεύτικη και ότι ο Λιάκος κρατούσε ακόμη. Αμέσως έστειλε για βοήθεια τον άλλο αδελφό Νικολάκη με το σώμα του και μερικούς Κορωναίους υπό την αρχηγεία του Ηλία Καραπαύλου. Ο ίδιος ακολούθησε αργότερα με τις υπόλοιπες δυνάμεις, αλλά δεν πρόλαβε.
Η νότια φάλαγγα του εχθρού, αφού ανέτρεψε την προφυλακή στο Γρίζι, στράφηκε προς Βορρά, πέρασε από το Χωματερό και το βράδυ μπήκε στα Βουνάρια. Η βόρεια, αφού απώθησε την προφυλακή του Λιάκου Γιατράκου, προέλασε μέσω Μηλίτσας προς νοτιοανατολικά και συνενώθηκε με τη νότια. Οι πολιορκητές της Κορώνης, υπό τους Παναγιώτη και Νικο Γιατράκο και Ιωανν. Καραπαύλο, καθώς και οι ευρισκόμενοι στα Βουνάρια μετά του έπαρχου Δημ. Βυζαντίου, ειδοποιηθέντες περί της εχθρικής προελάσεως κινήθηκαν εσπευσμένος προς τη Λογκά, ενώ οι Αιγύπτιοι προωθήθηκαν ως τα Καστέλια. Έτσι απώθησαν τους Έλληνες, τους απέκοψαν από την Κορώνη και απέκτησαν επαφή με αυτή. Ο Ιμπραήμ δεν είχε ακόμη την πρόθεση να βγει πιο έξω από τη μεσσηνιακή χερσόνησο, οπότε θα υπήρχε ο κίνδυνος να εμπλακεί σε αγώνα με υπέρτερες δυνάμεις, να επεκτείνει δυσανάλογα τις επικοινωνίες και τις μεταφορές του και να διασπείρει τις λίγες δυνάμεις του. Ο σκοπός του προς το παρόν ήταν να διαλύσει τις πολιορκίες των δύο φρουρίων, Μεθώνης και Κορώνης και να αποκτήσει ερείσματα. Για την συνέχεια των επιχειρήσεων θα περίμενε να του έλθουν και άλλες δυνάμεις. Εγκατέλειψε λοιπόν ακόμη και εδάφη που είχε καταλάβει, απέσυρε τις δυνάμεις του και από το Νιόκαστρο και τις συγκέντρωσε γύρω από τη Μεθώνη αμυντικά. Μόνο ελαφρές προφυλακές έταξε στη Λογκά και στα Βουνάρια. Πιθανότατα η τόσο φρόνιμη αυτή τακτική οφειλόταν σε άγνοια της κακής ελληνικής κατάστασης. Ωστόσο, η μάχη στα Κάτω Μηνάγια έσβησε τον μύθο του Ιμπραήμ, ότι, οι Έλληνες δεν θα είχαν την δύναμη και το κουράγιο να αντισταθούν στον οργανωμένο στρατό του, ενώ αναπτέρωσε το ηθικό των Ελλήνων σε σχέση με την ουσιαστική αντιμετώπιση του Ιμπραήμ και τον περιορισμό του στα στενά όρια του αρχικού προγεφυρώματος.
Σήμερα, στο πλαίσιο θεσμικής ανάδειξης της πρώτης αυτής πολεμικής σύγκρουσης μεταξύ Ελλήνων και Τουρκοαιγυπτίων κατά το έτος 1825, ο Δήμος Πύλου Νέστορος προχώρησε πρόσφατα στην καθιέρωση της μάχης αυτής ως Δημόσιας Εορτής Τοπικής Σημασίας, ύστερα από αίτηση – αίτημα που είχε καταθέσει ο Δημοσθένης Κορδός, υποψήφιος διδάκτωρ πολιτισμικών σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, που συνοδευόταν με φάκελο εκτενούς έρευνας ιστορικής τεκμηρίωσης με σπάνιο αρχειακό υλικό. Έτσι, βάσει της ομόφωνης απόφασης του Δήμου, καθιερώθηκε η 3η Μαρτίου έκαστου έτους, επέτειο της ιστορικής μάχης στα Κάτω Μηνάγια (σήμερα Κάτω Αμπελόκηποι), ως ιστορικού χαρακτήρα Δημόσια Εορτή Τοπικής Σημασίας για το Δήμο Πύλου Νέστορος, με την αναβίωση εκδηλώσεων μνήμης και τιμής κατά την 3η Μαρτίου έκαστου έτους και τη δημιουργία μνημείου πεσόντων στην περιοχή της σύγκρουσης των Κάτω Αμπελοκήπων. Βάσει αυτών, αξίζει να σημειωθεί ότι, η καταξιωμένη σε διεθνές επίπεδο Μεσσήνια ομογενής ζωγράφος Joanna Kordos, που ζει στην Μελβούρνη, ευαισθητοποιημένη από την σημαντική απόφαση του Δήμου Πύλου Νέστορος, αποφάσισε να φιλοτεχνήσει αφιλοκερδώς το μνημείο της ιστορικής μάχης, ως ελάχιστο φόρο τιμής στους Έλληνες ήρωες που αντιστάθηκαν στις ορδές των Τουρκοαιγυπτίων κατά το έτος 1825. Το μνημείο σχεδιάζεται να τοποθετηθεί στον περιβάλλοντα χώρο του Διατηρητέου Δημοτικού Σχολείου του οικισμού Κάτω Αμπελοκήπων, ενώ στόχος είναι ο πρώτος εορτασμός της ιστορικής μάχης και τα εγκαίνια του μνημείου να γίνουν επισήμως την 3η Μαρτίου 2021, στα πλαίσια του επίσημου προγράμματος των εκδηλώσεων του Δήμου που αφορούν την εμβληματική ιστορική επέτειο των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση. Έτσι, συμπληρώνεται ένα σημαντικό ιστορικό κενό, σε σχέση με την ανάδειξη της πρώτης μάχης μεταξύ Ελλήνων και Τουρκοαιγυπτίων κατά το έτος 1825, που δίνει τη δυνατότητα να δούμε πλέον ολοκληρωμένα και ουσιαστικά την εξέλιξη των ιστορικών γεγονότων στην περιοχή, κατά το κρίσιμο έτος 1825 για την Ελληνική Επανάσταση.
Ινστιτούτο Πολιτισμού Μεσσηνίας