Εκδήλωση με θέμα «Κλιματική αλλαγή στην επικαιρότητα με τραγικό τρόπο» πραγματοποιήθηκε στις 6 το απόγευμα στο Εργατικό Κέντρο της Τρίπολης, με πρωτοβουλία του Μανώλη Μάκαρη και της παράταξής του “Πρώτα η Πελοπόννησος”.
Κατά την ομιλία του ο Μανώλης Μάκαρης ανέφερε:
Φίλες και φίλοι, προέρχομαι από τη Μεσσηνία, που έχει δοκιμαστεί πάρα πολύ σκληρά από τις φυσικές καταστροφές. Αμέσως όμως έρχεται στο μυαλό μου ότι ανάλογες τραγικές καταστροφές έχουν υποστεί όλες οι Περιφερειακές Ενότητες της Πελοποννήσου.
Παρόλα αυτά θα σας μιλήσω λίγο για τη Μεσσηνία και θα ξεκινήσω από τους φονικούς σεισμούς του 1986. Την προηγούμενη εβδομάδα, στις 13 Σεπτεμβρίου, είχαμε και την επέτειο των 37 χρόνων. Πολλοί λένε -και έχουν σε ένα βαθμό δίκιο- ότι οι σεισμοί του ‘86 άλλαξαν το μέλλον της Καλαμάτας, η οποία ανασυγκροτήθηκε και μπήκε με δυναμική σε μια αναπτυξιακή τροχιά. Είναι επίσης γεγονός ότι μετά το σεισμό η πολιτεία έλαβε μέτρα ώστε οι κατασκευές να γίνουν πιο ανθεκτικές απέναντι σε σεισμικά φυσικά φαινόμενα. Όμως, το πάθημα δεν έχει γίνει μάθημα. Στην Καλαμάτα και απ όσο γνωρίζω σε όλη την Περιφέρεια Πελοποννήσου και σε όλη τη χώρα, δεν έχει ολοκληρωθεί ο αντισεισμικός έλεγχος των σχολικών κτιρίων αλλά και των δημόσιων και δημοτικών κτιρίων. Επιτρέπεται σε μια σεισμογενή χώρα και σε σεισμογενείς περιοχές όπως η Καλαμάτα, να μην γίνονται αυτές οι διαδικασίες με ταχύτητα και να νιώθουν οι γονείς όταν στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο ασφάλεια;
Πέρα απ’ αυτά, υπάρχουν ακόμη στην Καλαμάτα πολλά διατηρητέα κτίρια ετοιμόρροπα από την εποχή των σεισμών και μάλλον θα συνεχίσουν να βρίσκονται σε αυτή την επικίνδυνη κατάσταση για τους περαστικούς για χρόνια ακόμα.
Η Μεσσηνία είναι επίσης μια περιοχή που έχει υποστεί τεράστιες καταστροφές από τις πυρκαγιές. Το 2007 κατακάηκε ο Ταΰγετος.
Η Καλαμάτα “πνίγηκε” το 2016 από την πλημμύρα, η οποία προκάλεσε τρεις θανάτους και θα είχε προκαλέσει πολλούς περισσότερους εάν η πόλη πλημμύριζε μέρα αντί για αργά τη νύχτα.
Περιοχές στον Μεσσηνιακό Κόλπο, όπως στον Άγιο Ανδρέα, στη Μεθώνη, στη δυτική παραλία Καλαμάτας, στη Μικρή Μαντίνεια και τη Βέργα αντιμετωπίζουν προβλήματα διάβρωσης από τη θάλασσα.
Γνωρίζω ότι ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν πολλές περιοχές στην Περιφέρειά μας. Πρέπει λοιπόν να ασχοληθούμε πιο εντατικά, με μεγαλύτερη προσοχή με τα θέματα της ασφάλειας και της ανθεκτικότητας απέναντι στα φυσικά φαινόμενα και την κλιματική κρίση.
Μια βασική πρόταση του συνδυασμού τους, “Πρώτα η Πελοπόννησος”, είναι η δημιουργία Ειδικού Ταμείου Πρόληψης και Αποκατάστασης Φυσικών Καταστροφών. Το Ταμείο αυτό θα συγκεντρώνει πόρους από χρηματοδοτικά προγράμματα της Περιφέρειας Πελοποννήσου με σκοπό να υλοποιεί έργα άμεσης ανάγκης για την πρόληψη ή αποκατάσταση φυσικών καταστροφών.
Σχετικά με την αντιπλημμυρική θωράκιση των περιοχών της Πελοποννήσου, θα προχωρήσουμε σε έναν ολοκληρωμένο σχεδιασμό της στρατηγικής για την αντιπλημμυρική προστασία και θα διεκδικήσουμε την άμεση επικαιροποίηση των σχεδίων αντιπλημμυρικού και αντιπυρικού κινδύνου. Τα ήδη υπάρχοντα σχέδια περιγράφουν με μεγάλη ακρίβεια ποιες περιοχές κινδυνεύουν με πλημμύρες. Θα πάρουμε πρωτοβουλία για να δημιουργήσουμε, σε συνεργασία με τους Δήμους, έναν μηχανισμό που θα ενημερώνει όσο το δυνατόν πιο έγκαιρα, όσους κατοικούν και δραστηριοποιούνται σε αυτές τις επικίνδυνες περιοχές, ότι έρχονται έντονα φαινόμενα που πιθανόν θα δημιουργούν προβλήματα, ώστε να ασφαλίζουν κάθε φορά την περιουσία τους.
Δεν θα αφήσουμε να χάνεται άλλο χρόνος και να συνεχίζεται το φαινόμενο της διάβρωσης ακτών της Πελοποννήσου. Θα πάρουμε άμεσα μέτρα, χωρίς φαραωνικές και πανάκριβες κατασκευές αλλά όσο το δυνατόν με φυσικούς τρόπους τους οποίους θα μας υποδείξουν οι επιστήμονες και όχι οι κατασκευαστικές εταιρίες.
Θα πιέσουμε ώστε να επισπευσθούν οι διαδικασίες για τον καθορισμό χρήσεων γης προκειμένου να προστατεύσουμε το περιβάλλον. Δεν μπορεί να επιτρέπεται οποιαδήποτε δραστηριότητα σε οποιοδήποτε σημείο.
Θα λειτουργήσουμε ανεξάρτητη και μόνιμη αρχή πρόληψης και προστασίας από φυσικές καταστροφές, με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων αρχών και θεσμών.
Τέλος, θα πιέσουμε το κεντρικό κράτος ώστε να ξεκαθαριστούν οι αρμοδιότητες και οι ευθύνες του κάθε φορέα στην αντιμετώπιση κρίσεων».