Χρήστος Αναστασόπουλος,
Οικονομολόγος, MSc
Δημοτικός Σύμβουλος
Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας δημιούργησε τις προϋποθέσεις ανάπτυξης της οικονομίας του διαμοιρασμού (sharing economy), η οποία συνιστά ένα οικονομικό σύστημα που λειτουργεί αποκλειστικά μέσω διαδικτύου, χρησιμοποιείται από ιδιώτες, χωρίς ή με αμοιβή, και βασίζεται στην κοινή χρήση αγαθών που μπορεί να χρησιμοποιούνται μερικώς. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν οι ψηφιακές πλατφόρμες που αφορούν τις υπηρεσίες φιλοξενίας (π.χ. CouchSurfing), τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων (π.χ. AirBnB) και τις υπηρεσίες μεταφοράς προσώπων (π.χ. Uber).
Εστιάζοντας στη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων, αξίζει αναφοράς το γεγονός πως η πρώτη και δημοφιλέστερη ιστοσελίδα καταχώρισης, εύρεσης και ενοικίασης καταλυμάτων είναι αυτή της Airbnb, η οποία ιδρύθηκε το 2008 στις Η.Π.Α. Ως προς τη δυναμική του φαινομένου, ενδεικτικά αναφέρεται πως, βάσει στοιχείων του 2018, μέσω της Airbnb διατίθεντο προς μίσθωση 5 εκατομμύρια ακίνητα σε 91 χώρες και 81.000 πόλεις παγκοσμίως.
Η ανάπτυξη της βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων αυξάνει τον αριθμό των επισκεπτών-ταξιδιωτών σε έναν προορισμό, λόγω αύξησης των διαθεσίμων κλινών και των προσιτών τιμών ενοικίασης. Επίσης, αυξάνει τις επενδύσεις για εκμετάλλευση ακινήτων και δημιουργεί συμπληρωματικά εισοδήματα για ιδιώτες/νοικοκυριά. Ενώ ταυτόχρονα, τα οικονομικά οφέλη από την παρουσία των επισκεπτών διαχέονται στην κοινωνία με δικαιότερο τρόπο έναντι εναλλακτικών επιλογών.
Η βραχυχρόνια μίσθωση δείχνει να ταιριάζει περισσότερο στους μεμονωμένους ταξιδιώτες και στους ψηφιακούς νομάδες ενώ συγχρόνως «κουμπώνει» και με τον τουρισμό πόλης (citybreak). Συνιστά οικονομική λύση για επισκέπτες με χαμηλό budget και ιδανική επιλογή για οικογένειες και για παρέες, παρέχει την ευκαιρία να βιώσει κανείς μια αυθεντική εμπειρία, διαμένοντας σε μια γειτονιά και ζώντας την καθημερινότητα των κατοίκων της, ενώ παράλληλα, ανταποκρίνεται στην απαίτηση για ιδιωτικότητα.
Όμως, υπάρχει και η αρνητική πλευρά του φαινομένου. Η συνεπαγόμενη των ψηφιακών πλατφόρμων βραχυχρόνιας μίσθωσης ύπαρξη πολλών και φθηνών καταλυμάτων, θεωρείται ένας σημαντικός παράγοντες της έκτασης και της έντασης που έχει λάβει το φαινόμενο του «Υπερτουρισμού» σε πλήθος ευρωπαϊκές πόλεις, στις οποίες αναπτύσσονται κοινωνικά κινήματα, οι διαδηλώσεις των μόνιμων κατοίκων κλιμακώνονται και οι αρχές πασχίζουν να περιορίσουν το πρόβλημα. Ταυτόχρονα, σημαντική επίπτωση αποτελεί και η υποβάθμιση της εμπειρίας των ίδιων των επισκεπτών, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της τουριστικής ανάπτυξης των προορισμών που χαρακτηρίζονται από το φαινόμενο. Ο Υπερτουρισμός συνιστά «εχθρό» της αυθεντικής εμπειρίας που όπως καταδεικνύει πλήθος ερευνών είναι βασικό κριτήριο επιλογής προορισμού από ολοένα και περισσότερους ταξιδιώτες.
Άρρηκτα συνυφασμένο με το φαινόμενο της βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι και το κοινωνικοοικονομικό φαινόμενο του εξευγενισμού (gentrification), που, από πολεοδομική σκοπιά, συνίσταται στην αγορά και ανακαίνιση κατοικιών και καταστημάτων σε υποβαθμισμένες αστικές γειτονιές, που βαθμιαία οδηγούν στην αναβάθμισή τους, στην επακόλουθη αύξηση της αξίας των ακινήτων και των ενοικίων και τελικά στον εκτοπισμό μονίμων κατοίκων. Ο εξευγενισμός, σύμφωνα με τον καθηγητή Πάνο Δραγώνα «αλλάζει τη σύσταση της κοινωνίας και ανατρέπει την κοινωνική ισορροπία».
Είναι γεγονός, πως στις κοινωνικές επιπτώσεις της βραχυχρόνιας μίσθωσης συμπεριλαμβάνεται συχνά ο αποκλεισμός των μόνιμων κατοίκων από τη στέγαση είτε λόγω έλλειψης κατοικιών είτε ιδιαίτερα αυξημένων ενοικίων και η αναγκαστική μετεγκατάστασή τους σε περιοχές εκτός του κέντρου ή και εκτός της πόλης. Το πρόβλημα γίνεται εντονότερο στις πόλεις που αντιμετωπίζουν έτσι και αλλιώς στεγαστικό πρόβλημα όπως και σε αυτές που δέχονται υπέρμετρα αυξημένες ροές ταξιδιωτών. Στις επιπτώσεις συμπεριλαμβάνονται επίσης, ο συνωστισμός, ο θόρυβος και η αλλοίωση της φυσιογνωμίας ολόκληρων γειτονιών. Οι αρνητικές επιπτώσεις οδηγούν ενίοτε στην ανάπτυξη ενός αξιοσημείωτου κοινωνικού φαινομένου, αυτού της «τουρισμοφοβίας».
Πριν την εμφάνιση της πανδημίας, όταν δηλαδή το φαινόμενο αποκτούσε εκρηκτικές διαστάσεις, οι δημοτικές αρχές αρκετών πόλεων έλαβαν μέτρα και επέβαλλαν περιορισμούς. Οι περιορισμοί αφορούσαν είτε τον αριθμό των ακινήτων που κάθε ιδιοκτήτης μπορούσε να διαθέσει προς μίσθωση είτε τον μέγιστο αριθμό ημερών ετησίως βραχυχρόνιας μίσθωσης ενός ακινήτου. Στην κατεύθυνση αυτή, στο Βερολίνο οι ημέρες περιορίστηκαν στις 90 ετησίως. Το 2019 στη Βαρκελώνη αναστάλθηκαν όλες οι νέες άδειες βραχυχρόνιας μίσθωσης που είχαν παραχωρηθεί το προηγούμενο έτος. Συγχρόνως, το Άμστερνταμ, η Βαλένθια, η Βαρκελώνη, οι Βρυξέλες, το Βερολίνο, η Βιέννη, η Κρακοβία, το Μόναχο, το Μπορντό και το Παρίσι έστειλαν επιστολή στην Ε.Ε. ζητώντας τη λήψη μέτρων και τον περιορισμό των ψηφιακών πλατφόρμων βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Στην Ελλάδα, το φαινόμενο αναπτύχθηκε με ταχύτατους ρυθμούς λίγα χρόνια πριν την πανδημία. Πολλές καταχωρήσεις στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης παρατηρούνται κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα και σε αρκετά νησιά ενώ σε αρκετές των περιπτώσεων οι αρνητικές συνέπειες του φαινομένου υφίστανται ήδη. Αξιοσημείωτο είναι, ότι ενώ στις περισσότερες χώρες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα, αναλαμβάνει δράση η τοπική αυτοδιοίκηση, στη χώρα μας τα μέτρα λαμβάνονται σε κεντρικό επίπεδο. Παρά τις σχετικές νομοθετικές προβλέψεις, σε ελέγχους των αρμοδίων αρχών ανακαλύπτονται, κατά καιρούς, αρκετά μη καταχωρισμένα στο Μητρώο Βραχυχρόνιας Μίσθωσης ακίνητα και τα αντίστοιχα αδήλωτα εισοδήματα. Η δυσκολία ελέγχου ευνοεί επίσης και την ύπαρξη αδήλωτης (μαύρης) εργασίας αλλά και τη φοροδιαφυγή από κρατήσεις εκτός πλατφόρμας, στο πλαίσιο της διαπροσωπικής επαφής που αναπτύσσεται μεταξύ ιδιοκτήτη και πελάτη μετά την πρώτη «επίσημη» συνεργασία τους.
Η εκρηκτική ανάπτυξη του φαινομένου προσέλκυσε το επενδυτικό ενδιαφέρον και τα δεδομένα στην αγορά άλλαξαν άρδην. Έλληνες και ξένοι επενδυτές αγοράζουν και διαχειρίζονται ή μεταπωλούν, εν είδει επενδυτικού προϊόντος, μεγάλο αριθμό ακινήτων, ολόκληρες πολυκατοικίες μετατρέπονται σε διαμερίσματα βραχυχρόνιας μίσθωσης ενώ ακόμα και ξενοδοχειακοί όμιλοι εισχωρούν στην αγορά, λειτουργώντας παράλληλα με τα συμβατικά ξενοδοχεία και συγκροτήματα επιπλωμένων διαμερισμάτων.
Η όλη κατάσταση έχει δημιουργήσει εντάσεις με πολλούς εμπλεκόμενους και σε πολλά επίπεδα. Μόνιμοι κάτοικοι, αναπληρωτές καθηγητές και δάσκαλοι, ιατροί, φοιτητές και εργαζόμενοι περιστασιακά στον τουριστικό τομέα που δεν βρίσκουν στέγη ή που πρέπει να πληρώσουν υπέρογκα ποσά για ενοίκιο αλλά και κάτοικοι που διαταράσσεται η καθημερινότητά τους εναντίον επισκεπτών και κατά παντός υπευθύνου, στη λογική «θέλουμε την πόλη μας ή την γειτονιά μας πίσω», ιδιοκτήτες διαμερισμάτων σε πολυκατοικίες εναντίον ιδιοκτητών που διέθεσαν τα ακίνητά τους για βραχυχρόνια μίσθωση, ξενοδόχοι και ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων εναντίον των ιδιοκτητών «παραξενοδοχείων» που λειτουργούν υπό το μανδύα της βραχυχρόνιας μίσθωσης.
Είναι προφανές πως το πρόβλημα είναι πολυδιάστατο και πολύπλοκο, έγκειται σε μεγάλο βαθμό στην υπερμεγέθυνση του φαινομένου, στον μεγάλο αριθμό ακινήτων που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση και στη χωρική τους συγκέντρωση, στον εκφυλισμό σε πρακτικό επίπεδο της φιλοσοφίας της οικονομίας του διαμοιρασμού, στην ουσιαστική απουσία αποτελεσματικών ρυθμιστικών κανόνων, στη δυσκολία ελέγχων, στην έλλειψη αξιολόγησης από θεσμούς της πολιτείας και στην αμηχανία της τοπικής αυτοδιοίκησης να αναλάβει τις ευθύνες της.
Πρόβλημα για δυνατούς λύτες. Με την κεντρική διοίκηση αλλά και την αυτοδιοίκηση να καλούνται άμεσα να δώσουν λύσεις. Λύσεις στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού, της αποφυγής της υπερμεγέθυνσης και της χωρικής συγκέντρωσης, της ανάπτυξης πλέγματος προτύπων και προδιαγραφών αλλά και μηχανισμών ελέγχου, της αξιολόγησης από αρμόδιους φορείς, της ένταξης της βραχυχρόνιας μίσθωσης στην αρμοδιότητα του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού (Ε.Ο.Τ.). Η θέσπιση μέτρων και περιορισμών πρέπει να γίνει με γνώμονα την οριοθέτηση του φαινομένου εντός λελογισμένου πλαισίου ανάπτυξης αλλά και με εξατομικευμένη ανά τόπο προσέγγιση, βάσει της Τουριστικής Φέρουσας Ικανότητάς του. Στόχος πρέπει να είναι η εύρεση εκείνου του σημείου ισορροπίας που να προκαλούνται μόνο οι θετικές συνέπειες του φαινομένου. Και αυτή πραγματικά είναι η πρόκληση!