Γράφει ο Γιώργος Δημητρούλιας
Εκδότης «το Αντίδοτο»,
τέως δημοτικός σύμβουλος Καλαμάτας
«Το κατεστημένο προστάτευε τον εαυτό του, αλλά όχι τους πολίτες της χώρας μας. Οι νίκες τους δεν ήταν νίκες σας, οι θρίαμβοί τους δεν ήταν θρίαμβοί σας. Και ενώ αυτοί γιόρταζαν στην πρωτεύουσα του έθνους μας, υπήρχαν ελάχιστοι λόγοι εορτασμού για τις οικογένειες που δοκιμάζονται σε κάθε γωνιά της χώρας μας. Όλο αυτό θα αλλάξει εδώ και τώρα. […]
Η σημερινή τελετή, όμως, έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι σήμερα δεν μεταφέρουμε την εξουσία από τη μια κυβέρνηση σε μια άλλη ή από το ένα κόμμα στο άλλο, αλλά μεταφέρουμε την εξουσία από την Ουάσιγκτον και τη δίνουμε πίσω σε σας, στον αμερικάνικο λαό. (…) Η 20ή Ιανουαρίου του 2017 θα μείνει χαραγμένη στην μνήμη ως η ημέρα που ο λαός έγινε και πάλι κυρίαρχος αυτής της χώρας».
Αποσπάσματα από την ομιλία ορκωμοσίας του Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου 2017.
Ο Τραμπ μπορεί να θεωρηθεί οτιδήποτε άλλο πέρα από καθεστωτικός και δεν έμοιαζε με κανέναν από τους υπόλοιπούς υποψηφίους, καθώς όλοι ήταν έμπειροι πολιτικοί. Δεν αποτελεί απλώς μια απόρριψη της αποτυχημένης σημερινής πολιτικής, αλλά και μια τομή με το προηγούμενο σύστημα των ΗΠΑ. Πράγματι μπορεί να εμφανίστηκε ως υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων, αλλά βρίσκεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση με όλα σχεδόν τα κορυφαία στελέχη του κόμματος και στην διάρκεια των δύο προεκλογικών εκστρατειών επωφελήθηκε περισσότερο από τις ομοιότητες μεταξύ Δημοκρατικού και Ρεπουμπλικανικού κόμματος, των δύο διεφθαρμένων τμημάτων του πολιτικού κατεστημένου που ελέγχεται από τις τράπεζες. Μια διαμαρτυρία κατά του συστήματος της Ουάσιγκτον που κοιτούσε πως να γεμίσει τις δικές της τσέπες και δεν έδινε δεκάρα τσακιστή για τον μέσο Αμερικανό.
Μια εξέγερση ενάντια στην νεοφιλελεύθερη Παγκοσμιοποίηση.
Η 25ετή σκληρή νεοφιλελεύθερη Παγκοσμιοποίηση είχε ως αποτέλεσμα τον εξωπορισμό και την αποβιομηχάνιση που ροκάνισαν σιγά σιγά τον παραδοσιακό τρόπο ζωής ενός μεγάλου τμήματος της εργατικής τάξης και των μεσαίων στρωμάτων της Αμερικής. Η διογκούμενη οικονομία δανεισμού κρατούσε την εργατική τάξη της Δύσης πάνω από το όριο της φτώχειας για μια σειρά ετών, αλλά το 2008 η φούσκα έσκασε, και ξαφνικά οι οικογένειες της εργατικής τάξης έπρεπε να κάνουν τρεις και τέσσερις δουλειές για να επιβιώσουν ή να πάρουν διαδοχικά δάνεια για να έχουν μια στέγη πάνω από το κεφάλι τους και να προσφέρουν στα παιδιά τους την ευκαιρία να μορφωθούν.
Η άρχουσα τάξη συνέχισε σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Οι αντιπρόσωποι της υφιστάμενης άρχουσας τάξης ήταν ανήμποροι να δουν κατάφατσα το πρόβλημα λόγω της πολιτικής τους ατζέντας. Είχαμε παγκόσμια και τοπική έκρηξη της ανισότητας, και όλο και περισσότεροι εργάτες μαζί με επαγγελματίες της μεσαίας τάξης εξοβελίστηκαν από την αγορά, κάτι που οδήγησε σε μια ολοένα αυξανόμενη αναταραχή.
Προτεραιότητα ήταν η διάσωση των θεσμών εκείνων που έφεραν εξαρχής την ευθύνη για τη χρηματοπιστωτική φούσκα. Έτσι το χρήμα τυπώνεται χωρίς καμία σύνδεση με την παραγωγική του αξία. Τα ελλείμματά τους εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας και οι τράπεζες συνέχισαν σαν να μην είχε συμβεί τίποτα. Τα εθνικά κράτη είχαν αναλάβει το χρέος των τραπεζών, αφήνοντας τις χώρες ακόμη πιο χρεωμένες απ’ ότι ήταν πριν, όπως έγινε με την μνημονιακή Ελλάδα. Η συμμαχία των πολιτικών ηγετών και του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου ήρθε ξαφνικά στο φως: ο Μπιλ και η Χίλαρι Κλίντον αποτελούν προφανή παραδείγματα της συμμαχίας αυτής και οι στενές τους σχέσεις με την Goldman Sachs και την Γουόλ Στριτ αναμφίβολα λειτούργησαν αρνητικά για την Χίλαρι στα μάτια πολλών ψηφοφόρων. Οι τράπεζες διασώθηκαν ενώ πολλοί Αμερικάνοι έχασαν το σπίτι και το βιος τους.
Ο Τραμπ αντλεί από την κριτική που εξέφρασε το κίνημα “Occupy” εναντίον της Γουόλ Στριτ και κατά της νεοφιλελεύθερης οργάνωσης, αλλά της δίνει μια τελείως διαφορετική κατεύθυνση. Το όνειρο είναι ότι η οικονομική κρίση μπορεί να ξεπεραστεί οικοδομώντας μια εθνική οικονομία, την κήρυξη εμπορικών πολέμων και τον αποκλεισμό των παράνομων ξένων εργατών που μειώνουν τα μεροκάματα των Αμερικανών.
«Πρώτα η Αμερική».
Σε σημαντικές ομιλίες του ο Τραμπ μιλάει για τον λαό και το έθνος ως μια πνευματική κοινότητα που διακρίνεται από το κράτος, ακόμα και από τον πληθυσμό που κανονικά θεωρείται ότι συγκροτεί την χώρα.
Αναφέρεται στον «λαό» ως ένα ενιαίο υποκείμενο, στον λαό ως ένα σώμα. Υπό αυτήν την έννοια η «Αμερική» περιλαμβάνει κάτι παραπάνω από τα υλικά σώματα τα οποία βρίσκονται εντός των ΗΠΑ. Ο Τραμπ οικοδομεί μια συμβολική και πνευματική κοινότητα η οποία υπερβαίνει τα ίδια τα άτομα που παρίστανται την στιγμή αυτή στην χώρα. Πρόκειται για μια μυστικιστική εθνική κοινότητα που συνδέεται με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ως κράτος, ως γεωγραφική και εδαφική οντότητα, αλλά και διακρίνεται από αυτές και από το σύνολο των ανθρώπων που ζουν εκεί σήμερα. Η «Αμερική» είναι κάτι παραπάνω από τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ είναι απλώς ένα κράτος, ενώ η «Αμερική» είναι μια πνευματική οντότητα, μια αποστολή, ένα πεπρωμένο. Αυτό είναι κάτι που η Ουάσιγκτον και η πολιτική ελίτ δεν κατανοούν.
Αυτή η «Αμερική» έχει ισοπεδωθεί από τις συντονισμένες ενέργειες των τοπικών ελίτ και των ξένων δυνάμεων, συμπεριλαμβανομένων και διεθνών θεσμών, χωρών όπως το Μεξικό και η Κίνα, και θρησκειών όπως το Ισλάμ. Έχουν συνεργαστεί για να φέρουν την καταστροφή στο μεγάλο Αμερικανικό έθνος. Ο Τραμπ είναι ταγμένος στην αντιστροφή αυτής της εξέλιξης. Ενώνει τον Αμερικανικό λαό ξανακάνοντας την Αμερική σπουδαία.
Το πολιτικό του πρόγραμμα στοχεύει στην δημιουργία μιας νέας πνευματικής κοινότητας ή στην ανάκτηση μιας χαμένης πρωταρχικής κοινότητας που έχει καταστραφεί. Το έθνος είναι μια απόλυτη ηθική τάξη που πρέπει να παραχθεί στην πράξη. Πράγματι, πρέπει να παραχθεί ως αμυντική επιχείρηση κατά την οποία η εθνική κοινότητα παγιώνεται.
Θα τελειώσω σταχυολογώντας κάποιες φράσεις όπως τις θέτει ο ίδιος ο Τραμπ: «Θα ακολουθήσουμε δύο απλούς κανόνες. Αγοράστε αμερικανικά και προσλάβετε Αμερικανούς». «Ο πλούτος της μεσαίας τάξης αποσπάστηκε από τα σπίτια της και ανακατευθύνθηκε ανά τον κόσμο». «Μια νέα εθνική υπερηφάνεια θα ξεσηκώνει την ψυχή μας, θα ορθώνει το βλέμμα μας και θα συμφιλιώνει τις διαφορές μας». «Θεμέλιος λίθος της πολιτικής μας θα είναι η απόλυτη πίστη στην Αμερική».