Η κυβέρνηση παραπαίει και οι διεργασίες για τη μετά Μητσοτάκη εποχή βρίσκονται σε εξέλιξη. Οι πρώτες δειλές διαφοροποιήσεις στελεχών έχουν ήδη καταγραφεί.
Μετά τα τραγικά γεγονότα των Τεμπών η κυβέρνηση βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. Ο πρωθυπουργός και το επιτελείο του προσπαθούν να μεταφέρουν τις τεράστιες ευθύνες που έχουν αλλού. Επιχειρούν να βρουν εξιλαστήρια θύματα στους υπουργούς, στους υπαλλήλους της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, σε κρατικούς λειτουργούς, ακόμη και στην αντιπολίτευση. Καθημερινά, βεβαίως, αποδεικνύεται ότι οι αρμόδιοι γνώριζαν για τις εγκληματικές ελλείψεις και ότι ο σιδηρόδρομος νοσούσε βαριά, ιδιαίτερα τα τέσσερα τελευταία χρόνια. Ο κ. Μητσοτάκης, άραγε, δεν είχε ακούσει τίποτα;
Ο πρωθυπουργός της χώρας, αντί να αναλάβει με γενναιότητα τις ευθύνες του και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, προσπαθεί να σώσει τον εαυτό του. Στην αρχή είπε πως έφταιγε ο μηχανοδηγός. Μετά από λίγες μέρες, κάτω από την πίεση των γεγονότων, ζήτησε μισή συγγνώμη. Αφού δεν του βγήκε ούτε αυτό, διαμοίρασε τις ευθύνες σε όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Κανείς δεν απάντησε, ωστόσο, ποιος έκανε κουρελόχαρτα τα τηλεγραφήματα των μηχανοδηγών, οι οποίοι επισήμαναν κατ’ επανάληψη την απουσία φωτοσήμανσης. Ουδείς μπήκε στον κόπο να ενημερώσει τους πολίτες γιατί τέσσερα χρόνια δεν προχώρησε η σηματοδότηση, την οποία η κυβέρνηση της Ν.Δ. παρέλαβε ολοκληρωμένη σε ποσοστό 68%.
Κατά τα άλλα, μια «ανεξάρτητη» επιτροπή θα ψάξει να βρει ποιοι ευθύνονται για το δυστύχημα στα Τέμπη. Μέλος της ήταν και ο πρώην πρόεδρος της ΤΡΑΙΝΟΣΕ, ο οποίος παραιτήθηκε μετά τις αντιδράσεις και έτσι δε θα διερευνήσει τυχόν ευθύνες που έχει ο ίδιος!!! Ο διορισμός του, όμως, ήταν ενδεικτικός των προθέσεων του κ. Μητσοτάκη να ελέγξει την επιτροπή και το πόρισμα, στο οποίο θα καταλήξει, και να βγει ο ίδιος καθαρός. Αν πραγματικά, εντούτοις, ο πρωθυπουργός ήθελε να βρεθεί η αλήθεια, θα ζητούσε από τα κοινοβουλευτικά κόμματα να του υποδείξουν από έναν ειδικό, για να στελεχώσει την επιτροπή. Έτσι, δε θα είχε κανείς να του προσάψει ότι θα προσπαθήσει να κουκουλώσει την υπόθεση.
Η κυβέρνηση, λοιπόν, παραπαίει και οι διεργασίες για τη μετά Μητσοτάκη εποχή βρίσκονται σε εξέλιξη. Οι πρώτες δειλές διαφοροποιήσεις στελεχών έχουν ήδη καταγραφεί. Ο κ. Πέτσας, πρώην κυβερνητικός εκπρόσωπος, σε αντίθεση με τον πρωθυπουργό, δήλωσε ότι δε φταίνε όλοι για την τραγωδία των Τεμπών. Μια σειρά από στελέχη ζητούν να μην είναι υποψήφιος ο τέως υπουργός Υποδομών και Μεταφορών. Ο κ. Δένδιας σιωπά επιδεικτικά. Ο λαλίστατος δελφίνος κ. Γεωργιάδης, στην προσπάθειά του να ανοίξει περπατησιά, μάλλον την πάτησε, αφού έκανε την κορυφαία δήλωση προκλητικότητας. Είπε ότι, αν ο κ. Καραμανλής φανέρωνε ότι έχουν πρόβλημα ασφαλείας τα τρένα, δε θα έμπαινε άνθρωπος!!!
Είναι προφανές ότι την κυβέρνηση δε θα τη σώσουν ούτε η παραίτηση του κ. Καραμανλή, ούτε η μετάθεση της ημερομηνίας των εκλογών, ούτε οι αποζημιώσεις για θύματα και επιβάτες, οι οποίες στηρίχτηκαν στη λαϊκιστική λογική «πάρτε όλοι από κάτι». Τα Τέμπη δεν αποτελούν θυσία, όπως, θα βόλευε τον κ. Μητσοτάκη, ούτε πρόκειται να ξεχαστούν, και ας μην το ελπίζει ο πρωθυπουργός, όποτε και αν γίνουν οι εκλογές. Οι μεγάλες διαδηλώσεις και οι αντιδράσεις του κόσμου αποδεικνύουν ότι το ποτήρι ξεχείλισε και η ανοχή προς την κυβέρνηση έλαβε τέλος. Αναμένεται πολύ σύντομα να πάει στο σπίτι του ένας πρωθυπουργός που δεν είχε ποτέ τα προσόντα να γίνει ηγέτης, που κρύβεται πίσω από τις ευθύνες του, δεν ήξερε για τις υποκλοπές, δεν είχε ακούσει για τα μεγάλα προβλήματα που είχε ο σιδηρόδρομος και για πολλά άλλα.
Δικαίωση για τους νεκρούς θα είναι η τιμωρία των υπευθύνων, όσο ψηλά και αν βρίσκονται, και η καταψήφιση της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, οι οποίοι με τις εγκληματικές τους παραλείψεις έστειλαν στον τάφο πενήντα επτά ψυχές, στην πλειοψηφία τους νέα παιδιά, και έδωσαν το μήνυμα στον κόσμο ότι η χώρα είναι το απόλυτο μπάχαλο. Τις τελευταίες μέρες της παντοδυναμίας του ο κ. Μητσοτάκης ας ακούσει τον Αισχύλο που προειδοποιεί στο έργο του «Επτά επί Θήβας» όσους αρνούνται να δουν την πραγματικότητα και ας αντιληφθεί ποιο είναι το πολιτικό του μέλλον: «Και τί; μην τάχα ο ναύτης, αν από την πρύμνα στην πλώρη τρέξει, θα βρει τρόπο να γλιτώσει, όταν τα κύματα δαμάσουν το καράβι;».
* Ο Γιάννης Ανδρουλιδάκης είναι εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας