Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ
Εκπαιδευτικού στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας
Η πανδημία και οι συνέπειες της μονοπώλησαν το ενδιαφέρον των ΜΜΕ το διάστημα που πέρασε με αποτέλεσμα άλλες ειδήσεις να μπουν στο περιθώριο. Μια από αυτές, πολύ σοβαρή κατά τη γνώμη μου, ήταν η εισαγωγική τοποθέτηση του πρωθυπουργού στην τηλεδιάσκεψη που είχε με τους πρυτάνεις. Τόσο η δήλωση όσο και οι αντιδράσεις που αυτή προκάλεσε πολύ λίγο προβλήθηκαν. Αξίζει όμως να θυμηθούμε τι ειπώθηκε.
Ο κ. Μητσοτάκης μιλώντας στους πρυτάνεις με αφορμή την απαράδεκτη και πέρα για πέρα καταδικαστέα συμπεριφορά ομάδας κουκουλοφόρων, οι οποίοι επιτέθηκαν και διαπόμπευσαν τον πρύτανη της ΑΣΟΕΕ είπε πολλά. Τόνισε ότι μετά την τιμωρία της Χρυσής Αυγής έχει έρθει η ώρα να αντιμετωπίσει την άλλη όψη του παρακράτους, αυτού που αυτή τη φορά έχει αριστερό προσωπείο. Μίλησε για φασισμό τον οποίο θα τελειώσει, ο οποίος αν και αλλάζει χρώματα και φορά άλλον ιδεολογικό μανδύα, έχει την ίδια ουσία. Τέλος, επισήμανε ότι δε θα φοβηθεί αυτούς τους εκφραστές του παρακράτους, ότι θα αναμετρηθεί μαζί τους και τελικά θα τους νικήσει. Ο πρωθυπουργός, δηλαδή, μίλησε για φασισμό και παρακράτος που δεν προέρχεται από το χώρο της Χρυσής Αυγής, αλλά από την αριστερά. Νωρίτερα μάλιστα ο κ. Άδωνις Γεωργιάδης σε ρόλο λαγού μας προετοίμασε μιλώντας για κόκκινη Χρυσή Αυγή!!
Η δήλωση του κ. Μητσοτάκη, προάγγελος διχαστικού κλίματος, έρχεται να ικανοποιήσει την ακροδεξιά πτέρυγα του κόμματος του που, πιθανώς, να δυσαρεστήθηκε από τις εξελίξεις στην υπόθεση της Χρυσής Αυγής. Πέρα, όμως, από αυτό χαρακτηρίζεται ως επικίνδυνη, γιατί είναι απολύτως ανιστόρητη και προσπαθεί να επαναφέρει με τον πιο προκλητικό τρόπο τη θεωρία των δύο άκρων ταυτίζοντας τους ναζιστές με την αριστερά. Είναι η στιγμή να θυμίσουμε στον πρωθυπουργό και σε όσους υιοθετούν τέτοιες απόψεις ότι η κουκούλα και το παρακράτος σχετίζονται με τον δικό τους χώρο και όχι με την αριστερά, η οποία παρά τα λάθη της δε χρειάζεται προσωπεία, γιατί, όπως αποδεικνύεται από την ιστορική της διαδρομή, ό,τι έχει να πει, το δηλώνει πάντοτε φωναχτά και με παρρησία, χωρίς καλυμμένα πρόσωπα, στο φως του ήλιου.
Δεν ανήκαν στην αριστερά οι καταδότες των Γερμανών, οι οποίοι με κουκούλες υποδείκνυαν στην Γκεστάπο τους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης για να τους εκτελέσουν. Ούτε είχε σχέση με το παρακράτος των κομματικών και ιδεολογικών προγόνων της ΝΔ (Ελληνικός Συναγερμός, ΕΡΕ κλπ), το οποίο σκότωσε τον στρατηγό Σαράφη, σκηνοθέτησε τον πνιγμό του Μανδηλαρά, τραυμάτισε θανάσιμα τον Λαμπράκη, έριξε νεκρό τον Πέτρουλα κ.α. Ούτε με το περίεργο “δυστύχημα” του Αλέκου Παναγούλη, το οποίο συνέβη επί της δικής της διακυβέρνησης το 1977, λίγες μέρες πριν να αποκαλύψει τις σχέσεις που είχαν πολιτικοί του συντηρητικού χώρου με τη χούντα, ούτε με τη δολοφονία του καθηγητή Τεμπονέρα το 1991, που έγινε από μέλη της ΟΝΝΕΔ.
Επιπλέον, το αστυνομικό μεταπολιτευτικό κράτος ήταν εκείνο που σκότωσε εν ψυχρώ τον Κουμή και την Κανελλοπούλου, τον Καλτεζά και τον Γρηγορόπουλο. Αυτό που ονειρεύεται να δυναμώσει και να επιβάλλει ακόμη περισσότερο ο κ. Μητσοτάκης. Το ίδιο κράτος που συνεργάζεται άριστα με το παρακράτος των σύγχρονων κουκουλοφόρων για να διαλύει πορείες και συγκεντρώσεις και να χτυπά όποιον τολμά να σηκώσει κεφάλι. Υπάρχουν στοιχεία που δείχνουν κουκουλοφόρους να κατεβαίνουν από τις κλούβες των ΜΑΤ ή να πετούν μολότοφ μπροστά στα μάτια της αστυνομίας και να μη συλλαμβάνεται ούτε ένας, κ. πρωθυπουργέ.
Όποιος μιλάει, λοιπόν, για εκφραστές του παρακράτους και κουκούλες στον χώρο της αριστεράς θα έπρεπε να είναι πολύ προσεκτικός. Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι αυτό ήταν ένα λεκτικό ατόπημα του κ. Μητσοτάκη, ωστόσο, ο σχεδιασμός που έχει κάνει και η τακτική που θέλει να ακολουθήσει οδηγούν στο συμπέρασμα πως ό,τι δήλωσε ήταν συνειδητή επιλογή και αυτό ακριβώς είναι , επαναλαμβάνω, επικίνδυνο. Θέλει να συκοφαντήσει και στη συνέχεια να χτυπήσει την αριστερά, τη μόνη δύναμη που θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στις πολιτικές του επιλογές. Γι’ αυτό θα δούμε και άλλα επεισόδια προσεχώς.