Του Χρήστου Αναστασόπουλου
Οικονομολόγου, MSc
Δημοτικού Συμβούλου
Δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί, όπως η Βενετία, η Βαρκελώνη και το Άμστερνταμ, δέχονται απίστευτες πιέσεις από την ανεξέλεγκτη ροή επισκεπτών, έχοντας καταστεί πλέον «θύματα» της επιτυχίας τους. Οι μόνιμοι κάτοικοι διαμαρτύρονται, κοινωνικά κινήματα αναπτύσσονται, οι διαδηλώσεις εναντίον του «Υπερτουρισμού», της αρνητικής αυτής εξέλιξης του μαζικού τουρισμού, κλιμακώνονται ενώ οι αρχές πασχίζουν να περιορίσουν το πρόβλημα. Το φαινόμενο μπορεί να αφορά μια πόλη, μια περιοχή, ένα αξιοθέατο ή ένα μνημείο. Η έκταση που έχει λάβει τα τελευταία χρόνια οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους, στη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων και στην ανάπτυξη του Τουρισμού Κρουαζιέρας.
Στις περιβαλλοντικές επιπτώσεις που προκαλεί συγκαταλέγονται η υπερβολική χρήση των φυσικών πόρων, η κατακόρυφη και πολλές φορές μη διαχειρίσιμη αύξηση των απορριμμάτων, η αύξηση της δόμησης εις βάρος του φυσικού περιβάλλοντος και η διατάραξη των οικοσυστημάτων των πληττόμενων περιοχών. Ενώ, μεταξύ των κοινωνικών επιπτώσεων συμπεριλαμβάνονται η δυσκολία εύρεσης μόνιμης κατοικίας, οι σημαντικές αυξήσεις στα ενοίκια και στις τιμές αγαθών και υπηρεσιών, ο συνωστισμός, ο θόρυβος και η αλλοίωση ολόκληρων γειτονιών. Απόρροια των επιπτώσεων αυτών αποτελεί η ανάπτυξη ενός αξιοσημείωτου κοινωνικού φαινομένου, αυτού της «τουρισμοφοβίας». Ταυτόχρονα, σημαντική επίπτωση αποτελεί και η υποβάθμιση της εμπειρίας των ίδιων των επισκεπτών, η οποία θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα της τουριστικής ανάπτυξης των προορισμών που χαρακτηρίζονται από το φαινόμενο. Ο Υπερτουρισμός συνιστά «εχθρό» της αυθεντικής εμπειρίας που όπως καταδεικνύει πλήθος ερευνών είναι βασικό κριτήριο επιλογής προορισμού από ολοένα και περισσότερους ταξιδιώτες.
Σε σχετική έκθεση της Επιτροπής Μεταφορών και Τουρισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (TRAN Committee) αναδεικνύονται τα προβλήματα του κορεσμού δεκάδων τουριστικών προορισμών της Ευρώπης και της αλλοτρίωσης του χαρακτήρα και του κοινωνικού ιστού τους από την χωρίς έλεγχο ροή δεκάδων χιλιάδων επισκεπτών. Για το θέμα αυτό ο Γ.Γ. του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού Ζουράμπ Πολολικασβίλι δήλωσε το 2018: «Η διακυβέρνηση είναι το κλειδί. Η αντιμετώπιση των προκλήσεων που αντιμετωπίζει σήμερα ο αστικός τουρισμός είναι ένα πολύπλοκο ζήτημα, χρειάζεται να δημιουργήσουμε έναν βιώσιμο οδικό χάρτη για τον αστικό τουρισμό και να θέσουμε τον τουρισμό στην ευρύτερη αστική ατζέντα».
Στη Βενετία οι αρχές προβαίνουν σε μέτρα ελέγχου της ροής των επισκεπτών, όπως η χρέωση των ημερήσιων εκδρομέων και ο περιορισμός των κρουαζιερόπλοιων, και εφαρμόζουν πολιτικές που αποσκοπούν στην αύξηση των μόνιμων κατοίκων. Επισημαίνεται, πως το 2021 εκφράστηκε η πρόταση συμπερίληψης της πόλης στη λίστα των επαπειλούμενων πόλεων Παγκόσμιας Κληρονομιάς της Unesco. Ο Δήμος της Βαρκελώνης απαγόρευσε το 2017 την κατασκευή ή τη λειτουργία νέων ξενοδοχείων στο κέντρο της πόλης. Στο Παρίσι, το Μουσείο του Λούβρου παρέμεινε κλειστό τον Μάιο του 2021, λόγω απεργίας του προσωπικού του εξαιτίας της πρωτοφανούς αύξησης των επισκεπτών. Στο Άμστερνταμ, οι αρχές περιορίζουν τις ημέρες ενοικίασης σπιτιών μέσω της βραχυχρόνιας μίσθωσης σε 60 το χρόνο ενώ ενδεικτική της κατάστασης που επικρατεί είναι η εκστρατεία «Enjoy and Respect». Το πρόβλημα αφορά και προορισμούς της χώρας μας, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τη Σαντορίνη, όπου η κατάσταση χαρακτηρίζεται αφόρητη ιδιαίτερα λόγω της αύξησης των κρουαζιερόπλοιων που προσεγγίζουν το νησί, με τους επιβάτες που το επισκέπτονται να ξεπερνούν τις 2.000 ημερησίως ενώ φτάνουν μέχρι και τους 18.000 σε περίοδο αιχμής. Ταυτόχρονα, οι διανυκτερεύσεις στο νησί εκτοξεύτηκαν μεταξύ των ετών 2012 και 2017 από 3,3 σε 5,5 εκατομμύρια.
Είναι πρόδηλο από τα παραπάνω, πως για την αποφυγή εμφάνισης ή την αντιμετώπιση του φαινομένου του Υπερτουρισμού σε έναν προορισμό, καθοριστικής σημασίας στοιχεία συνιστούν: α) ο στρατηγικός τρόπος σκέψης και δράσης που, υπό προϋποθέσεις, διασφαλίζεται με τη σύσταση ενός Οργανισμού Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμού (DMMO), β) η οριοθέτηση της τουριστικής ανάπτυξης βάσει της Τουριστικής Φέρουσας Ικανότητας και γ) η διαμόρφωση κατάλληλης κουλτούρας με την απόκτηση τουριστικής συνείδησης τόσο από τους ιθύνοντες, τους επαγγελματίες και τους μόνιμους κατοίκους όσο και, στην ιδανική περίπτωση, από τους ίδιους τους επισκέπτες.