Του ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΣΤΑΥΡΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ
Μαθηματικού – MSc Ηθ. Φιλοσοφίας
Ο Αντρέας Παπανδρέου μετά την μεταπολίτευση μίλησε πρώτος για αξιοκρατία. Έκανε όμως λάθος που παρέδωσε την διαχείρισή της στους συνδικαλιστές. Αυτοί στη συνέχεια λειτούργησαν συντεχνιακά εφαρμόζοντας τον συνδικαλισμό κάθετα και όχι οριζόντια που είναι το σωστό. Με αποτέλεσμα ο κάθε κλάδος να διεκδικεί κατά το δοκούν παραβλέποντας τα συνολικά συμφέροντα των εργαζομένων. Έτσι οδηγηθήκαμε σε εργασιακές συμβάσεις και αποδοχές μη αξιοκρατικές. Εργαζόμενοι με ίδια προσόντα και παρόμοιες εργασιακές συνθήκες να έχουν δυσανάλογες αποδοχές καθώς και εργαζόμενοι με υποδεέστερα προσόντα να αμείβοντα περισσότερο. Οι απεργίες, διεκδικήσεις και αγωνιστικές πορείες των εργαζομένων βίωναν επί σειρά ετών μετά την μεταπολίτευση μια εικονική πραγματικότητα. Έτσι φθάσαμε στην απαξίωση του συνδικαλισμού και στην μη συμμετοχή των εργαζομένων στις κινητοποιήσεις με αποτέλεσμα την ελαχιστοποίηση των ποσοστών των απεργιών. Έτσι λοιπόν οδηγηθήκαμε σε αυτό που λέγεται «50 άνθρωποι» κάνουν πορεία στο κέντρο της Αθήνας και δημιουργούν κυκλοφοριακή συμφόρηση. Πολλές φορές συνέβαινε στις πορείες των απεργιακών κινητοποιήσεων να παρεισφρήσουν διάφορες ομάδες ατόμων καταστρέφοντας περιουσίες αθώων ανθρώπων. Στο «νόμισμα πορεία» βλέπουμε μόνο την μία πλευρά που αναγράφεται η διεκδίκηση καλό είναι να βλέπουμε και την άλλη πλευρά που αναγράφεται το αποτέλεσμα. Εκτιμώ ότι μέχρι σήμερα στις διεκδικήσεις δεν έλαβε σοβαρά την αξιοκρατία ο συνδικαλισμός.
Η ανάγκη αποτελεσματικότητας αλλά και συνοχής της κοινωνίας επιβάλλει συντονισμό και διοίκηση. Σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία ισχύει από παλιά ο νόμος της επικράτησης των ισχυρότερων. Έτσι κάποιοι (οι λίγοι) διοικούν και άλλοι (οι πολλοί) διοικούνται. Και για να έχει ευστάθεια αυτή η διάκριση θεσπίζονται νόμοι και παραχωρούνται στους διοικούμενους διάφορες εγγυήσεις, όπως η ασφάλεια, το επίπεδο διαβίωσης, η δικαιοσύνη, το κοινωνικό κράτος, τα εργασιακά δικαιώματα κλπ. Όμως, αυτός ο διαχωρισμός, επισωρεύει με τον καιρό στρεβλώσεις και αδικίες. Έτσι λοιπόν τα συμφέροντα της κάθε κοινωνικής τάξης γίνονται “ιδεολογία”, ως μέσο κοινής έκφρασης αλλά και καθοδήγησης των μελών της.
Ένα σύγχρονο κράτος δικαίου οφείλει να δημιουργεί συνθήκες ασφάλειας για τον πολίτη με σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα και τις ελευθερίες του. Όμως η ελπίδα δεν πέφτει από τον ουρανό. Καλλιεργείται από μια αγωνιστική διάθεση, από μια ορθολογική αντίληψη της ζωής. Η ελπίδα ανήκει σε όσους αγωνίζονται συστηματικά και μεθοδικά για να δημιουργήσουν το μέλλον τους όπως αυτοί θέλουν και όχι όπως το έχουν ετοιμάσει οι «άλλοι» εξυπηρετώντας το δικό τους συμφέρον. Γνώση και αγώνας, δημιουργικότητα και ορθολογισμός είναι συστατικά στοιχεία για κάθε κοινωνική πρόοδο. Αυτή την σκέψη πρέπει σπερματικά να την έχουμε μέσα στο μυαλό μας και να μην την ανακαλύπτουμε ξαφνικά κάποια στιγμή.
Το κράτος παραδοσιακά λειτουργεί ταυτόχρονα ως «πλοηγός» και ως «κωπηλάτης», συνθέτοντας ένα εξαιρετικά σύνθετο μόρφωμα, που παραμένει περίπλοκο υπό την επίδραση αλλεπάλληλων νομοθετικών ρυθμίσεων, ταξικών συμφερόντων και κομματικών επιδιώξεων. Οι όποιες μεταρρυθμίσεις γίνονται, αν τις επιτρέπει ο συνδικαλισμός και έχουν ως στόχο να μετατρέψουν το κράτος από «πλοηγό» σε «κωπηλάτη» και αντιστρόφως.
Στις κρατικές δημόσιες υπηρεσίες, πρέπει να υπάρχουν συστήματα μέτρησης της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητας. Στη χώρα μας, η μέτρηση και η αξιολόγηση της απόδοσης δεν υφίσταται.
Ο συνδικαλισμός, αλλά κυρίως το κομματικό σύστημα, όπως έχει δομηθεί σ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, αποτελεί ένα σύστημα κλειστών ακροατηρίων, με την ανάπτυξη των μηχανισμών ως βασικών εργαλείων της σύστασής τους και με μοναδικό σκοπό την ανέλιξη των στελεχών τους σε διοικητικές θέσεις. Αυτό συνέβαινε και συνεχίζει να συμβαίνει και δεν βοηθά να συμβεί η επανίδρυση ούτε στο κράτος, αλλά ούτε και στην κοινωνία.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι η αριστερή ιδεολογία πάντα είναι ενδιαφέρουσα, πάντα έχει την αξία της. Οι ιδεολογίες είναι κοινωνικές κατασκευές προκειμένου να οριοθετήσουν κινητοποιήσεις, βάζοντας διεκδικητικό πρόσημο στην κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξή μας.
Ο χώρος της αριστεράς υπήρξε πάντα υπέρμετρα διεκδικητικός, αγνοώντας τον κρατικό υπερδανεισμό. Ποτέ δεν τον κατήγγειλε ούτε αυτόν αλλά ούτε και την κρατική σπατάλη. Πάντα η αριστερή φωνή ήταν αρωγός στην οποιαδήποτε διεκδίκηση ακόμα και αν αυτή ήταν υπερβολική ή παράλογη. Έτσι αναπτύχθηκε ο λαϊκισμός που άδειασε τον εργαζόμενο από υποχρεώσεις.
Η αριστερή σκέψη σίγουρα έχει φαντασία και παράγει ιδεολογία. Αν θέλει όμως να μην οδηγηθεί σε φθίνουσα οριακή χρησιμότητα, θα πρέπει οι άνθρωποι που κινούνται στο χώρο της ευρύτερης αριστεράς να προσανατολίσουν την πυξίδα τους κατά τέτοιον τρόπο ώστε να αποτυπώνουν σωστά την πραγματικότητα λέγοντας τα σύκα-σύκα και την σκάφη-σκάφη.
Πολλές φορές ξεθωριάζει η αντίληψη ότι το αριστερό είναι και καλό. Αυτό γίνεται πιο ορατό όταν το αριστερό γίνει εξουσία.
Τελικά κάποιοι «ελλαδέμποροι» και «πλασιέδες» σωτηρίας χρησιμοποιούν τη Δημοκρατία όπως ο μεθυσμένος το φανοστάτη: «όχι για να φωτίσουν το δρόμο τους, αλλά για δεκανίκι που θα στηρίξει τα σαθρά τους επιχειρήματα». Θέλουν μια Δημοκρατία στην οποία να «ξακρίζει» ο καθένας όπως τον βολεύει;
Το ερώτημα που τίθεται είναι: Μπορεί να μετασχηματιστεί το όλο κομματικό εποικοδόμημα, να αναιρέσει συστατικά του στοιχεία, να αντιστοιχηθεί στις κοινωνικές διεργασίες και εξελίξεις και να οδηγήσει τη χώρα μέσα από μια νέα αντίληψη διακυβέρνησης, στην οποία θα κυριαρχεί η συναίνεση, η σύνθεση των απόψεων αλλά και η ουσιαστικοποίηση του πολιτικού λόγου και της πολιτικής πράξης ;Μπορεί να επικρατήσει μια κοινωνική συμφιλίωση;
ΕΡΩΤ. 1 Αν πληγεί μια μεσαία επιχείρηση, αν, δηλαδή, κλείσει κάτω από την πίεση των συνδικαλιστών που δέχονται οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, αυτό είναι ταξική νίκη;
ΕΡΩΤ. 2 Όταν κάποιοι διαδηλωτές καταστρέφουν την περιουσία αθώων ανθρώπων, τότε η αντίδραση τους φτάνει άμεσα σε αυτόν που καταγγέλλουν;
ΥΓ. 1 Η Δημοκρατία μας αυτοκαταστρέφεται, διότι κατεχράσθη το δικαίωμα της ελευθερίας και της ισότητας, διότι έμαθε τους πολίτες να θεωρούν την αυθάδεια ως δικαίωμα, την παρανομία ως ελευθερία, την αναίδεια του λόγου ως ισότητα και την αναρχία ως ευδαιμονία.
«ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ»