Γράφει ο Γιώργος Δημητρούλιας
Εκδότης «το Αντίδοτο»,
τ. δημοτικός σύμβουλος Καλαμάτας
Το ποίημα του Καβάφη με τον τίτλο «Ας Φρόντιζαν» είναι γραμμένο το 1930, αλλά όποιος το διαβάσει θα νομίσει ότι είναι γραμμένο εχθές.
Όπως γράφει στην εισαγωγή του καινούριου συλλογικού βιβλίου «WOKE, Η καθολική αποδόμηση: έθνος – φύλο – φυλή» από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις: «Είναι προφανές πως το ελληνικό έθνος, που απειλείται άμεσα με ιστορική έκλειψη καθώς διαθέτει μικρά και συρρικνούμενα μεγέθη, δημογραφικά και οικονομικά, πλήττεται περισσότερο από μια ιδεολογία ακύρωσης της πολιτιστικής κληρονομιάς, διότι αυτή αποτελεί τη σημαντικότερη συμβολή της στον ευρωπαϊκό και παγκόσμιο πολιτισμό. Και όμως, οι «πολυπολιτισμικοί» αποδομητικοί χώροι, κυρίαρχοι στα ΜΜΕ και τα πανεπιστήμια, συζητούν συχνότερα των εναλλακτικών σεξουαλικών επιλογών από το δημογραφικό ζήτημα. Καθόλου τυχαία, άλλωστε, αφού ο «μέγας ιεροεξεταστής» έχει ήδη αποφανθεί ότι η συζήτηση αυτή κλείνει το μάτι σε αντιλήψεις «εθνικής ευγονικής» (!), ή επαναφέρει από την πίσω πόρτα τον εγκλωβισμό των γυναικών στον ρόλο της μητρότητας. Έτσι η επισήμανση της δημογραφικής κρίσης καταλήγει τελικώς να χρησιμοποιείται ως ένα ακόμη επιχείρημα για την αποδοχή της μαζικής μετανάστευσης, καθώς η «μεγάλη αντικατάσταση» εμφανίζεται ως η πιο πολιτικά ορθή απάντηση στην πληθυσμιακή συρρίκνωση. Εδώ άλλωστε οι δικοί μας «αφυπνισμένοι» συναντούν τους Ευρωπαίους και Αμερικανούς ομολόγους τους».
Πώς φθάσαμε μέχρι εδώ; Μας το λέει ο Καβάφης βουτώντας στην ιστορία του Αυτοκρατορικού Ελληνισμού, την οποία γνωρίζει άριστα. Η αναλυτική εξήγηση του ποιήματος «Ας Φρόντιζαν» είναι απαραίτητη.
Κατήντησα σχεδόν ἀνέστιος καί πένης.
Αὐτή ἡ μοιραία πόλις, ἡ Αντιόχεια
όλα τά χρήματα μου τά ‘φαγε:
αυτή ἡ μοιραία μέ τόν δαπανηρό της βίο.
Η πλοκή του ποιήματος εκτυλίσσεται στην Αντιόχεια, ήταν η πρωτεύουσα του αρχαίου κράτους της Συρίας και ιδρύθηκε από το στρατηγό του Μεγάλου Αλεξάνδρου Σέλευκο Α’ το Νικάτορα στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ. προς τιμήν του πατέρα του Αντίοχου. Το ποίημα δίνεται σε πρώτο πρόσωπο από τον σκόπιμα ανώνυμο ήρωα, ο οποίος αναφέρει το σε πόσο δεινή θέση έχει βρεθεί, αφού είναι πια σχεδόν άστεγος και φτωχός. Προέκυψε, ωστόσο από δική του απερισκεψία, μιας και παρασύρθηκε από τα θέλγητρα της Αντιόχειας.
Ἀλλά εἶμαι νέος καί μέ ὑγείαν ἀρίστην.
Κάτοχος τῆς ἑλληνικής θαυμάσιος
(ξέρω και παραξέρω Ἀριστοτέλη, Πλάτωνα∙
τί ρήτορας, τί ποιητάς, τί ὅ,τι κι ἄν πεῖς).
Όπως αναφέρει ο Κων/νος Μάντης: «Ο Καβάφης σκιαγραφεί με ειρωνικό τρόπο τον ήρωά του, παρουσιάζοντάς τον αλαζονικό και θρασύ, προκειμένου να τονίσει τον ηθικό ξεπεσμό των ανθρώπων της εποχής. Ο νεαρός αυτός, έστω κι αν όντως γνωρίζει το έργο του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, δεν έχει, ωστόσο, αποκομίσει κανένα ουσιαστικό όφελος από τα διδάγματα των φιλοσόφων αυτών, εφόσον ο ίδιος είναι επηρμένος και χωρίς κανένα ίχνος αυτοελέγχου. Ενώ, οι λαϊκές εκφράσεις που χρησιμοποιεί φανερώνουν εν γένει έναν άνθρωπο ελλιπώς καλλιεργημένο».
Ἀπό στρατιωτικά ἔχω μιάν ἰδέα,
κ’ ἔχω φιλίες μέ ἀρχηγούς τῶν μισθοφόρων.
Εἶμαι μπασμένος καμπόσο καί στά διοικητικά.
Στην Ἀλεξάνδρεια ἔμεινα ἕξι μήνες, πέρσι∙
κάπως γνωρίζω (κ’ εἶναι τοῦτο χρήσιμον) τά ἐκεῖ:
τοῦ Κακεργέτη βλέψεις καί παληανθρωπιές, καί τά λοιπά.
«Τα προσόντα πάντως του ήρωα δεν περιορίζονται στη νεότητά του και στην καλή γνώση της ελληνικής γλώσσας. Έχει, επίσης, «μια ιδέα» από στρατιωτικά κι έχει γνωριμίες στον κύκλο των μισθοφόρων γνωριμίες, δηλαδή, με ανθρώπους που είναι πρόθυμοι να πολεμήσουν στο πλευρό εκείνου που τους δίνει τα περισσότερα χρήματα, χωρίς να ενδιαφέρονται για το ηθικό ή όχι των προθέσεών του, όπως κατά μία έννοια λειτουργεί και ο νεαρός. Σε ό,τι αφορά τα διοικητικά, που είναι το επόμενο προσόν του, δηλώνει πως είναι «καμπόσο μπασμένος», αφού πέρσι είχε την ευκαιρία να μείνει για έξι μήνες στην Αλεξάνδρεια και γνώρισε τις επιδιώξεις και τις παλιανθρωπιές του Πτολεμαίου Η’. Έχει, άρα, μια κάποια γνώση του πώς οι κρατούντες επιτυγχάνουν τους στόχους τους και του πόσο αδιάφοροι είναι απέναντι σε ζητήματα ηθικής και δικαιοσύνης. Τίποτε, άλλωστε, δεν μπορεί να θεωρηθεί για εκείνους σημαντικότερο ή «ιερότερο» από το να επιβάλουν τη θέλησή τους».
Κακεργέτης: Προσωνύμιο του Πτολεμαίου Η’ Ευεργέτη Β’ (182-116 π.Χ.) της Αιγύπτου. Ο Κακεργέτης (ή αλλιώς ο Φύσκων) ήταν ο όγδοος Φαραώ της δυναστείας των Πτολεμαίων (15ος και τελευταίος ήταν ο Καισαρίωνας, ο γιος της Κλεοπάτρας της Ζ’). Πήρε την εξουσία μετά το θάνατο του αδερφού του Πτολεμαίου Στ’ ενώ, παράλληλα, παντρεύτηκε τη χήρα του Πτολεμαίου Στ’, και αδερφή τους, Κλεοπάτρα Β’ και δολοφόνησε τον ανιψιό του. Στη συνέχεια παντρεύτηκε και τη μια από τις δύο κόρες της Κλεοπάτρας Β’ την Κλεοπάτρα Γ’, που ήταν παράλληλα και ανιψιά του. Όταν η Κλεοπάτρα Β’ το 131 π.Χ. ξεκίνησε επανάσταση εναντίον του συζύγου και αδερφού της, εκείνος σκότωσε το γιό τους Πτολεμαίο Μεμφίτη, που ήταν τότε δεκατεσσάρων ετών, τον τεμάχισε και της έστειλε τα κομμάτια του σα δώρο γενεθλίων. Η Κλεοπάτρα Β’ παρόλα αυτά το 124 π.Χ. επέστρεψε στον Πτολεμαίο Η’ κι έμεινε κοντά του μέχρι το θάνατό του το 116 π.Χ.
Ὅθεν φρονῶ πώς εἶμαι στά γεμάτα
ἐνδεδειγμένος γιά νά ὑπηρετήσω αὐτήν τήν χώρα,
τήν προσφιλῆ πατρίδα μου Συρία.
«Με βάση, λοιπόν, το πλήθος των ικανοτήτων και γνώσεών του, ο νεαρός πιστεύει πως είναι «στα γεμάτα» κατάλληλος για να υπηρετήσει αυτή τη χώρα· την αγαπημένη του, δηλαδή, πατρίδα, τη Συρία. Ο στόχος του, άλλωστε, να υπηρετήσει τη χώρα του, ταυτίζεται στη δική του σκέψη με το να διασφαλίσει κάποια καλοπληρωμένη κρατική θέση επιδίωξη που φαίνεται να εξυπηρετεί πρωτίστως το δικό του συμφέρον».
Σ’ ὅ,τι δουλειά μέ βάλουν θά πασχίσω
νά εἶμαι στήν χώρα ὠφέλιμος. Αὐτή εἶν’ ἡ πρόθεσίς μου.
Ἄν πάλι μ’ ἐμποδίσουνε μέ τά συστήματά τους –
τούς ξέρουμε τούς προκομένους: νά τά λέμε τώρα;
ἄν μ’ ἐμποδίσουνε, τί φταίω ἐγώ.
«Ο νεαρός αυτός, με τις τόσες γνώσεις και ικανότητες, που θα μπορούσε να φανεί εξαιρετικά χρήσιμος στην πατρίδα του, γνωρίζει πως ίσως δεν κατορθώσει τελικά να επιτύχει το στόχο του -να αποκατασταθεί, δηλαδή, σε κάποια κρατική θέση-, κι αυτό όχι γιατί ο ίδιος δεν είναι αξιόλογος και με καλές προθέσεις, αλλά λόγω της τακτικής που ακολουθούν οι κρατούντες. Αναφέρεται -προφανώς- στην τάση όσων βρίσκονται στην εξουσία να προσφέρουν θέσεις εργασίας στους «δικούς» τους ανθρώπους δεν το επεξηγεί, ωστόσο, εφόσον θεωρεί πως είναι κάτι που το γνωρίζουν όλοι».
Θ’ ἀπευθυνθῶ πρός τόν Ζαβίνα πρῶτα,
κι ἄν ὁ μωρός αὐτός δέν μ’ ἐκτιμήσει,
θά πάγω στόν ἀντίπαλό του, τον Γρυπό.
Κι ἄν ὁ ἠλίθιος κι αὐτός δέν μέ προσλάβει,
πηγαίνω παρευθύς στόν ‘Υρκανό.
«Ο νεαρός σκοπεύει να απευθυνθεί κατά σειρά και στους τρεις ισχυρούς άνδρες της εποχής του, χωρίς να έχει, ωστόσο, καμία απολύτως εκτίμηση για κανέναν τους. Με πλήρη αδιαφορία για το ήθος τους, τις προθέσεις και τις τακτικές τους, ο νεαρός σκοπεύει να προσφέρει τις υπηρεσίες του και στους τρεις. Ό,τι προέχει, άλλωστε, για τον νεαρό ήρωα είναι το να εξασφαλίσει τον εαυτό του κι όχι το να προσφέρει κάποια σημαντική υπηρεσία στην πατρίδα του, όπως ο ίδιος ισχυρίζεται».
Ζαβίνας: Ο Αλέξανδρος Β’ Ζαβίνας (Ζαβίνας σημαίνει αυτός που αγοράστηκε) υποστηρίχτηκε από τον Πτολεμαίο Η’ τον Κακεργέτη, ως δήθεν γιος του Αλέξανδρου Α’ Βάλα (ηγεμόνα της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών από το 150 έως το 146 π.Χ.), για να διεκδικήσει την εξουσία της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών εις βάρος του Δημητρίου Β’ του Νικάτορα. Η διαμάχη που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στην Κλεοπάτρα Β’ και το σύζυγο –και αδερφό- της Πτολεμαίο Η’ είχε αντίκτυπο και στη Συρία, καθώς ο Δημήτριος ο Νικάτωρ πήρε το μέρος της Κλεοπάτρας αφού είχε παντρευτεί την κόρη της την Κλεοπάτρα τη Θεά (που βασίλευε στη Συρία κατά τη διάρκεια των εμφύλιων διαμαχών), ενώ ο Ζαβίνας είχε την υποστήριξη του Πτολεμαίου Η’ (του Κακεργέτη). Ο Ζαβίνας κατόρθωσε να κυβερνήσει κάποιες περιοχές της Συρίας από το 128 π.Χ. μέχρι το 123 π.Χ. οπότε και εκτελέστηκε. Ο Ζαβίνας μάλιστα ηττήθηκε από τον Αντίοχο Η΄ το Γρυπό, το γιο του Δημητρίου Β’ του Νικάτορα.
Γρυπός: Ο Αντίοχος Η’ ο Γρυπός (αυτός δηλαδή που έχει γαμψή μύτη) υπήρξε ηγεμόνας της Αυτοκρατορίας των Σελευκιδών από το 125 π.Χ. έως το 96 π.Χ. ήταν γιος του Δημήτριου Β’ του Νικάτορα και της Κλεοπάτρας της Θεάς, την οποία ανάγκασε να πιει το δηλητηριασμένο κρασί που πήγε να του προσφέρει για να τον σκοτώσει. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κλεοπάτρα η Θεά υπήρξε κατά σειρά σύζυγος των: Αλέξανδρου Α΄ Βάλα, Δημητρίου Β’ Νικάτορος και Αντίοχου Ζ’ Σιδήτη. Υπήρξε βασίλισσα της Συρίας για μια τριακονταετία και στα τελευταία της χρόνια δολοφόνησε το γιο της Σέλευκο και αποπειράθηκε να δηλητηριάσει και τον γιο της Αντίοχο Η’, ο οποίος και την ανάγκασε να πάρει η ίδια το δηλητήριο που προόριζε για εκείνον.
Υρκανός: Ο Ιωάννης Υρκανός Α’ (135-104 π.Χ.) υπήρξε θρησκευτικός και πολιτικός επικεφαλής των Ιουδαίων, αν και ηττήθηκε από τον Αντίοζο Ζ’ το Σιδήτη, συνεργάστηκε με τον Αλέξανδρο Α’ Ζαβίνα και κατόρθωσε να πάρει τον έλεγχο αρκετών περιοχών της Συρίας.
Κ’ εἶν’ ἡ συνείδησίς μου ἥσυχη
γιά τό ἀψήφιστο τῆς ἐκλογῆς.
Βλάπτουν κ’ οἱ τρεῖς τους τήν Συρία τό ἴδιο.
«Ο νεαρός έχει πλήρη επίγνωση πως η προθυμία του να συνεργαστεί με οποιονδήποτε από τους τρεις -έστω κι αν η ανηθικότητά τους είναι προφανής- αποτελεί ένδειξη πλήρους επιπολαιότητας, αλλά δεν τον πτοεί αυτό. Είναι, άλλωστε, έτοιμος να δικαιολογήσει τον εαυτό του· βλάπτουν κι οι τρεις τους τη Συρία το ίδιο, οπότε ελάχιστη σημασία έχει το για ποιον θα δουλέψει!»
Ἀλλά, κατεστραμμένος ἄνθρωπος, τί φταίω ἐγώ.
Ζητῶ ὁ ταλαίπωρος να μπαλωθῶ.
Ἀς φρόντιζαν οἱ κραταιοί θεοί
να δημιουργούσαν ἕναν τέταρτο καλό.
Μετά χαρᾶς θά πήγαινα μ’ αὐτόν.
«Αν ήθελαν οι ισχυροί θεοί ας είχαν φροντίσει να δημιουργήσουν έναν τέταρτο διεκδικητή της εξουσίας που να ήταν καλός, κι εκείνος θα πήγαινε μετά χαράς μ’ αυτόν. Φταίνε, λοιπόν, οι θεοί που δεν μερίμνησαν να υπάρχει μια ακόμη επιλογή, ένας καλός ηγέτης, ώστε να έχουν κι οι πολίτες κάποιον σωστό να διαλέξουν!».
Το ποίημα «Ας Φρόντιζαν» είναι ίσως το καλύτερο πολιτικό ποίημα του Καβάφη, στο οποίο μας δείχνει με μοναδικό τρόπο το πώς η διαφθορά των ηγετών περνά στους πολίτες και τους οδηγεί σε μια γενική αδιαφορία απέναντι των μεγάλων και ουσιαστικών προβλημάτων του Έθνους τους. Ο νεαρός από την Αντιόχεια ζει με τις απολαύσεις που έχει η πρωτεύουσα και τώρα αναζητεί εναγωνίως μια θέση στον κρατικό μηχανισμό, ώστε να εξασφαλίσει τα απαραίτητα χρήματα για να συνεχίσει τις διασκεδάσεις. Ο Καβάφης έχει επιλέξει μια περίοδο παρακμής, όπως η σημερινή, που οι ηγέτες της Συρίας τότε ενδιαφέρονται μόνο για το πώς θα κατακτήσουν την εξουσία και οι πολίτες ασχολούνται μόνο πώς θα βολευτούν οι ίδιοι, αδιαφορώντας για την Πατρίδα τους.