ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΕΝΤΡΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΙΣΠΑΝΙΑ.
Στην συνάντηση παρουσιάστηκε η μέχρι τώρα πορεία του προγράμματος από όλους τους εταίρους, αναδείχθηκαν τα προβλήματα που ανέκυψαν και συζητήθηκαν τρόποι αντιμετώπισής τους. Η συντονίστρια εταιρεία “Εύξεινη Πόλη” καθοδήγησε τους εταίρους από όλες τις χώρες σε θέματα διαχείρισης του προγράμματος και περιέγραψε τις επόμενες δράσεις που θα γίνουν στα πλαίσια προώθησής του.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Προκόπης Μαγιάτης εκ μέρους της Φαρμακευτικής Σχολής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, ως εταίρος, παρουσίασε τα μέχρι στιγμής ενθαρρυντικά αποτελέσματα των ελαιολάδων που στάλθηκαν για ανάλυση κατά την ελαιοπαραγωγική περίοδο 2017-2018. Συγκεκριμένα, ελαιόλαδα από την Περιφέρεια Πελοποννήσου που στάλθηκαν για ανάλυση μέσω του προγράμματος, βρίσκονταν εντός των ορίων του ισχυρισμού υγείας, όπως προβλέπεται σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό κανονισμό 432/2012, σε ποσοστό που άγγιζε το 74% των δειγμάτων.
Στη συνέχεια, παρουσιάστηκαν από τους εταίρους, επόμενες δράσεις σχετικά με την εκπαίδευση στα μέλη του προγράμματος Aristoil, με την δημιουργία ομάδας παραγωγών υγειοπροστατευτικού ελαιολάδου, με την μεταφορά τεχνογνωσίας προς όλους τους ενδιαφερόμενους και τέλος, με την δημιουργία κέντρων πιστοποίησης του υγειοπροστατευτικού ελαιολάδου σε Ελλάδα και Ισπανία.
Μετά το πέρας της συνεδρίασης της πρώτης ημέρας, έγινε ξενάγηση όλων των εταίρων του προγράμματος σε δύο πρότυπους ελαιώνες υπέρπυκνης φύτευσης στον Δήμο Αθηένου, την οποία ακολούθησε συνάντηση με τον δήμαρχο Αθηένου Κυριάκο Καρεκλά στο Δημαρχείο.
“Διαρκής στόχος της Περιφέρειας Πελοποννήσου είναι η ανάδειξη του πρωτογενούς τομέα ως μοχλού οικονομικής ανάπτυξής της”, αναφέρεται σε ανακοίνωση της περιφέρειας, στην οποία προστίθενται τα εξής: “Αυτόν τον στόχο επιτελεί και η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα Aristoil που σκοπό έχει την ανάπτυξη και εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων παραγωγής και ελέγχου της ποιότητας του ελαιολάδου σχετικά με τις ευεργετικές ιδιότητες στην ανθρώπινη υγεία. Μέσω αυτού θα πετύχουμε την ενίσχυση της τιμής του ελαιολάδου και κατ’ επέκταση και την ενίσχυση του εισοδήματος των ελαιοπαραγωγών”.