Του Θεόδωρου Σταυριανόπουλου
MSc Ηθ. Φιλοσοφίας – Μαθηματικού
Το ερώτημα τι εστί μνημόνιο-αντιμνημόνιο και τι εστί μνημονιακός –αντιμνημονιακός κατά τη γνώμη μου αποτελεί μια απόπειρα συζήτησης ενός θέματος με ιστορική σημασία για τη χώρα μας. Δεν πρόκειται μόνο για την οριοθέτηση ενός αξιόλογου πολιτικού γεγονότος αλλά και το πιο σημαντικό για τον τρόπο σκέψης μας και για τον τρόπο λειτουργίας του πολιτικού και κομματικού μας συστήματος. Από την άλλη ο λαϊκισμός είναι πληγή και ίσως από τις πιο μεγάλες αντινομίες και αντιφάσεις της ιστορίας και ένα από τα πιο αδύνατα σημεία της δημοκρατίας. Το παράδοξο είναι ότι εκπηγάζει από το λαό και μάλιστα σε μεγάλη κλίμακα λειτουργεί τελικά και σε κάθε περίπτωση εις βάρος του. Ο λαϊκισμός δεν καταστρέφει απλά και μόνο την οικονομία, δεν ανακόπτει την όποια πρόοδο ενός λαού, αλλά αμαυρώνει και την κουλτούρα των ανθρώπων, τους χειραγωγεί την ελευθερία του πνεύματός των. Η οπαδοποίηση της σκέψης πίσω από μια ευχάριστη ανάγνωση των πολιτικών πραγμάτων είναι στοιχείο των αυταρχικών καθεστώτων μέσα από την επιβολή της μονόδρομης και χειραγωγημένης σκέψης αλλά και στοιχείο της δημοκρατίας μέσα από τη δημαγωγία.
Με την εφαρμογή των μνημονίων μετασχηματίστηκε η άσκηση της παραδοσιακής πολιτικής και διαφοροποιήθηκε ο παραδοσιακός κομματικός άξονας «συντήρησης – προόδου», «αριστεράς –δεξιάς» ανάλογα με την θέση των κομμάτων στο θέμα αυτό. Κάποιοι είναι με το μνημόνιο και άλλοι με το αντιμνημόνιο. Το μνημόνιο τελικά τι είναι, είναι ένα γεγονός που μπορεί να αρθεί με εκλογές ή με το να φέρουμε ένα κόμμα δήθεν αντιμνημονιακό στην εξουσία ή με το να αλλάξουμε την ονομασία του; Τα μνημόνια περιλαμβάνουν δύο κύριες όψεις, τον αναγκαστικό δανεισμό της χώρας μας αφενός και την εξαρτημένη και περιοριστική οικονομική πολιτική της αφετέρου.
Πέρα από όλα αυτά το πρόβλημά μας είναι πολύ πιο σοβαρό από όσο φαίνεται και δεν αφορά μόνο το μνημόνιο και τα όσα συμβαίνουν στη χώρας μας. Είναι πρόβλημα της σκέψης μας και του τρόπου ενός λαού για το πώς μπορεί να σχεδιάσει το μέλλον του. Αν γι’ αυτόν πραγματικότητα είναι η δική του υποκειμενική σύλληψη της πραγματικότητας, τότε πώς θα συνεννοηθεί με τους άλλους; Ή μήπως θα πρέπει να κατασκευάσουμε και μια ηθική, που θα στηρίζεται στις μεσαιωνικές απόψεις, περί αδικίας μας από τους άλλους, περί ιμπεριαλισμού, περί λεηλασίας μας εκ μέρους του χρηματιστηριακού κεφαλαίου κλπ;
Κατά τη γνώμη μου, θα έπρεπε στην πολιτική μας συμπεριφορά να λαμβάνουμε υπόψη μας όχι μόνο την ιδεολογία των κομμάτων και την προαγωγή των δικών μας και των ευρύτερων κοινωνικών συμφερόντων, όπως εμείς τα αξιολογούμε, αλλά και το αν συμφύρεται μαζί τους και η όποια μορφή δημαγωγίας. Υπάρχει μια επιμέρους διαφοροποίηση μεταξύ λαϊκισμού της δεξιάς και εκείνου της αριστεράς. Η μεν δεξιά έχει στο βαθύ πυρήνα της δημαγωγικής της αναφοράς την έννοια της πατρίδας, η δε αριστερά έχει αντίστοιχα την έννοια της κοινωνίας και του λαού. Λαϊκισμός σημαίνει πλήρης απουσία της πολιτικής και του ορθολογισμού και σε οδηγεί σε μια σωτηριολογική εκδοχή απόλυτα ανύπαρκτη και γι’ αυτό ο λαός γίνεται έρμαιο μιας κατάστασης δημαγωγίας που του λεηλατεί κάθε πραγματική και κοινωνική αξία.
Το ρεύμα της κοινωνίας ήταν πάντα «αντιμνημονιακό» αλλά χωρίς νόημα και αξία, αφού ήταν μια απλή επινόηση. Διότι πού είναι λοιπόν σήμερα το περιβόητο αντιμνημονιακό στρατόπεδο; Πουθενά, γιατί ποτέ δεν υπήρξε! Ήταν μια δημαγωγική επινόηση των κομμάτων. Την ώρα που η «αντιμνημονιακή κυβέρνηση» ΣΥ.ΡΙΖ.Α. – ΑΝ.ΕΛ. υπέγραφε την παράταση του Μνημονίου, στο Σύνταγμα και σε κάποιες άλλες πλατείες οι ψηφοφόροι τους διαδήλωναν για την επιτυχία της κυβέρνησης κατά του Μνημονίου! Αυτό πρέπει να είναι μοναδικό ιστορικό και πολιτικό φαινόμενο πλήρους σύγχυσης και ιδεολογικής ανοησίας που συνέβη ποτέ!
Τρία είναι τα ουσιώδη ζητήματα που πρέπει να αποτελέσουν τη βάση για την άσκηση μιας πολιτικής υπέρβασης της κρίσης.
- Η Ελλάδα να βρίσκεται εντός της ευρωζώνης
- Να σταματήσουν οι ψευτομαγκιές εκείνων που επιμένουν να είναι κατασκηνωμένοι εντός του ανύπαρκτου «αντιμνημονιακού» στρατοπέδου.
- Η δημιουργία κυβέρνησης εθνικής συνεργασίας, για να ενισχυθεί η διαπραγματευτική δυνατότητα της χώρας και για να επιτευχθεί η μέγιστη δυνατή κοινωνική συναίνεση.
Υ.Γ. Τελευταία στα γραφόμενά μου έχω σταθεί αρκετά στο λαϊκισμό διότι θεωρώ ότι έχει μέγιστη ευθύνη για το ότι έχει συμβεί στη χώρα μας.