Η κατάσταση στην οικονομία, τα ελληνοτουρκικά και κυρίως οι αποκαλύψεις στο τεράστιο ζήτημα των υποκλοπών θα καθορίσουν τον χρόνο των εκλογών. Η κυβέρνηση ασφαλώς και επιθυμεί να γίνουν προς το τέλος της τετραετίας. Θα της το επιτρέψουν, ωστόσο, οι εξελίξεις; Ένα πράγμα θεωρείται βέβαιο, ανεξαρτήτως του χρόνου διεξαγωγής τους: ότι το αποτέλεσμά τους, όποιο και αν είναι, θα πυροδοτήσει σοβαρές αλλαγές στα κόμματα.
* Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη
Στη Ν.Δ. η ηγετική υπό τον κ. Μητσοτάκη ομάδα κάνει απελπισμένες και ανεπιτυχείς προσπάθειες να αλλάξει την ατζέντα και να φύγει από την ημερήσια διάταξη το θέμα των συνακροάσεων. Ο πρωθυπουργός υιοθετώντας τον λαϊκισμό μοιράζει επιδόματα και τάζει λαγούς με πετραχήλια σε δεξαμενές ψηφοφόρων, από τις οποίες ελπίζει να ενισχυθεί στις εκλογές. Από κοντά τα φίλια ΜΜΕ, το διαπλεκόμενο οικονομικό και πολιτικό σύστημα και οι κάθε λογής κηφήνες της εξουσίας που τον στηρίζουν. Δυστυχώς, όμως, γι’ αυτόν οι νέες αποκαλύψεις για τις παρακολουθήσεις που συνεχώς βλέπουν το φως της δημοσιότητας και οι ηχηρές διαφοροποιήσεις των κ.κ. Καραμανλή και Σαμαρά για το απόρρητο δεν τον αφήνουν να ησυχάσει. Επιπλέον, η άτακτη φυγή του κ. Μητσοτάκη από τη Βουλή, στην τελευταία συζήτηση που έγινε, φανέρωσε για μια ακόμη φορά την ενοχή του. Φημολογείται ότι όσα θα δουν το φως της δημοσιότητας το επόμενο διάστημα για τις υποκλοπές, πιθανώς, να τον οδηγήσουν σε απόφαση για πρόωρες εκλογές. Η επιλογή, αν τις χάσει, είναι μία: η παραίτηση από την ηγεσία της Ν.Δ. Οι υπόγειες διεργασίες στο κυβερνών κόμμα βρίσκονται από καιρό σε εξέλιξη και οι επίδοξοι διάδοχοι παίρνουν θέσεις μάχης.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ η κατάσταση δεν ήταν ποτέ πιο ευνοϊκή για να επιστρέψει στην κυβέρνηση. Ο κ. Μητσοτάκης βυθίζεται κάτω από το βάρος των σκανδάλων, με κορυφαίο εκείνο των υποκλοπών. Αν θεωρούν, εντούτοις, τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης ότι θα πέσει σαν ώριμο φρούτο, κινδυνεύουν να βρεθούν προ εκπλήξεων. Το σύστημα του Μαξίμου και οι υποστηρικτές του θα δώσουν λυσσαλέα τη μάχη για να παραμείνουν στην εξουσία. Θα είναι, απ’ ό,τι φαίνεται, οι πιο πολωτικές και πιο «βρόμικες» εκλογές της μεταπολίτευσης. Ο κ. Τσίπρας και τα στελέχη του έχουν έναν δρόμο: να καταθέσουν, αν έχουν επεξεργαστεί, ένα πρόγραμμα εξόδου από τη κρίση που θα ανακουφίσει τα φτωχά και τα μεσαία κοινωνικά στρώματα και να εξηγήσουν πειστικά στους πολίτες γιατί διαφέρουν από τη Ν.Δ. και τι εναλλακτικό θα κάνουν στην οικονομία, στην παιδεία, στην υγεία, στην κοινωνική πολιτική γενικότερα, σε ζητήματα διαφάνειας και δημοκρατίας, και πώς θα αντιμετωπίσουν την τουρκική προκλητικότητα. Με κραυγές, πολεμικές ιαχές και ρεβανσιστικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν κερδίζονται οι εκλογές. Επίσης, είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουν ότι το 2023 δεν είναι 2015 και ότι στις παρούσες συνθήκες το κόμμα τους πρέπει να λειτουργήσει ως παράταξη της ευρύτερης κεντροαριστεράς. Αν χαθεί αυτή η εκλογική μάχη, τότε ποια θα είναι νικηφόρα; Μια ήττα θα αποδειχθεί καταστροφική για τον ΣΥΡΙΖΑ, αφού θα αμφισβητηθεί η ηγεσία του κ. Τσίπρα και η διάσπαση του κόμματός του φαίνεται ως σοβαρό ενδεχόμενο.
Για το ΠΑΣΟΚ οι συνθήκες δεν είναι καθόλου ευοίωνες σε μια εκλογική διαδικασία με έντονα τα χαρακτηριστικά του διπολισμού. Σε αυτή τη δυσκολία συμβάλλει και η τακτική των ίσων αποστάσεων προς τη Ν.Δ. και προς τον ΣΥΡΙΖΑ στον διμέτωπο αγώνα που έχει υιοθετήσει ο κ. Ανδρουλάκης και η θολή και ακατανόητη στον πολύ κόσμο πρότασή του για σοσιαλδημοκρατική λύση. Οι μετεκλογικές συμμαχίες, στις οποίες, ίσως, να προχωρήσει το ΠΑΣΟΚ θα κρίνουν πολλά. Δύσκολα, πάντως, οι ψηφοφόροι θα συγχωρήσουν μια δεύτερη συμπόρευση με τη Ν.Δ. Βεβαίως, η ηγεσία του κ. Ανδρουλάκη δεν απειλείται. Παρ’ όλα αυτά, ένα ποσοστό κάτω από το 10% θα προκαλέσει γκρίνιες και ενδεχομένως αποχωρήσεις κάποιων δυσαρεστημένων ήδη στελεχών.
Ανάλογες εξελίξεις αναμένονται και στα υπόλοιπα κόμματα με εξαίρεση το ΚΚΕ, του οποίου τα στεγανά δεν επιτρέπουν ριζικές αλλαγές. Όπως και να έχει, λοιπόν, το πολιτικό τοπίο θα είναι διαφορετικό και ενδιαφέρον μετά τις εκλογές. Αναμένουμε.
* Εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας