Η εικόνα της Αθήνας άλλαξε σημαντικά με την πάροδο των ετών, ξεκινώντας από τη δεκαετία του 1990 έως τώρα. Και θα αλλάξει ξανά σύμφωνα με τους νέους κανονισμούς για την παροχή ασύλου. Τα τελευταία δύο χρόνια οι απορρίψεις των αιτούντων άσυλο έφτασαν σχεδόν το 90%. Είναι το αποτέλεσμα της νέας πολιτικής στρατηγικής η οποία στοχεύει να κάνει τους ανθρώπους να συνεχίσουν στα κανάλια μετανάστευσης, καθώς δε χρειάζεται πλέον να τεκμηριώσουν χώρα προέλευσης για να συνεχίσουν το ταξίδι τους σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες (Mirzay, 2020).
Μετά τη συμφωνία μεταξύ ΕΕ και Τουρκίας, η αναμονή έως την τελική συνέντευξη για το άσυλο μπορεί να διαρκέσει έως και δύο χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο ετών οι άνθρωποι συμμετέχουν σε κάποιο πρόγραμμα διαμονής και εργάζονται ημι-παράνομα για να βοηθήσουν την οικογένειά τους ή απλά ζουν με τη βοήθεια των παρεχόμενων μετρητών. Οι αιτούντες άσυλο βρίσκουν συνήθως δουλειές μέσω της δικής τους κοινότητας και καταγράφεται ότι ο διαχωρισμός ατόμων από κυρίαρχες ομάδες εμποδίζει την αφομοίωση των προσφύγων-μεταναστών. Στην έννοια του διαχωρισμού στην πόλη της Αθήνας αυτό το θέμα δείχνει μια μεγάλη παρανόηση, η οποία οφείλεται στην πολυπλοκότητα αυτού του φαινομένου. «Από το 2015 έως τώρα το κέντρο της Αθήνας αλλάζει καθημερινά και μπορεί να χαρακτηρίζεται από υποβάθμιση της ποιότητας ζωής για τους πολίτες της, παρά από διαχωρισμό. Η εισροή προσφύγων-μεταναστών τα τελευταία πέντε χρόνια αλλάζει επίσης και εμείς ως οργανισμός έπρεπε να αλλάξουμε και να μάθουμε νέους τρόπους επικοινωνίας» (Stefanopoulos, 2020).
Η ακόλουθη συζήτηση δείχνει ότι δεν υπάρχουν συγκρούσεις μεταξύ ιθαγενών και προσφύγων-μεταναστών, αλλά υπάρχουν τεράστια γλωσσικά εμπόδια. Η Voutsina (2019) στη μελέτη της έδειξε ακριβώς τις ίδιες τάσεις εθνικής ανάμειξης που έχουν αυξηθεί από το 2015, αλλά οι εντάσεις μεταξύ Ελλήνων και προσφύγων-μεταναστών είναι σπάνιες. Η έννοια της προσαρμογής στις αλλαγές είναι ο αντίκτυπος που έδειχνε κάθε ερωτώμενος. Προγράμματα που αρχικά είχαν σχεδιαστεί για ενσωμάτωση κατέληγαν μόνο στη στέγαση (Shehu, 2020). Οι νέοι κανονισμοί της ESTIA, σχετικά με τον περιορισμένο χρόνο που κάποιος μπορεί να συμμετάσχει στο πρόγραμμα αφού αναγνωριστεί ως πρόσφυγας, σχεδίασαν νέες οδηγίες στην επικοινωνία με ιδιοκτήτες και εταιρείες που διαχειρίζονται διαμερίσματα. Η λύση που πρόσφερε το ελληνικό κράτος είναι το πρόγραμμα HELIOS, αλλά δεν λειτουργεί σωστά (Hosho, 2020). Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι το πρόγραμμα HELIOS δεν μπορεί να προσφέρει διαμονή και η διάρκεια του προγράμματος είναι μόνο για έξι μήνες, όχι για 2 χρόνια. Για να αποκτήσει κάποιος άδεια κατοικίας στο πρόγραμμα και να ανοίξει τραπεζικό λογαριασμό, απαιτείται να έχει ΑΦΜ. Οι φορολογικές υπηρεσίες στα νησιά (πρώτο σημείο επαφής) δεν παρέχουν στους πρόσφυγες τον κοινωνικό αριθμό. Η νέα απόφαση της λειτουργίας των ΜΚΟ θα αλλάξει τον τρόπο λειτουργίας αυτών των οργανώσεων. Αλλά αυτή η απόφαση δεν θα επηρεάσει μεγάλες ΜΚΟ όπως το Solidarity Now. Αυτό θα οδηγήσει στην απόφαση ορισμένων ΜΚΟ να κλείσουν και να σταματήσουν να παρέχουν βοήθεια στην αναζήτηση στέγασης (Papagiannakis, 2020).
Θα είναι λάθος να υποθέσουμε ότι η ελληνική κυβέρνηση με νέους νόμους και πολιτικές επικεντρώνεται στη δημιουργία διεξόδων. Η προσπάθεια είναι να δημιουργηθεί ένα λειτουργικό νόμιμο σύστημα που να μπορεί να βοηθήσει και να αντιμετωπίσει όλους τους περιορισμούς. Δυστυχώς, για την ελληνική πραγματικότητα, αυτό το ενοποιημένο νόμιμο σύστημα είναι ένα μακροπρόθεσμο όνειρο και χρειάζεται αρκετά χρόνια για την εφαρμογή του. Μία από τις θετικές πλευρές των νέων πολιτικών ήταν η συνεργασία του κράτους με διαφορετικές κοινότητες που ακολούθησε η δημιουργία χρήσιμων εργαλείων, όπως ο πολιτιστικός μεσολαβητής. Ένα παράδειγμα δόθηκε από ένα μέλος της αφγανικής κοινότητας «Εμείς ως κοινότητα ήμασταν εκεί για να δείξουμε την προοπτική μας σχετικά με το άσυλο και προσπαθήσαμε επίσης να εισαγάγουμε την έννοια του πολιτιστικού μεσολαβητή» (Mirzay, 2020).
Τέλος, όλες οι μετρήσεις όπως οι νέοι νόμοι και οι αποφάσεις μπορούν να θεωρηθούν ως απόπειρα της κυβέρνησης να εξαλείψει την αρνητική πλευρά του διαχωρισμού (Anderson et al, 2018). Από την άλλη πλευρά, αυτοί οι νέοι κανονισμοί δημιουργούν περισσότερα προβλήματα και αυτό είναι αποτέλεσμα κυρίως της προηγούμενης αλλά και της νέας κυβέρνησης. Τα προβλήματα συνήθως σχετίζονται με την ακίνητη περιουσία, τη διαδικασία τεκμηρίωσης και την ένταξη που επιδεινώνουν τις τοπικές ανισότητες και έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην κοινωνική συνοχή.
Σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη της Dianoisis (2020) οι Έλληνες έθεσαν τους πρόσφυγες ως πιθανό πρόβλημα για την κοινωνία στην 5η θέση, μετά την ανεργία και την αύξηση της εγκληματικότητας. Επίσης, πολλοί Έλληνες συνδέουν τη λέξη πρόσφυγας με τη Συρία, το Αφγανιστάν, το Ιράκ, το Πακιστάν, την Αλγερία και το Μαρόκο. Το 95% των Ελλήνων πιστεύει ότι ο αριθμός των προσφύγων-μεταναστών είναι μεγαλύτερος από ό, τι μπορεί να χειριστεί η ελληνική κοινωνία και ότι δεν μπορούν να συνεισφέρουν ώστε η χώρα να φύγει από την οικονομική κρίση, καθώς σχεδόν το 65% πιστεύει ότι οι πρόσφυγες επηρεάζουν αρνητικά την ήδη εύθραυστη οικονομία χώρα (Dianoisis, 2020).
Αν και σχεδόν το 80% πιστεύει ότι οι πρόσφυγες δεν μπορούν να θεωρηθούν ως κατάλληλη λύση σε δημογραφικά ζητήματα, το 60% πιστεύει ότι οι πρόσφυγες μπορεί να οδηγήσουν σε αλλοίωση της ελληνικής ταυτότητας και των ελληνικών πόλεων (Dianoisis, 2020). Από την άλλη πλευρά, μόνο το 3% των προσφύγων-μεταναστών πιστεύει ότι η συμπεριφορά των ντόπιων είναι αρνητική προς αυτούς (Dianoisis, 2020).
Οι πρόσφυγες-μετανάστες φαίνεται να ενοχλούνται από το γεγονός ότι είναι δύσκολο για αυτούς να βρουν δουλειά (37,1%) και από την αρνητική αντίδραση των οικονομικών μεταναστών προς αυτούς (15,2%). Πάνω από το 80% των προσφύγων-μεταναστών δεν αισθάνονται καμία απειλή όσο βρίσκονται στην Ελλάδα, αλλά οι πρόσφυγες παρέχουν την ευαισθητοποίησή τους για τα εμπόδια στην ένταξη, με το 47,4% να πιστεύει ότι η γλώσσα είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, ακολουθούμενο από το 22,3% της έλλειψης οικονομικών πόρων και το 12,2% πιστεύουν ότι η έλλειψη πολιτιστικής πτυχής αποτελεί εμπόδιο για την ένταξη (Dianoisis, 2020). Το 90% των προσφύγων-μεταναστών δε μαθαίνει την ελληνική γλώσσα και μόνο το 34% των προσφύγων-μεταναστών μιλούν αγγλικά (AORI, 2016).
Οι στατιστικές έδειξαν ένα άλλο σημαντικό αποτέλεσμα που μπορεί να εξηγήσει την απόσταση μεταξύ των Ελλήνων και των προσφύγων-μεταναστών. Πάνω από το 80% των Ελλήνων πιστεύουν ότι οι πρόσφυγες δεν θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα (Dianoisis, 2020). Από την άλλη πλευρά, το ποσοστό των προσφύγων-μεταναστών που θέλουν να μείνουν στην ελλάδα είναι εξαιρετικά μικρό! «Άτομα που τώρα βρίσκονται στην πλατεία Βικτώρια μόλις πάρουν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα θα προσπαθήσουν σίγουρα να φύγουν από την Ελλάδα», δήλωσε ο Mirzay (2020), μέλος της αφγανικής κοινότητας που κάθε μέρα έρχεται σε επαφή με Αφγανούς πρόσφυγες. «Θέλω να φύγω» ήταν οι πρώτες λέξεις του Nur (2020), «Δεν αισθάνομαι ασφαλής εδώ στην Ελλάδα, δέχομαι απειλές από έναν άνδρα από τη χώρα καταγωγής μου και η ελληνική κοινωνία δεν μπορεί να με βοηθήσει. Ακόμα και στην αστυνομία δεν βοηθούν, καθώς δεν μου επιτίθεται, αλλά έχει απλώς λεκτικές απειλές εναντίον μου». Η Ελλάδα παραμένει ως προορισμός διέλευσης για πρόσφυγες και μετανάστες, όπου άτομα για δύο ή δύο περισσότερα χρόνια περιμένουν την απάντηση της υπηρεσίας ασύλου.
Τον τελευταίο χρόνο η ελληνική κυβέρνηση ξεκίνησε πιο «επιθετική» στρατηγική στις προσφυγικές-μεταναστευτικές πολιτικές και συμπεριέλαβε για πρώτη φορά το στοιχείο της ενσωμάτωσης σε αυτές. Από την άλλη πλευρά, η ESTIA έχασε αυτό το ολοκληρωμένο στοιχείο και ορισμένες ΜΚΟ εγκατέλειψαν το πρόγραμμα. Φαίνεται ότι η πραγματικότητα σχετικά με την ένταξη στην Ελλάδα είναι κυρίως στο ίδιο επίπεδο με την πρώτη μέρα που ξεκίνησε η εισροή προσφύγων-μεταναστών. Αυτή η τοποθέτηση της ένταξης έχει νόημα όταν ένας τεράστιος αριθμός προσφύγων-μεταναστών αντιμετωπίζει την πιθανότητα να μείνει άστεγος και καταλήγει σε πλατείες της πρωτεύουσας, όπου οι ντόπιοι θα παρατηρήσουν για άλλη μια φορά το τετράγωνό τους να αλλάζει και να χρησιμοποιείται με διαφορετικό τρόπο.
Αίσθηση προκαλεί το περιστατικό στην πλατεία Βικτώρια το οποίο ελάχιστοι γνωρίζουν. Η πλατεία Βικτώρια είναι το μέρος για το οποίο οι αιτούντες άσυλο στην Ελλάδα ενημερώθηκαν ήδη από την Τουρκία μέσω μιας τεράστιας συνομιλίας στο WhatsApp, περίπου 20.000 ατόμων, τα οποία καθοδηγούνταν πού να πάνε όταν φτάσουν στην Αθήνα (Stefanopoulos, 2020). Όπως αναφέρεται στο σχετικό έγγραφο το τετράγωνο της φωτογραφίας που βλέπετε κέρδισε τη δημοσιότητα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού των προσφύγων-μεταναστών μέσω των εικονικών συνδέσεων κινητής τηλεφωνίας (Urry, 2010).
Μην ακούσω ότι η Χρυσή Αυγή θα τα έλυνε αυτά. Όχι μόνο δεν θα έλυνε το πρόβλημα, δεν θα μπορούσε καλά καλά να αναγνώσει το πρόβλημα στο πρωτότυπο κείμενο της πηγής αυτού του άρθρου. Οι εκπρόσωποι της χρυσής αυγή ήταν ένα συνονθύλευμα ανθρώπων με περιορισμένη αντίληψη, δεν έλυσαν ούτε θα έλυναν απολύτως τίποτα. Ο κεντρώος και κεντροδεξιός χώρος πρέπει να αποκτήσει ξανά ταυτότητα και να οδηγήσει την Ελλάδα προς την ευημερία με γνώση, πληροφόρηση και επιστημονικά εφαρμοσμένες πρακτικές.
Χειλάς Θ. Παναγιώτης
Δημοτικός Σύμβουλος Καλαμάτας