Του Γ. Κατρούγκαλου, βουλευτή Μεσσηνίας και Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών
Tα τελευταία οκτώ χρόνια, ο ελληνικός λαός δοκιμάσθηκε και αντιμετώπισε τεράστιες θυσίες, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις δεν ήταν απαραίτητες, αλλά υπαγορεύθηκαν από τις ιδεοληπτικές επιλογές του ΔΝΤ. Προφανώς η χώρα είχε ανάγκη από προοδευτικές τομές και μεταρρυθμίσεις. Το παλιό πολιτικό σύστημα κατέρρευσε λόγω της διπλής ανικανότητάς του να αντιμετωπίσει την κρίση και την εγγενή παθολογία του, ιδιαίτερα τη διαπλοκή μεταξύ πολιτικών και οικονομικών ελίτ, που στρέβλωσε τόσο την αγορά μέσω της ευνοιοκρατίας όσο και τη δημοκρατία μέσω της πατρωνίας και του πελατειακού συστήματος. Πέρα από αυτό σε πολλά επίπεδα η συνταγή των δύο πρώτων προγραμμάτων προσαρμογής υπήρξε ακόμη πιο τοξική απ’ ότι η ίδια η κρίση, επαναλαμβάνοντας τις επιταγές της νεοφιλελεύθερης ορθοδοξίας χωρίς να προσεγγίζει τα βαθύτερα αίτια των αδυναμιών του χρεοκοπημένου ελληνικού πολιτικού και παραγωγικού μοντέλου. Η οριζόντια μείωση όλων των δημοσίων δαπανών -κυρίως των κοινωνικών-, η ιδιωτικοποίηση δημοσίων υπηρεσιών ανεξαρτήτως του στρατηγικού τους χαρακτήρα, η απορρύθμιση της εργασιακής αγοράς και η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων προκάλεσαν κοινωνική φτώχεια και αύξηση των ανισοτήτων χωρίς να αναζωογονήσουν την οικονομία.
Η Κυβέρνησή μας απάντησε στην κρίση υιοθετώντας γενναίες μεταρρυθμίσεις, όπως η πλήρης αναδόμηση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης, συνοδευόμενες από μέτρα προστασίας των περισσότερο ευάλωτων κοινωνικών ομάδων. Προωθούμε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο προς την κατεύθυνση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της Ελλάδας, όπως είναι η γεωγραφική της θέση ως φυσικής γέφυρας μεταξύ Ασίας, Αφρικής και Ευρώπης, η σημαντική της βιοποικιλότητα αλλά, πάνω απ’ όλα, το καταρτισμένο και μορφωμένο εργατικό της δυναμικό. Φθάνοντας στο τέλος αυτού του ηράκλειου άθλου η χώρα θα μπορεί να κοιτάξει με αισιοδοξία τα χρόνια που έρχονται. Η επιστροφή της οικονομίας σε μια ανάπτυξη βιώσιμη και κοινωνικά δίκαιη επιβεβαιώνεται από τη σταθερή βελτίωση όλων των σημαντικών δεικτών: Έχουμε συνεχή αύξηση του ΑΕΠ για τρία διαδοχικά εξάμηνα και για πρώτη φορά από το 2009, αύξηση των εξαγωγών και της βιομηχανικής παραγωγής και υπάρχει συνολικά μια ουσιαστική βελτίωση του οικονομικού κλίματος.
Ταυτόχρονα δημιουργήθηκαν 320.000 νέες θέσεις εργασίας στο πλαίσιο του στόχου καταπολέμησης της ανεργίας, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων αφορά μόνιμες θέσεις. Το ποσοστό ανεργίας, αν και παραμένει ακόμη πολύ υψηλό κοντά στο 20%, παρουσίασε σημαντική μείωση της τάξης των επτά ποσοστιαίων μονάδων. Οι άμεσες στρατηγικές επενδύσεις είναι ένας άλλος σημαντικός παράγοντας που πιστοποιεί την οικονομική ανάκαμψη συμβάλλοντας, κατ’ επέκταση, στη μείωση της ανεργίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ε.Ε., οι άμεσες ξένες επενδύσεις κατέγραψαν ονομαστική αύξηση 69% το 2017, τοποθετώντας την Ελλάδα στη δεύτερη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χώρων που βελτίωσαν τους επενδυτικούς δείκτες.
Ταυτόχρονα, θεωρούμε κομβικής σημασίας η οικονομική ανάπτυξη να γίνει απτή και σε κοινωνικό επίπεδο. Τα ευεργετήματά της πρέπει να φθάσουν στο μεγαλύτερο δυνατό αριθμό πολιτών και να βελτιώσουν περαιτέρω την ήδη βελτιωμένη καθημερινότητα των πολιτών. Για το λόγο αυτό η δημιουργία θέσεων απασχόλησης, σε συνδυασμό με μια οικονομική πολιτική που λαμβάνει υπόψη τις κοινωνικές ανισότητες, παίζουν κυρίαρχο ρόλο για μας. Όμως, ακόμη κι έτσι, δεν είναι αρκετό. Μετά από οκτώ χρόνια αυστηρής λιτότητας και σημαντικής μείωσης της κυριαρχίας μας, που επέβαλαν οι όροι των προγραμμάτων προσαρμογής, μια καθαρή έξοδος από την επιτροπεία των μνημονίων είναι άκρως απαραίτητη και, στην πραγματικότητα, τη δικαιούμαστε. Η έξοδος αυτή πρέπει να είναι ελεύθερη δανείων ή άλλων «υβριδικών» χρηματοδοτικών μηχανισμών που θα επέσυραν για τη χώρα μας νέους περιοριστικούς όρους και νέα μέτρα λιτότητας.
Φθάνοντας στο τέλος της εποχής των μνημονίων, τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους, η Ελλάδα θα μπορέσει να δανεισθεί στις αγορές για να καλύψει τις μελλοντικές χρηματοδοτικές της ανάγκες. Αυτό είναι κάτι που οι ίδιοι οι επενδυτές θεωρούν δεδομένο, λαμβάνοντας υπόψη την εντυπωσιακή πτωτική τάση της απόδοσης των δεκαετών ελληνικών ομολόγων, με τα spreads να πέφτουν κάτω του 4%, δηλαδή κατά 66 μονάδες βάσης λιγότερο σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα και 282 έναντι του 2016.
Μπορούμε να παραδειγματιστούμε από άλλες χώρες, όπως η Πορτογαλία, για μια επιτυχή έξοδο από τα προγράμματα προσαρμογής. Εμείς θέλουμε να τηρήσουμε τις δεσμεύσεις και τις οικονομικές μας υποχρεώσεις έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αλλά με τις δικές μας πολιτικές αποφάσεις. Θέλουμε εμείς, στο πλαίσιο που υπάρχει, να επιλέγουμε ελεύθερα τα μέσα ώστε να έχουμε τη δυνατότητα, ταυτόχρονα, να βελτιώνουμε συνεχώς τη ζωή των συμπολιτών μας και να ανακουφίζουμε εκείνες τις κοινωνικές ομάδες που περισσότερο επλήγησαν από την κρίση. Η πρώτη προτεραιότητα είναι μια καθαρή και αμετάκλητη έξοδος από τα μνημόνια, ένας στόχος εθνικής σημασίας, που ισοδυναμεί με την επιστροφή στην κανονικότητα και την ανάκτηση της δημοκρατικής μας κυριαρχίας.
Όμως μια και ανέφερα την Πορτογαλία, θέλω να τονίσω, ότι υπάρχει ένας ακόμη λόγος που καθιστά τη χώρα αυτή πηγή έμπνευσης για μας. Είναι το γεγονός ότι αυτή η γωνιά της Ιβηρικής αποτελεί επιτυχές παράδειγμα διακυβέρνησης στηριζόμενης στη συμμαχία όλων των προοδευτικών δυνάμεων. Οι αριστερές και οικολογικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη οφείλουν να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα: πάντοτε υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατία, την ελευθερία, την ισότητα, την αλληλεγγύη και τα θεμελιώδη δικαιώματα. Οι αξίες αυτές είναι ο πυρήνας της κοινής ευρωπαϊκής μας ταυτότητας και τα θεμέλια πάνω στα οποία οφείλουμε να οικοδομήσουμε. Μια νέα και ευρεία προοδευτική συμμαχία οφείλει να αδράξει την ευκαιρία και να μετατρέψει την πολύπλευρη κρίση της Ευρώπης σε μια φιλόδοξη ενδυνάμωση του ευρωπαϊκού σχεδίου που θα αναζωογονήσει τα κοινωνικά δικαιώματα και το όραμα των λαών μας για ισότητα, ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς και αυθεντική πολιτική δημοκρατία».
Αντίστοιχο άρθρο δημοσιεύθηκε από την εφημερίδα Diario de Noticias στη Λισσαβώνα την 01/01/2018