Της ΔΗΜΗΤΡΑΣ ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΥ*
Την προηγούμενη Παρασκευή το Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου αφού συζήτησε το θέμα του νέου αντιδημοκρατικού εκλογικού νόμου που ετοιμάζεται να φέρει η κυβέρνηση προς ψήφιση στη Βουλή αποφάσισε να δώσει μία μεγάλη μάχη για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας και της Συμμετοχής στην Αυτοδιοίκηση, προβάλλοντας ένα μέτωπο αντίστασης στο αντιδημοκρατικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης.
Της απόφασης αυτής προηγήθηκε μεγάλη συζήτηση με έντονες αντιπαράθεσες.
Με αφορμή λοιπόν τα παραπάνω αλλά και με βάση την εισήγησή μου στο Περιφερειακό Συμβούλιο καταθέτω μερικές σκέψεις σχετικά με την επιχειρούμενη αλλαγή του εκλογικού Νόμου για την αυτοδιοίκηση.
Η αλλαγή του Νόμου περί εκλογών στην ΤΑ, όπως αυτή προτείνεται από την Κυβέρνηση της ΝΔ και ειδικότερα από τον Υπουργό κο Βορίδη, είναι ηλίου φαεινότερο ότι επιχειρεί εμπράκτως να γυρίζει την ΤΑ στο πρόσφατο παρελθόν με ότι και αν αυτό σημαίνει. Ένα παρελθόν όμως που το σημάδεψαν μεγαλειώδη σκάνδαλα κακοδιαχείρισης τα οποία συντέλεσαν σε μεγάλο βαθμό και στην οικονομική κατάρρευση της χώρας.
Ανατρέχοντας την πολιτική ιστορία της χώρας, είναι εύκολο να διαπιστώσουμε ότι η Αυτοδιοίκηση συνδέεται άρρηκτα σχεδόν με όλους τους αγώνες για πραγματική δημοκρατία και κοινωνική χειραφέτηση. Θα διαπιστώσουμε επίσης ότι ακόμα και οι μετεμφυλιακές κυβερνήσεις διατήρησαν την απλή αναλογική για την εκλογή των δημοτικών και κοινοτικών συμβουλίων.
Και επωδή η ιστορία διδάσκει, σας προκαλώ εσάς τους μεγαλύτερους να θυμηθείτε και εσάς τους νεόκοπους να λάβετε υπόψη το γεγονός ότι μεταδικτατορικά, οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ ενίσχυσαν τις αρμοδιότητες της Πρωτοβάθμιας Αυτοδιοίκησης και νομοθέτησαν την Δευτεροβάθμια με αιρετές Νομαρχίες και αιρετές Περιφέρειες.
Αλλαγές και Μεταρρυθμίσεις τις οποίες η ΝΔ πολέμησε με πάθος διαχρονικά. Γιατί άραγε?
Έπειτα ήρθε η κυβέρνηση Σαμαρά και η ΤΑ υπέστη και αυτή τις ολέθριες συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών με την εμφάνιση σοβαρών προβλημάτων και σε θεσμικό επίπεδο, δικαιώνοντας τον Μανώλη Γλέζο που μιλούσε για «ετεροδιοίκηση».
Η προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τόλμησε, με πολιτικό κόστος βέβαια, την καθιέρωση της απλής αναλογικής για την εκλογή των δημοτικών και περιφερειακών συμβουλίων. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι αυτή η μεταρρύθμιση δεν έγινε όπως θα έπρεπε να γίνει με την αληθοφανή δικαιολογία ότι η κοινωνία αλλά και οι πολιτικοί κοινωνοί της αυτοδιοίκησης ΔΕΝ ήταν έτοιμοι να προχωρήσουν στην εφαρμογή αυτού του μοντέλου πολιτικής. Κατά την δική μας άποψη υπήρχαν και δεύτερες σκέψεις πίσω από αυτήν την θεώρηση που δεν είναι επί του παρόντος να αναλυθούν.
Το γεγονός όμως είναι ένα, ήταν μια μεταρρύθμιση που απέβλεπε να ενώσει τις τοπικές κοινωνίες μέσω των συναινέσεων και συνεργασιών. ΟΜΩΣ πόσο εύκολο είναι να επιτευχθεί κάτι τέτοιο όταν αρχηγοί κομμάτων Δήμαρχοι Περιφερειάρχες ή αρχηγοί παρατάξεων οργάνων αυτοδιοίκησης, παζαρεύουν με στόχο τη κατάληψη και νομή της εξουσίας. Γιατί σε αυτό το παρελθόν θα ξαναγυρίσουμε… στο ποιος θα έχει την καρέκλα…
Οφείλω σε αυτό το σημείο να παραδεχτώ ότι παρουσιάστηκαν δυσκολίες στην εφαρμογή της απλής αναλογικής όμως, οι ισχυρισμοί Μητσοτάκη – Βορίδη περί ακυβερνησίας των δήμων και των περιφερειών δεν στοιχειοθετούνται. Δεν μπορούν άλλωστε να στοιχειοθετηθούν όταν επικρατεί της λογικής ο λαϊκισμός και το κομματικό συμφέρον, όταν φαίνεται να απουσιάζει η πολιτική σοβαρότητα και η συναίσθηση της ιστορικής ευθύνης.
Όταν ένας πολιτικός χώρος κατασκευάζει και συντηρεί την ιδέα του πολιτικού εχθρού με τον οποίο δεν μπορείς να συνυπάρξεις, τον οποίο «μαθαίνεις» να «μισείς» για πολλούς λόγους είτε πχ γιατί σε γκρέμισε από το θρόνο της εξουσίας -έστω και εάν χρησιμοποίησε το ψέμα και την αυταπάτη-, είτε γιατί είναι ο ιδεολογικός παραδοσιακά εχθρός με τον οποίο σε χωρίζει άβυσσος, δεν μπορεί να υποστηρίζει την συνεργασία και την συναίνεση.
Στον δικό μας βέβαια πολιτικό χώρο της Πολιτικής Οικολογίας, η κουλτούρα της συναίνεσης και της συνεργασίας είναι θεμελιώδης πολιτική αρχή και το έχουμε αποδείξει και στην πράξη τόσο σε Ευρωπαϊκό επίπεδο όσο και σε εθνικό αλλά και σε τοπικό.
Και μιας και μιλάμε για Ευρώπη να σας υπενθυμίσω ότι στον χώρο της Ε.Ε. οι δύο βαθμοί Αυτοδιοίκησης έχουν πολλές αρμοδιότητες και πόρους, εκπροσωπούμενες στην Επιτροπή Περιφερειών. Αλήθεια έχετε διδαχθεί κάτι από την συμμετοχή στην Επιτροπή των Περιφερειών ή απλά το «μένουμε Ευρώπη» είναι στην ουσία μένουμε στα λόγια, αλλά στα έργα γυρνάμε σε αυτά που θα μας κρατήσουν για λίγο ακόμα στην εξουσία με ότι και αν αυτό συνεπάγεται?
Στην Ευρώπη λοιπόν αν και δεν υπάρχει κάποιο ενιαίο σύστημα, παρατηρείται μια αυξανόμενη τάση προς αναλογικά συστήματα.
Αλλάζετε τον νόμο βασιζόμενοι σε δύο μεγάλους ΜΥΘΟΥΣ
- ότι τα πλειοψηφικά συστήματα δίνουν μεγαλύτερη ισχύ στην αντιμετώπιση πιεστικών προβλημάτων και
- ότι η συνεργασία προϋποθέτει προγραμματική σύγκλιση, προϋπόθεση που δεν φαίνεται να ικανοποιείται τη δεδομένη στιγμή στην ΤΑ.
Το δικό μου ερώτημα προς εσάς είναι σε ποιό βαθμό ισχύουν αυτοί οι μύθοι?
Επιχειρώντας να δώσω απαντήσεις στον εαυτό μου ανέτρεξα στην ιστορία και στην βιβλιογραφία.
Ανακάλυψα και θυμήθηκα ότι τα πλειοψηφικά εκλογικά συστήματα είναι λιγότερο αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση κρίσεων, όπου υπάρχει ανάγκη όχι μόνο από άμεσες αποφάσεις, αλλά κυρίως από συνέχεια και αφοσίωση στην ακολουθούμενη πολιτική διαρθρωτικών αλλαγών ενώ αντίθετα οι συναινετικές δημοκρατίες θεωρούνται πιο αποτελεσματικές, κοινωνικά πιο δίκαιες (βλ. Lijphart), καθώς επίσης και πιο ανθεκτικές στη διαχείριση μεγάλων προβλημάτων.
Αλλά πόσο άστοχο είναι να μιλάμε τελικά για συναινετική Δημοκρατία σε μία χώρα που πρόσφατα κατατάχθηκε από το economist ως «ελαττωματική Δημοκρατία», στην 37 η θέση. Η κατάταξη αυτή βαθμολόγησε την χώρα μας με 7,5 στην πολιτική κουλτούρα, 8,53 στις ελευθερίες των πολιτών. Και μόλις 5,21 στη λειτουργία της κυβέρνησης και 6,11 στην πολιτική συμμετοχή.
Να με συγχωρείτε που εγώ ντρέπομαι για αυτήν την δημοκρατική υποβάθμιση της χώρας μας, της χώρας που γέννησε την Δημοκρατία αλλά και της χώρας που κάνει τα πάντα για να μην την εφαρμόσει.
Γιατί η αληθινή δημοκρατία δεν μπορεί παρά να συνδέεται άμεσα με ένα αυστηρά αναλογικό σύστημα που εξασφαλίζει και την εκπροσώπηση των μειοψηφιών και ταυτόχρονα επιτυγχάνεται τόσο η πάταξη του φαινομένου του καθεστωτισμού συγκεκριμένων αυτοδιοικητικών παρατάξεων όσο και η απαγκίστρωση από στενές κομματικές εξαρτήσεις. Το ερώτημα είναι αν το θέλουμε αυτό…
Για εμάς της Πολιτικής Οικολογίας, ο συγκεντρωτισμός του κεντρικού πολιτικού συστήματος είναι το μεγάλο πρόβλημα της χώρας και σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη.
Και ενώ όλοι μιλάτε για ανάπτυξη και ανάπτυξη και έχετε κάνει την λέξη καραμέλα αναρωτιέμαι πραγματικά γιατί ενώ η Ευρώπη επενδύει στην Αυτοδιοίκηση εμείς γιατί επιλέγουμε να επιμένουμε στο μακρύ χέρι της κεντρικής εξουσίας? Αφού γνωρίζουμε πολύ καλά πως η αποκέντρωση είναι αναπτυξιακή προϋπόθεση. Χωρίς ισχυρούς δήμους και περιφέρειες ανάπτυξη δεν υπάρχει.
Κλείνοντας λυπάμαι που έχω την αίσθηση ότι αυτό το νομοσχέδιο, προσπαθεί, να παραδώσει την Τοπική Αυτοδιοίκηση στα κόμματα εξουσίας.
Μήπως λοιπόν τελικά ένας απώτερος στόχος είναι να αποκλειστούν οι διεκδικητικές αυτοδιοικητικές φωνές και να μετατραπεί η Τοπική Αυτοδιοίκηση σε έναν κυβερνητικό εταίρο της όποιας κυβέρνησης, που απλώς θα διεκπεραιώνει τις εντολές της?
Μήπως τελικά στόχος είναι η «εταιρο-διοίκηση» και όχι η αυτό-διοίκηση?
* Περιφερειακή Σύμβουλος Πελοποννήσου
Επικεφαλής Περιφερειακής Παράταξης «Πράσινη Πελοπόννησος»
Συν-εκπρόσωπος των Οικολόγων Πράσινων στο Ευρωπαϊκό Πράσινο Κόμμα
[Από το Flash.gr]