Πέρασαν 37 χρόνια από εκείνη την ημέρα που η Καλαμάτα κατακερματίστηκε και αναμετρήθηκε με τον απρόβλεπτο Εγκέλαδο που φλερτάρει τη Μεσόγειο αιώνες τώρα. Ωστόσο στην Καλαμάτα μέχρι εκείνη την ημέρα, ελάχιστες ενδείξεις υπήρχαν για τον όλεθρο που ακολούθησε. Μια ήσυχη πόλη που ένα μεγάλο της κομμάτι το αγγίζει η αλμύρα του μεσσηνιακού και ένα άλλο της τείνει να αγγίξει τον Ταΰγετο, ελάχιστα ήξερε από τα τερτίπια του Εγκέλαδου. Εγώ τότε θα γινόμουν πρωτοετής στο τέταρτο γυμνάσιο της πόλης, ένα παλαιό κτίριο δίπλα από την εκκλησία των Ταξιαρχών στο κέντρο της πόλης, ένα σχολείο που θα μου συστηθεί μόνο την ημέρα του αγιασμού που ήταν Παρασκευή και την επόμενη ημέρα Σάββατο, θα κατέρρεε όπως εκατοντάδες κτίσματα. Τελικά αποφοίτησα από το λύκειο χωρίς να έχω βγάλει έστω μια σχολική χρονιά σε κανονικό σχολικό συγκρότημα. Έξι χρόνια σε λυόμενα κτίσματα.
Το Σάββατο το βράδυ ήρθε το πρώτο μεγάλο χτύπημα του Εγκέλαδου. Πάνω από 6 ρίχτερ θα συνταράξουν την πόλη και την ευρύτερη περιοχή. Μέσα από τα χαλάσματα καλούμε ονόματα προσπαθούμε να συνέλθουμε από το πρώτο σοκ και παίρνουμε απουσίες. Κάποιοι όμως στην πόλη είναι κάτω από τα συντρίμμια και δεν θα δηλώσουν παρών την επόμενη ημέρα. Όλα έχουν διαλυθεί και ο αριθμός των νεκρών ανεβαίνει ανεβαίνει ανεβαίνει. Κάποιοι φεύγουν από την πόλη μέχρι που τη Δευτέρα ο Εγκέλαδος ξαναχτυπά για να αποτελειώσει το έργο του. Τίποτα δεν ήταν όπως πρώτα και καμία ελπίδα δεν φαινόταν στον ορίζοντα. Ξαφνικά όμως όλη η Ελλάδα έχει στρέψει το βλέμμα στην πόλη. Η κυβέρνηση άμεσα έχει κατανοήσει πως πρέπει να στηθεί μια τεράστια γέφυρα σωτηρίας.
Μέσα από την θλίψη και το κλάμα τον θάνατο και την απόγνωση ο τότε δήμαρχος Σταύρος Μπένος βγαίνει μπροστά και αναμετράται με πείσμα με το θηρίο. Με τον δικό του τρόπο θα αντιστρέψει την κατάσταση εκτάκτου ανάγκης σε κατάσταση σωτηρίας και ανόρθωσης της πόλης. Δεν χάθηκε ούτε μια ώρα και το ένα κλιμάκιο μετά το άλλο συμμετείχαν στο σχέδιο αναγέννησης της πόλης. Σημαντική και αξιοσημείωτη υπήρξε η στάση της αντιπολίτευσης στον δήμο και η συνεργασία όλων των φορέων της πόλης. Ώσπου η Καλαμάτα κάποια στιγμή και πολύ σύντομα σε τέτοιο χρονικό πλαίσιο που δεν αξιώθηκε καμία πόλη που γνώρισε παρόμοια καταστροφή, όχι απλά στάθηκε στα πόδια της αλλά εξελίχθηκε.
Γυρίζω με το νου σε εκείνες τις ημέρες και νιώθω ακόμη το τράνταγμα κάτω από τα πόδια μου και συμπονώ αφάνταστα τους ανθρώπους της Θεσσαλίας που ζουν σήμερα μια παρόμοια καταστροφή. Θυμάμαι έξω από ένα μισογκρεμισμένο παρτέρι ένα μικρό λουλούδι να πάλλεται από τον αέρα που το παρέσερνε μέσα από τα χαλάσματα μαζί με μια «αιώνια» σκόνη και όπως το κοίταζα να σκέφτομαι πως: Δεν μπορεί θα δούμε πάλι την άνοιξη και θα είμαστε ζωντανοί. Κάποιοι από αυτούς που αγαπήσαμε και πορευτήκαμε στα δύσκολα χρόνια δεν ζουν και τους θυμάμαι με λαχτάρα γιατί τότε όλοι γίναμε ένα και αυτό δεν μπόρεσα να το ξεχάσω ποτέ.
Δεν ξέχασα και τα παλαιά αρχοντικά που ευτυχώς σώθηκαν ή και διασώθηκαν με παρεμβάσεις για να μας θυμίζουν πως η πόλη δεν χάθηκε με έναν σεισμό και αντιστάθηκε. Αυτά τα παλαιά κτήρια τα κοιτάζω κάθε φορά που διασχίζω τους δρόμους της πόλης και αγγίζω με το νου την ιστορία και την ανθρωπογεωγραφία που συνέθεσαν και την μετέτρεψαν σε ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΥΤΡΟΠΟΣ
Γιάννης Ανδρ. Λάσκαρης