Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ
Εκπαιδευτικού στο 5ο ΓΕΛ Καλαμάτας
Από τη εποχή του Τρικούπη και του Δηληγιάννη και σχεδόν ταυτόχρονα με την καθιέρωση της αρχής της δεδηλωμένης θεμελιώθηκε ο δικομματισμός στη χώρα μας. Από τότε έως σήμερα παραμένει ισχυρός χωρίς να έχει δεχτεί σοβαρά πλήγματα παρά τις προσπάθειες που έχουν γίνει. Μάλιστα ο ένας του πόλος, η ΝΔ, είναι σταθερός σε όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, ενώ ο δεύτερος αλλάζει. Έτσι είχαμε αρχικά την κυριαρχία της Ένωσης Κέντρου, στη συνέχεια του ΠΑΣΟΚ και τελευταία του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα από τα χαρακτηριστικά του είναι ότι επιχειρεί μέσω της ακραίας πόλωσης να φανατίσει, να οξύνει την αντιπαράθεση και τελικά να πετύχει τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση των οπαδών του και να επιβάλλει τις πολιτικές του .
Αυτό ακριβώς συμβαίνει το τελευταίο διάστημα με αφορμή, κυρίως, τις ευρωεκλογές. Παρά τις επιμέρους διαφορές που έχουν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθούμε μια στείρα σύγκρουση μεταξύ τους όχι για την ουσία , αλλά για την εφαρμογή των ίδιων μέτρων. Βλέπουμε δυο πολιτικούς αρχηγούς να μην προτάσσουν τα ουσιαστικά προβλήματα της Ευρώπης, αλλά να συναγωνίζονται σε εξυπνακισμούς, λεκτικές κορώνες και ασκήσεις εντυπωσιασμού. Ζητήματα όπως το πολιτικό ιερατείο που επιβάλλει τις θελήσεις του στην Ευρώπη, η δομή της ΕΕ και της ευρωζώνης, η οικονομική πολιτική του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας, η υποβάθμιση του Ευρωκοινοβουλίου, η απουσία πολιτικών πραγματικής αλληλεγγύης, το προσφυγικό, η στάση της Ευρώπης απέναντι στο δίπολο Αμερικής-Ρωσίας, η άνοδος του φασισμού και του νεοναζισμού και πολλά άλλα θα έπρεπε να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη των προγραμματικών συζητήσεων. Το όραμα της Ευρώπης των λαών, των συλλογικοτήτων, των κινημάτων, μιας Ευρώπης που δεν αφομοιώνει, αλλά αναγνωρίζει και σέβεται ιδιαίτερα χαρακτηριστικά λαών και μειονοτήτων, μιας Ευρώπης που χτίζει την ταυτότητα της όχι με την άνωθεν επιβολή, αλλά με τη συγκατάθεση λαών και τη σύμφωνη γνώμη των πολιτών της είναι πολύ σοβαρά θέματα για να απουσιάζουν από τον δημόσιο διάλογο.
Ειδικότερα στη χώρα μας η ατζέντα θα έπρεπε να περιλαμβάνει ακόμη τους όρους των τριών μνημονίων, τις επιπτώσεις τους στην κοινωνία, την οικονομία, την πολιτική, τις προτάσεις για την έξοδο από την κρίση, το ρόλο της επιτροπείας, η οποία έχει επιβληθεί στη χώρα ως το 2060. Επιπλέον, αν και αντιδημοφιλές, πρέπει να συζητηθεί εκτενώς το κεντρικό πρόβλημα της παραμονής ή όχι της χώρας στη ζώνη του ευρώ. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο για την υπεύθυνη και σε βάθος ενημέρωση των πολιτών. Αλλά ποιος να προκαλέσει αυτόν τον διάλογο; Η ΝΔ που μονίμως ισχυρίζεται ότι θα τα έκανε όλα καλύτερα ή ο ΣΥΡΙΖΑ που πανηγυρίζει ότι μέσα από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική κράτησε όρθια την κοινωνία και εμφάνισε πλεονάσματα; Έτσι λοιπόν από τη στιγμή που κανένα από τα δύο κόμματα εξουσίας δεν αμφισβητεί τον πυρήνα της πολιτικής των μνημονίων και το ρόλο του ευρώ μεταφέρουν τη συζήτηση σε δευτερεύοντα θέματα και προσπαθούν να παρασύρουν τους πολίτες με πυροτεχνηματικό λόγο.
Στη λογική της υπάρχουσας Ευρώπης, όμως, κινούνται τα περισσότερα κόμματα τα οποία συμμετέχουν στις ευρωεκλογές με μικρότερες ή μεγαλύτερες διαφορές. Επιπλέον όσα αριστερά και προοδευτικά σχήματα έχουν να προτείνουν μια άλλη λύση, η οποία θα αμφισβητήσει τις συντηρητικές και νεοφιλελεύθερες πολιτικές, η οποία θα οδηγήσει στην αλλαγή πλεύσης της Ευρώπης, στην πιθανή αποχώρηση από τη ζώνη του ευρώ και σε μέτρα προς όφελος των πολλών βρίσκονται από τη μια αποκλεισμένα από τα μεγάλα ΜΜΕ και από την άλλη πολυδιασπασμένα και κατακερματισμένα. Έτσι οι προτάσεις τους για έναν διαφορετικό δρόμο, για μια εναλλακτική πορεία της Ευρώπης ή δε φτάνουν στους πολίτες ή ακούγονται διαστρεβλωμένες.
Δυστυχώς οι ευρωεκλογές αποτελούν μια πρόβα ακραίας πόλωσης στο δρόμο για τις εθνικές εκλογές. Εκεί που τα χτυπήματα κάτω από τη μέση θα δώσουν και θα πάρουν. Εκεί που ο εντυπωσιασμός θα κυριαρχήσει, οι λήροι θα θριαμβεύσουν, o πολιτικός λόγος θα αντικατασταθεί από τον οπαδικό και η ουσία των προβλημάτων θα θαφτεί. Εδώ σε τούτη τη χώρα, που η δημοκρατία λειτουργεί επιλεκτικά, χαμένος θα βγει τελικά ο τόπος και οι πολίτες. Όπως άλλωστε συμβαίνει πολλά χρόνια μα και κάθε φορά στη δικομματική παρτίδα.