Του ΒΑΣΙΛΗ ΤΖΑΜΟΥΡΑΝΗ
Δημοτικού Συμβούλου
Επικεφαλής της Δημοτικής Παράταξης “Καλαμάτα Πρότυπος Δήμος”
Βλέποντας τις προηγούμενες μέρες τις θλιβερές εικόνες από τον σεισμό που έπληξε την Σάμο και την Σμύρνη, ήρθαν αναπόφευκτα στην μνήμη μας οι αντίστοιχες εικόνες από τον δικό μας σεισμό (της Καλαμάτας) του 1986 με τους 22 νεκρούς, τους τραυματίες και τα ερείπια.
Εκείνο όμως που προκάλεσε την θλίψη και την συγκίνηση στο Πανελλήνιο ήταν ο άδικος και τραγικός χαμός των δύο νέων παιδιών στο δρόμο, ύστερα από κατάρρευση ενός ετοιμόρροπου τοίχου, όπως ακριβώς είχε γίνει και στην Καλαμάτα τότε, όταν δύο αδέλφια (αδελφοί Παλλαδινοί) έχασαν την ζωή τους μέσα στο αυτοκίνητό τους που διερχόταν στην οδό Κιλκίς,όταν κατέρρευσε ο τοίχος του παλιού διώροφου κτιρίου που υπήρχε εκεί.
Με αφορμή αυτά τα τραγικά περιστατικά, που θα μπορούσαν και να είχαν ενδεχομένως αποφευχθεί, έρχεται επιτακτικά και πάλι στην επικαιρότητα η επικινδυνότητα των εγκαταλελειμμένων ετοιμόρροπων κτιρίων (διατηρητέων και μη) που δυστυχώς υπάρχουν αρκετά και στην πόλη μας και αποτελούν παγίδες για τους ανυποψίαστους πεζούς και εποχούμενους.
Με ικανοποίηση διάβασα την πρόσφατη απόφαση του Δημάρχου να συστήσει επιτροπές Μηχανικών για την καταγραφή και αξιολόγηση της κατάστασης αυτών των κτιρίων στην Καλαμάτα και στις τοπικές κοινότητες. Η πρωτοβουλία αυτή όμως δεν πρέπει να μείνει «στα χαρτιά» μόνο, αλλά να μετουσιωθεί σε πράξεις κάποιες εκ των οποίων μάλιστα πρέπει να γίνουν άμεσα.
Πρώτα απ’ όλα πρέπει να επισκευασθούν και να ανανεωθούν οι περιφράξεις σε όσα εγκαταλελειμμένα ετοιμόρροπα κτίρια είχαν στο παρελθόν κατασκευασθεί και να γίνουν νέες όπου δεν υπάρχουν.
Σε όλα αυτά τα κτίρια πρέπει να γίνει μερική άρση της επικινδυνότητας τους ανάλογα με τον βαθμό του κινδύνου που εγκυμονούν.
Να γίνει εμφανής και έντονη σήμανση του κινδύνου με κατάλληλες πινακίδες, να αποκλεισθεί η δυνατότητα πρόσβασης σ’ αυτά, να απαγορευθεί η στάθμευση δίπλα απ’ αυτά καθώς και κάθε άλλο πρόσφορο μέτρο που θα προστατεύει τους πολίτες και τις περιουσίες τους από τυχόν κατάρρευση που δεν είναι απαραίτητο να συμβεί από σεισμό αλλά ακόμη και από συνήθη βροχόπτωση, αφού η προϊούσα διάβρωση τους είναι πλέον μετά από τόσα χρόνια εξίσου επικίνδυνη και απρόβλεπτη.
Όλα τα παραπάνω αποτελούν σύμφωνα με τον Νόμο υποχρέωση πρωτίστως των ιδιοκτητών ,όταν όμως αυτοί αμελούν ο Δήμος έχει καθήκον να παρέμβει προστατεύοντας τους πολίτες, αναλαμβάνοντας τις σχετικές υποχρεώσεις καταλογίζοντας τις σχετικές δαπάνες στους υπόχρεους ιδιοκτήτες των κτιρίων.
Να συνεχίσει δηλαδή και να εντατικοποιήσει τις προσπάθειες που είχαν γίνει τα περασμένα χρόνια(σε συνεργασία των Διευθύνσεων Τεχνικών Υπηρεσιών και Οικονομικών του Δήμου) στην κατεύθυνση αυτή και δεν ολοκληρώθηκαν.
Επειδή όμως όλα τα παραπάνω δεν επιλύουν οριστικά το πρόβλημα, που είναι η αναστήλωση, επισκευή και επανάχρηση αυτών των κτιρίων, παράλληλα πρέπει ο Δήμος να πάρει όλες εκείνες τις πρωτοβουλίες που χρειάζονται,για να «πιέσει» την Πολιτεία ,τα αρμόδια Υπουργεία ,την Περιφέρεια και κάθε άλλο αρμόδιο ώστε να γίνουν οι απαραίτητες νομοθετικές ρυθμίσεις και να δοθούν κατάλληλα κίνητρα ώστε να διευκολυνθούν οι ιδιοκτήτες τους (ανάμεσά τους και ο Δήμος) και να επισκευάσουν το ετοιμόρροπα αυτά κτίρια -μεταξύ των πολλά διατηρητέα- απαλλάσσοντας την πόλη, τους κατοίκους και επισκέπτες της από αυτόν τον επικείμενο κίνδυνο. Πριν λίγο καιρό (17-7-2020) είχα δημοσιεύσει ένα κείμενο με τίτλο «Η εγκατάλειψη των διατηρητέων» στο οποίο είχα τότε προσπαθήσει να φωτίσω ορισμένες πλευρές αυτού του προβλήματος, να επιστήσω την προσοχή των αρχών και των πολιτών για τους ενδεχόμενους κινδύνους και να διατυπώσω κάποιες προτάσεις για την αντιμετώπισή του. Επειδή το κείμενο είναι δυστυχώς και σήμερα επίκαιρο, αφού στο μεταξύ δεν έχει αλλάξει κάτι, το παραθέτω αυτούσιο.
Η εγκατάλειψη των διατηρητέων
Συμπληρώνονται 34 χρόνια από τους καταστρεπτικούς σεισμούς που έπληξαν την πόλη μας (Σεπτέμβριος 1986) και μια σειρά αξιόλογων νεοκλασικών διατηρητέων κτιρίων παραμένουν σε άθλια κατάσταση.
Ενώ την πρώτη δεκαπενταετία μετά τους σεισμούς υπήρξε μεγάλη κινητικότητα για την αναστήλωση, την ανάδειξη και την αξιοποίησή τους, στην συνέχεια και ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια διαπιστώνουμε μία αδικαιολόγητη και σε κάποιες περιπτώσεις εκ του πονηρού εγκατάλειψη τους που οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην προϊούσα αποδιοργάνωση του φέροντος οργανισμού (σκελετού) και των μορφολογικών τους στοιχείων και εν τέλει στην κατάρρευσή τους.
Τα κτίρια αυτά μαζί με τα υπόλοιπα που ευτυχώς αποκαταστάθηκαν και αποτελούν πραγματικά στολίδια της Καλαμάτας, είχαν με πολύ κόπο και ιδιαίτερη μυστικότητα καταγραφεί, αποτυπωθεί και αρχειοθετηθεί με φροντίδα της τότε δημοτικής αρχής λίγες εβδομάδες πριν τους σεισμούς. Στο σημαντικό αυτό αρχείο βασίσθηκε το Υπουργείο Πολιτισμού και το ΥΠΕΧΩΔΕ αργότερα και προχώρησαν στην κήρυξη των περισσοτέρων ως διατηρητέα. Με την αποκατάστασή τους συμβάλλουν στην διατήρηση της αρχιτεκτονικής ιστορίας του αστικού χώρου της πόλης μας, στην γνώση της αναγνωρισμένης ιδιαιτερότητας του τρόπου δόμησης και στην μνήμη των κοινωνικών και οικονομικών παραμέτρων της εποχής που καθένα απ’ αυτά αντιπροσωπεύει.
Η χώρα μας διαθέτει ένα πλούσιο νομικό οπλοστάσιο (Ν. 3028/2002, Ν.2039/1992 ,Πρ.Δ/τα και Υπ. Αποφάσεις) για την προστασία της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς, το οποίο όταν εφαρμόσθηκε με επιμέλεια από τους αρχαιολόγους, αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς και φυσικά τους ιδιοκτήτες των κτιρίων το αποτέλεσμα ήταν εξόχως ικανοποιητικό. Έτσι σήμερα καμαρώνουμε στην Καλαμάτα μια σειρά από όμορφα και λειτουργικά διατηρητέα κτίρια όπως το Δημαρχείο, το νεοκλασικό τμήμα του Πνευματικού κέντρου, το κτίριο της Τράπεζας Ελλάδος, το πρώην ξενοδοχείο “Βασιλικόν”», το Ζουμπούλειο, το κτίριο της ALPHA BANK, το κτίριο του Μουσείου Ελληνικής Φορεσιάς, το Εικαστικό σχολείο του Δήμου και πολλά άλλα δημόσια και ιδιωτικά κτίρια.
Στις μέρες όμως η αδράνεια( ή και αδιαφορία) της Πολιτείας και η εγκατάλειψη των ιδιοκτητών οδηγούν σε ερείπωση αρκετά διατηρητέα π.χ. το πρώην ξεν. «Αχίλλειον» (οδ. Αριστομένους),το πρώην κτίριο «Αλειφέρη» (οδ. Αριστομένους), το κτίριο «Στεφανούρη» (οδ. Αναγνωσταρά), το κτίριο «Μαυροειδή» (οδ. Αναγνωσταρά, το κτίριο «Ψώνη» Οιχαλίας και Μεσσήνης, οι κυλινδρόμυλοι κ.α.
Ακόμη και τα κτίρια του Γαλλικού Ινστιτούτου και το πρώην «Αρναουτόγλειο» ή «Κορφιωτάκειο» παρά τις στερεωτικές εργασίες που έγιναν σ’ αυτά παραμένουν ακόμα ημιτελή και αναξιοποίητα.
Αρκετά απ’ αυτά τα εγκαταλελειμμένα και μη αποκαταστημένα διατηρητέα, πέρα από την ζοφερή τους εικόνα που κηλιδώνει την μεγάλη εικόνα του δημόσιου χώρου έχουν καταντήσει δημόσιος κίνδυνος, σημεία ρύπανσης και εστίες υγειονομικού κινδύνου.
Ο Δήμος Καλαμάτας πρόκειται σύντομα να προχωρήσει στην ανάπλαση της οδού Αναγνωσταρά για την αναβάθμιση των καταστημάτων και την βελτίωση της ζωής των κατοίκων της.
Φαντάζεσθε να γίνει η ανάπλαση του δρόμου αλλά να παραμείνουν τα ερειπωμένα διατηρητέα κτίρια στο τμήμα μεταξύ των οδών Κολοκοτρώνη και Σκρά εγκαταλελειμμένα και επικίνδυνα;
Το Σύνταγμα και οι νόμοι του κράτους προβλέπουν ότι όταν μία ιδιοκτησία κηρύσσεται διατηρητέα προς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, τότε το κράτος πρέπει να είναι ο ρυθμιστής του προβλήματος (αρθ.4 Συντάγματος,Ν.3028/2002). Στο παρελθόν όταν η πολιτική βούληση είχε ως προτεραιότητα την διατήρηση αυτών των αρχιτεκτονικών κτιρίων, είχε ενεργοποιήσει σειρά μέτρων και κινήτρων προς τους ιδιοκτήτες σε μία προσπάθεια ενθάρρυνσης και ενίσχυσης τους για την αποκατάσταση των κτιρίων τους (επιδότηση μελετών, επιδότηση δαπανών αποκατάστασης όψεων, άτοκα ή με επιδοτούμενο επιτόκιο δάνεια ,φορολογικές απαλλαγές). Τελευταία όμως παρά τα τεράστια ποσά που κατευθύνονται ακόμη και σε έργα αβέβαιης και αμφίβολης αποτελεσματικότητας δεν υπάρχουν ανάλογες πρωτοβουλίες ιδιαίτερα για ιδιωτικά διατηρητέα κτίρια. (Ευτυχώς για τα δημόσια και δημοτικά κτίρια υπάρχουν κάποια προγράμματα (Πράσινο Ταμείο) για την επισκευή και επανάχρησή τους).
Είναι λοιπόν επιτακτική ανάγκη ν’ αποτελέσει προτεραιότητα για τον Δήμο μας η ενασχόληση με το ζήτημα της διάσωσης και αποκατάστασης αυτού του κτιριακού πλούτου, διεκδικώντας από τους αρμόδιους φορείς (Κράτος, Περιφέρεια, Πράσινο Ταμείο κ.α.) την εξεύρεση γρήγορα εφικτών λύσεων στα χρονίζοντα προβλήματα των ερειπωμένων διατηρητέων της πόλη μας.
Ορισμένα μέτρα που θα κινητοποιούσαν και θα συνέδραμαν τους ιδιοκτήτες είναι:
- H χορήγηση άτοκων δανείων όπως στους σεισμούς,
- Η χορήγηση δανείων με επιδοτούμενα κλιμακούμενα επιτόκια ανάλογα με την σημασία του διατηρητέου και την επικινδυνότητά του
- Η βελτίωση των προϋποθέσεων χρηματοδότησής τους από συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα των Υπουργείων Πολιτισμού και Περιβάλλοντος και της Περιφέρειας
- Η χρηματοδότηση από το Πράσινο Ταμείο, από το πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης» και γιατί όχι από το αναμενόμενο πακέτο ανάκαμψης της Ε.Ε.
- Η ενίσχυση των ιδιοκτητών με επιδότηση των απαιτούμενων μελετών κ.α.
Επίσης σοβαρό κίνητρο είναι και η αξιοποίηση του μηχανισμού μεταφοράς συντελεστή δόμησης που πρόσφατα ψηφίστηκε, είτε με πώληση τίτλων για νομιμοποίηση αυθαιρέτων ή σε επενδύσεις που έχουν ανάγκη από περισσότερη δόμηση κ.λ.π.
Η αποκατάσταση των διατηρητέων είναι ευνόητο ότι, εκτός από την ασφάλεια των πολιτών και την αισθητική αναβάθμιση του δημόσιου χώρου που θα επιφέρει, θα δημιουργήσει και αξιοσημείωτη οικοδομική και οικονομική δραστηριότητα στην πόλη που τόσο έχει ανάγκη και ωφέλεια για το Δημόσιο(ΦΠΑ, φόροι, εισφορές, θέσεις εργασίας κ.α.), ενώ θα προστεθούν στην αγορά αρκετά αξιόλογα κτίρια για εκμετάλλευση.
Δεν μπορεί να μιλάμε για ανάπτυξη και μάλιστα τουριστική της Καλαμάτας και να παραμένουν σαν «φαντάσματα» στο κέντρο της ερειπωμένα κτίρια από το 1986!