Τέσσερα ερωτήματα προς την ΚΕΔΕ και τους δημάρχους της χώρας θέτει με ανοιχτή επιστολή της η Συντονιστική Επιτροπή Δικτύου Κοινοτήτων Ελλάδας η οποία επιμένει στην ανεξάρτητη κάλπη για τα Κοινοτικά Συμβούλια. Τάσσεται κατά του προωθούμενου σχεδίου νόμου για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, το οποίο -όπως αναφέρει- «επαναφέρει την πρότερη ενισχυμένη αναλογική» ενώ «ταυτόχρονα, προτείνει δραματικές αλλαγές στον ρόλο και τον τρόπο εκλογής των Κοινοτικών Συμβουλίων, αλλοιώνοντας τη λαϊκή βούληση».
«Συμφωνείτε με το να έχετε συνεργάτες στις Κοινότητες ανθρώπους, με αναγνώριση και αποδοχή στις τοπικές κοινωνίες, που την απέκτησαν με την εκλογή τους από την ανεξάρτητη κάλπη ή στη θέση τους να έχετε “ημετέρους” που να τους χρησιμοποιείτε για ίδιον (συνήθως) πολιτικό όφελος;» ερωτά τους δημάρχους η Συντονιστική Επιτροπή Δικτύου Κοινοτήτων και ακόμα: «Θέλετε συνεργάτες ή ακολούθους που απλά θα εξαργυρώνουν την τοποθέτηση τους στα ψηφοδέλτια σας, με συλλογή ψήφων για εσάς, χρησιμοποιώντας τους ενίοτε και σαν κυματοθραύστες της λαϊκής δυσαρέσκειας;»
Ειδικότερα, η ανοιχτή επιστολή της Συντονιστικής Επιτροπής Δικτύου Κοινοτήτων Ελλάδας
«Αξιότιμοι κύριοι Δήμαρχοι,
Το προωθούμενο σχέδιο νόμου για την Τοπική Αυτοδιοίκηση με βασικό επιχείρημα την κατάργηση της απλής αναλογικής, όπως είχε ψηφιστεί με τον νόμο «Κλεισθένης», επαναφέρει την πρότερη ενισχυμένη αναλογική. Ταυτόχρονα, προτείνει δραματικές αλλαγές στον ρόλο και τον τρόπο εκλογής των Κοινοτικών Συμβουλίων, αλλοιώνοντας τη λαϊκή βούληση.
Οι εμπνευστές του υπό κατάθεση σχεδίου νόμου φαίνεται να βρίσκονται μακριά από την πραγματική εικόνα της ελληνικής υπαίθρου και των αναγκών των τοπικών κοινωνιών. Χωρίς διαβούλευση, χωρίς συζήτηση με τους αρμόδιους φορείς, χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση, χωρίς μελέτη επιπτώσεων των τριών προηγουμένων αυτοδιοικητικών νόμων, προωθείται ένας νόμος «καθεστώς» απόλυτης κυριαρχίας των Δημάρχων.
Σε μια σύγχρονη, πολυεπίπεδη, δυνατή Τοπική Αυτοδιοίκηση, το πρώτο κύτταρο της Δημοκρατίας, οι Κοινότητες, αποτελούν τη βάση αποτελεσματικής διαχείρισης των τοπικών προβλημάτων.
Είναι παράδοξη και ενάντια στο συμφέρον των δημοτών η συνεχής αφαίρεση αρμοδιοτήτων από τις Κοινότητες, η αφαίμαξη πόρων από την επίλυση προβλημάτων της καθημερινότητας και ο παραγκωνισμός των νέων ανθρώπων οι οποίοι θέλουν να ασχοληθούν με τα κοινά. Προκαλεί, επίσης, έκπληξη ότι σχεδόν κανένας από τους Δημάρχους της χώρας δεν εξέφρασε τουλάχιστον επιφυλάξεις για την πρόθεση της Κυβέρνησης να καταργηθεί η «ανεξάρτητη» κάλπη των Κοινοτήτων μέσω του επόμενου εκλογικού νόμου.
Κάθε Δήμαρχος πρέπει να έχει την ικανότητα να ενισχύει τις συμμετοχικές διαδικασίες, να ενσωματώνει στρατηγικά και να προωθεί την ανάπτυξη των τοπικών πόρων, αξιοποιώντας παράλληλα και το ανθρώπινο δυναμικό που προέρχεται από τη βούληση και την ενεργοποίηση της τοπικής κοινωνίας, δίχως να επιβάλει σε αυτήν έξωθεν και άνωθεν «επιλογές».
Η πολυεπίπεδη διακυβέρνηση – όπως εμφατικά επαγγέλλονται Κυβέρνηση και ΚΕΔΕ – για να λειτουργήσει πρέπει να εφαρμοστεί σε κάθε τόπο που έχει οργανώσει πρώτα την οριζόντια διακυβέρνηση μεταξύ τοπικών φορέων και δρώντων προσώπων. Περιορίζοντας τη σχετική αυτονομία των Κοινοτήτων, στην πραγματικότητα υπονομεύεται η δυνατότητα κάθε Δήμου να επιχειρήσει την ανάπτυξη από τα κάτω και την ενεργό συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στην πολυεπίπεδη διακυβέρνηση.
Η απαξίωση και σε ορισμένες περιπτώσεις η έλλειψη ενδιάμεσων θεσμών (συνεταιρισμοί, τοπικές ομάδες παραγωγών, συνοικιακά συμβούλια, αναπτυξιακές εταιρείες, δημόσια διαβούλευση) δεν δίνουν το δικαίωμα στους Δημοτικούς Συμβούλους, σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ενεργά Κοινοτικά Συμβούλια, να αναλάβουν ρόλο ενδιάμεσου συντονιστή για τις Κοινότητες.
Η προστιθέμενη αξία του ρόλου των Συμβουλίων Κοινοτήτων για την τοπική ανάπτυξη είναι η διασφάλιση και προώθηση της λήψης μιας απόφασης για ζητήματα που αφορούν τη βιώσιμη διαχείριση και αξιοποίηση των εδαφικών πόρων, καθώς και η μέριμνα – προστασία της δημοτικής περιουσίας και του πληθυσμού των Κοινοτήτων. Η ανάπτυξη άλλωστε δεν εξαρτάται τόσο από την κλίμακα ενός Δήμου όσο από την ικανότητα μιας περιοχής να μετατραπεί σε χώρο διαβούλευσης και να οργανώσει δικτυώσεις, οι οποίες μπορούν να επιτρέψουν στους δρώντες της περιοχής να σχεδιάσουν την αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων σε κοινοτικό και διακοινοτικό επίπεδο.
Κύριοι Δήμαρχοι,
- Συμφωνείτε με το να έχετε συνεργάτες στις Κοινότητες ανθρώπους, με αναγνώριση και αποδοχή στις τοπικές κοινωνίες, που την απέκτησαν με την εκλογή τους από την ανεξάρτητη κάλπη ή στη θέση τους να έχετε «ημετέρους» που να τους χρησιμοποιείτε για ίδιον (συνήθως) πολιτικό όφελος;
- Θέλετε συνεργάτες ή ακολούθους που απλά θα εξαργυρώνουν την τοποθέτηση τους στα ψηφοδέλτια σας, με συλλογή ψήφων για εσάς, χρησιμοποιώντας τους ενίοτε και σαν κυματοθραύστες της λαϊκής δυσαρέσκειας;
- Γιατί να επιστρέψουμε στην εργαλειοποίηση της κάλπης και τη χρησιμοποίησή της σαν άλλοθι της δημοκρατικής διαδικασίας;
- Γιατί προσπαθείτε να καταργήσετε και να φιμώσετε τις ανεξάρτητες φωνές των Κοινοτήτων;
Στηρίζοντας τις αποφάσεις και τα πρόσωπα που επιλέγουν οι τοπικές κοινωνίες, οι πολίτες να είστε σίγουροι ότι θα το αναγνωρίσουν.
Η ύπαρξη ξεχωριστής κάλπης στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές του 2019 ενεργοποίησε το ενδιαφέρον και ανέδειξε μια νέα γενιά αυτοδιοικητικών, η οποία είχε στόχο την εκπροσώπηση των συμφερόντων του τόπου τους μακριά από μικροκομματικές ή παραταξιακές αγκυλώσεις.
Η συγκέντρωση αρμοδιοτήτων στη διοίκηση των Δήμων θα ερημώσει τα χωριά μας, θα υποβαθμίσει περαιτέρω τη ζωή των κατοίκων στην επαρχία, ενισχύοντας τη δημιουργία πολιτών δυο ταχυτήτων.
Η απομάκρυνση από τον Ευρωπαϊκό Χάρτη Τοπικής Αυτονομίας με την επαναφορά ενός πιο συγκεντρωτικού συστήματος Αυτοδιοίκησης και η αδιαφορία για την αρχή της εγγύτητας και της επικουρικότητας ακινητοποιούν τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου.
Κύριοι Δήμαρχοι,
αγκαλιάστε τις Κοινότητες και τις αποφάσεις των κατοίκων τους, γιατί το έχει ανάγκη ο τόπος μας. Η ξεχωριστή εκλογή είναι βήμα Δημοκρατίας και σεβασμού του πολίτη και των πραγματικών αναγκών του.
Από τη Συντονιστική Επιτροπή
Δικτύου Κοινοτήτων Ελλάδας».