«…υπήρξε αδυναμία να υλοποιηθούν επιχειρησιακά προγράμματα κατά το έτος 2023 και βεβαίως θα χαθούν κάποια ευρωπαϊκά κονδύλια», παραδέχθηκε ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, απαντώντας σε επίκαιρη ερώτηση του Προέδρου της Κ.Ο. της «Νέας Αριστεράς» και Βουλευτή Μεσσηνίας Αλέξη Χαρίτση με θέμα «τα κρίσιμα ευρωπαϊκά κονδύλια στον τομέα του ελαιολάδου και της επιτραπέζιας ελιάς που βρίσκονται στον αέρα για δύο συνεχόμενα έτη».
Ο κ. Χαρίτσης υποστήριξε ότι «έχουμε απώλεια κοινοτικών πόρων», για το ελαιόλαδο και τις ελιές σημειώνοντας: «Δηλαδή, χρήματα τα οποία δικαιούται η χώρα μας, τα χάνει, γυρνάνε στα κοινοτικά ταμεία, χάνονται από τα ελληνικά ταμεία ακριβώς λόγω των ολιγωριών και των καθυστερήσεων». Όπως είπε τα ποσά που χάνονται είναι «10,3 εκατομμύρια για την περσινή χρονιά, για το 2023, και 14,5 εκατομμύρια για το 2024».
Αναφερόμενος ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας στο πρόγραμμα του 2024 εξέφρασε τη βεβαιότητα πως δεν θα υπάρξουν απώλειες πόρων, σημειώνοντας ότι «για να υλοποιηθεί θα πρέπει ως τις 15 Οκτωβρίου να έχουν εκταμιευθεί οι προκαταβολές για τα εγκεκριμένα προγράμματα».
Όπως είπε ο υπουργός, «βρίσκονται προς αξιολόγηση 80 κατατεθειμένα επιχειρησιακά Προγράμματα συνολικού αιτούμενου προϋπολογισμού περίπου 71,5 εκατομμύρια ευρώ για τα οποία στις αρχές της εβδομάδας θα ανακοινωθούν οι προσωρινοί πίνακες κατάταξης»,
Ο κ. Τσιάρας αν και όπως είπε «για το 2024-2027 η μερίδα του λέοντος είναι στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη,είναι από 30 ουσιαστικά προγράμματα για κάθε μία από αυτές τις Περιφέρειες», παραδέχθηκε πως «δεν θα μπορέσουμε να τα καλύψουμε όλα ή στο σύνολο του αιτούμενου ποσού, καθώς τα διαθέσιμα κοινοτικά κεφάλαια είναι περίπου 42.664.000 ευρώ».
Όπως διευκρίνισε «εάν καταφέρουμε να απορροφήσουμε το σύνολο του Προγράμματος με την άθροιση της εθνικής συμμετοχής και των ιδίων κεφαλαίων, το σύνολο του προϋπολογισμού όλων αυτών των Προγραμμάτων θα φτάσει στα 63,2 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 15,8 εκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος».
Η ΠΡΩΤΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ Κ.Ο. ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ ΑΛΕΞΗ ΧΑΡΊΤΣΗ
Αναπτύσσοντας την επίκαιρη ερώτησή του ο Πρόεδρος της Κ.Ο. «Νέας Αριστεράς» Αλέξης Χαρίτσης, με θέμα: «Μετά την απαράδεκτη απώλεια πόρων από την ΚΑΠ 2023-2027 για το 2023, η πολύμηνη καθυστέρηση για τα προγράμματα των Οργανώσεων Ελαιουργικών Φορέων (ΟΕΦ) θέτει σε κίνδυνο και τους πόρους για το 2024» -μεταξύ άλλων- ανέφερε:
«Κύριε Υπουργέ, σήμερα σας καλώ να απαντήσετε σε ζητήματα, τα οποία αφορούν και όλη την προηγούμενη περίοδο.
Να υπενθυμίσω εν τάχει -στο λίγο χρόνο που έχω στη διάθεσή μου- περί τίνος πρόκειται. Μιλάμε για τα προγράμματα ΟΕΦ -τις Οργανώσεις των Ελαιοπαραγωγών- που αποτελούν μέρος της ΚΑΠ, της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, της χρηματοδότης που παίρνει η χώρα μας, για τα αγροτικά προγράμματα.
Τα προγράμματα αυτά προέρχονται από την παρακράτηση 2% επί των ενισχύσεων που λαμβάνουν οι περίπου τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ελαιοπαραγωγοί στη χώρα μας. Συνεπώς, είναι επιβεβλημένη η επιστροφή αυτών των κρατήσεων, αυτών των χρημάτων στις Οργανώσεις των παραγωγών και μάλιστα με αναλογικό τρόπο.
Με βάση το στρατηγικό σχέδιο της χώρας, η προκήρυξη έπρεπε να έχει ήδη γίνει από το 2023. Αυτό δεν έγινε ποτέ το 2023, με αποτέλεσμα τα κονδύλια για τη συγκεκριμένη χρονιά να χαθούν, καθώς δεν μεταφέρονται στην επόμενη.
Για το 2024 τώρα, την τρέχουσα χρονιά. Πέρασαν επτάμισι μήνες καθυστέρησης -αδικαιολόγητης καθυστέρησης- χωρίς να γίνει τίποτα. Φτάσαμε στα μέσα Ιουλίου. Τελικά, η Υπουργική Απόφαση δημοσιεύτηκε στις 15 Ιουλίου, με την προθεσμία των δεκαπέντε ημερών να είναι ασφυκτική.
Υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από την Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών. Δόθηκε μια παράταση δύο μόλις ημερών -48 ωρών- και εύλογα, βεβαίως, οι φορείς, οι αγρότες αναρωτιούνται αν αυτή η καθυστέρηση και όλη αυτή η μεθόδευση και της πολύ μικρής παράτασης, ευνοεί κάποιους που έχουν πρόσβαση σε εσωτερική πληροφόρηση του Υπουργείου.
Νομίζω, θα συμφωνήσουμε, κύριε Υπουργέ, ότι η χώρα μας δεν έχει την παραμικρή πολυτέλεια, ειδικά στις σημερινές συνθήκες, να χάνει πολύτιμα ευρωπαϊκά κονδύλια λόγω αβελτηρίας, καθυστερήσεων ή άλλων μεθοδεύσεων από υπηρεσιακούς παράγοντες των Υπουργείων και στην προκειμένη περίπτωση του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Θέλω όμως -και θα κλείσω με αυτό την πρωτολογία μου- να επιμείνω στο συγκεκριμένο ζήτημα και να σας θέσω 7 πολύ συγκεκριμένα ερωτήματα, για τα οποία θα ήθελα, κύριε Υπουργέ, να υπάρξουν σαφείς απαντήσεις.
- ποια ποσά για τους ελαιοκομικούς φορείς χάθηκαν την περσινή χρονιά, το 2023;
- ποια ποσά αφορούν τα υπόλοιπα έτη, από εδώ και μπρος και πώς θα διασφαλιστεί ότι δεν θα χαθούν και τα υπόλοιπα χρόνια;
- ποια είναι η καταληκτική ημερομηνία για τις προκαταβολές του 2024;
- γιατί δεν έγινε προδημοσίευση και διαβούλευση του προγράμματος των ΟΕΦ και ποιος αποφάσισε στο Υπουργείο και για ποιον λόγο υπήρξε τόσο μικρό -αυτό το ελάχιστο- χρονικό διάστημα για την υποβολή των αιτήσεων για έγκριση;
- ποιοι ΟΕΦ είχαν ενταχθεί την περίοδο 2021 – 2022 και ποια η γεωγραφική κατανομή τους, καθώς και ποιοι από αυτούς έλαβαν προκαταβολή; Ποια η κατανομή των ενισχύσεων ανά περιφέρεια;
- γιατί άργησε να γίνει αξιολόγηση των αιτήσεων των ΟΕΦ του 2024 και ποιος ο αριθμός τους και η γεωγραφική κατανομή για τη φετινή χρονιά;
- και τελευταίο ερώτημα, πώς θα διασφαλιστεί, μετά την αξιολόγηση που θα γίνει στη συνέχεια, ότι οι φορείς θα μπορέσουν να προχωρήσουν στη διαδικασία της υποβολής ενστάσεων και να προλάβουν να υλοποιήσουν τα προγράμματα δράσεών τους για το 2024, για να μην έχουμε και πάλι απώλειες πόρων;».
Η ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΓΡΟΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΚΩΝ. ΤΣΙΑΡΑ
Απαντώντας ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Κωνσταντίνος Τσιάρας -μεταξύ άλλων- ανέφερε:
«Αξιότιμε, κύριε Πρόεδρε, θα κάνω μια πολύ μικρή εισαγωγή. Νομίζω ότι είναι γνωστό πως τα προγράμματα των Οργανώσεων Ελαιουργικών Φορέων -θα τους λέμε ΟΕΦ- είναι τριετή προγράμματα εργασίας, προϋπολογισμού περίπου 46.000.000 ευρώ ανά τριετία, χρηματοδοτούμενα από την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά και από εθνικά ίδια κεφάλαια των συμμετεχόντων φορέων.
Σε τι αφορούν αυτά τα προγράμματα, για να γίνεται και γνωστό; Σε εγκατάσταση συστημάτων ποιότητας και ιχνηλασιμότητας, σε επενδύσεις σε εξοπλισμό παραγωγών, στην εγκατάσταση συστημάτων ολοκληρωμένης διαχείρισης ελαιοκαλλιέργειας, στον εκσυγχρονισμό εγκαταστάσεων, στην εκπαίδευση των παραγωγών και στις μελέτες που πρέπει να γίνονται από τον συγκεκριμένο κλάδο.
Υπάρχουν δύο σημαντικές διαφορές σε σχέση με το παρελθόν. Η σημαντικότερη διαφορά με την προηγούμενη περίοδο εφαρμογής των τομεακών προγραμμάτων έγκειται στην υποχρέωση της τήρησης όλων των υποχρεώσεων και την παρακολούθηση και αξιολόγηση που διέπουν το σύνολο των παρεμβάσεων του στρατηγικού σχεδίου.
Το δεύτερο στοιχείο ουσιαστικά της αλλαγής είναι ότι τα προγράμματα ελαιοπαραγωγής πλέον υλοποιούνται βάσει του οικονομικού έτους, δηλαδή από 1η Ιανουαρίου έως 31η Δεκεμβρίου και όχι βάσει του ελαιοκομικού έτους. Παρεμπιπτόντως, ξέρουμε ότι το ελαιοκομικό έτος είναι από 1η Απριλίου έως 31η Μαρτίου.
Αυτά τα προγράμματα, συμπεριλαμβανομένου και αυτό για το ελαιόλαδο και την επιτραπέζια ελιά, έπρεπε να στηθούν από την αρχή αυτήν τη φορά με βάση την Κοινή Αγροτική Πολιτική ως προς τις διαδικασίες. Για τον λόγο αυτό από το καλοκαίρι του 2023 οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου προετοίμασαν το σχέδιο της απόφασης, το οποίο στάλθηκε από την ειδική υπηρεσία διαχείρισης του στρατηγικού σχεδίου της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής και τον ΟΠΕΚΕΠΕ, προκειμένου να γίνει ενσωμάτωση στα σχετικά άρθρα των απόψεων των υπηρεσιών τους για θέματα αρμοδιότητας.
Πού βρίσκεται όλη αυτή η υπόθεση; Υπήρξαν σημαντικές αντιρρήσεις από την Εθνική Ένωση Αγροτικών Συνεταιρισμών (ΕΘΕΑΣ) και από αγροτικούς συνεταιρισμούς σε σχέση, ουσιαστικά, με τη δυνατότητα υλοποίησης του στρατηγικού σχεδίου, γι’ αυτό και ζητήθηκε η τροποποίηση του στρατηγικού σχεδίου. Αντιλαμβάνεστε ότι για να ήταν περισσότερο αποτελεσματικό και να υπήρχε η δυνατότητα απορρόφησης όλων αυτών των ευρωπαϊκών κοινοτικών πόρων, προφανώς, θα έπρεπε η ελληνική πολιτεία, η Κυβέρνηση, να ακούσει και τις προτάσεις της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών και τις προτάσεις όλων των αγροτικών φορέων.
Και βεβαίως είναι γνωστό ότι η έγκριση αυτής της τροποποίησης προϋπέθετε διαβούλευση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή με συγκεκριμένες διαδικασίες και συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, για τα οποία δεν μπορούσαμε να παρέμβουμε. Φτάσαμε, λοιπόν, να πάρουμε την απάντηση 28/2/2024. Αυτή είναι η αλήθεια. Και εγώ δεν θα κρυφτώ πίσω από το δάχτυλό μου διότι, προφανώς, έπρεπε από τη μία να ικανοποιήσουμε τα αιτήματα των ελαιοπαραγωγικών φορέων, μέσω της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών , αλλά από την άλλη πλευρά δημιουργούνταν ένα μεγάλο ζήτημα μιας και υπήρχε αδυναμία να υλοποιηθούν επιχειρησιακά προγράμματα κατά το έτος 2023 και βεβαίως θα χαθούν κάποια ευρωπαϊκά κονδύλια.
Το δίλημμα, όμως, ήταν προχωρούσαμε με το στρατηγικό σχέδιο της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής όπως ήταν και πιθανότατα θα δημιουργούσε ακόμη μεγαλύτερη αδυναμία απορρόφησης κονδυλίων ή το τροποποιούσαμε με βάση τις πραγματικές ανάγκες, δυνατότητες, προτάσεις της Εθνικής Ένωσης Αγροτικών Συνεταιρισμών, προκειμένου να υπάρχει η μεγαλύτερη απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων; Αυτό ήταν το μεγάλο ερώτημα.
Και βεβαίως, αν θέλετε, να σας πω σε ό,τι με αφορά γι’ αυτόν το λόγο, ουσιαστικά από την ανάληψη των καθηκόντων μου, αμέσως μόλις μου ετέθη το ζήτημα ζήτησα από τις υπηρεσίες του Υπουργείου να προχωρήσουν αμέσως στην έκδοση της σχετικής υπουργικής απόφασης που, όπως σωστά επισημάνατε, εκδόθηκε στις 15/7/2024. Και βεβαίως, με δεδομένο ότι για να υλοποιηθεί το πρόγραμμα για το 2024 -είναι μία από τις απαντήσεις στα ερωτήματα που θέσατε και περιμένετε- θα πρέπει ως τις 15 Οκτωβρίου να έχουν εκταμιευθεί οι προκαταβολές για τα εγκεκριμένα προγράμματα. Ενώ ταυτόχρονα έπρεπε οι προθεσμίες υποβολής, αλλά και αξιολόγησης των προγραμμάτων, να είναι όσο γίνεται συντομότερες. Το ζήτημα είναι ότι οι ενδιαφερόμενοι συμμετέχοντες, αλλά και οι υπηρεσίες μας, όλον αυτόν τον καιρό έδωσαν έναν πραγματικό αγώνα δρόμου για να προλάβουμε, με δεδομένο το ορόσημο της 15ης Οκτωβρίου.
Θα σας πω επίσης, απαντώντας σε ένα από τα ερωτήματά σας, ότι υποβλήθηκαν τελικά 80 προτάσεις προγραμμάτων που η αξία τους φτάνει στα 71,5 εκατομμύρια ευρώ, για τα οποία στις αρχές της εβδομάδας θα ανακοινωθούν οι προσωρινοί πίνακες κατάταξης.
Θα απαντήσω σε όλα τα ερωτήματα τα οποία μου θέσατε. Θα επανέλθω, όμως, στη δευτερολογία μου, κύριε Πρόεδρε, γιατί έχω ήδη διπλασιάσει τον χρόνο της πρωτομιλίας μου».
ΟΙ ΔΕΥΤΕΡΟΛΟΓΙΕΣ ΑΛΕΞΗ ΧΑΡΙΤΣΗ ΚΑΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΤΣΙΑΡΑ
Αλεξης Χαριτσης: Κύριε Υπουργέ,. καταλαβαίνω ότι είστε και σε μια δύσκολη θέση γιατί πρέπει να καλύψετε και τον προκάτοχό σας, για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Τι, δηλαδή; Εδώ έχουμε απώλεια κοινοτικών πόρων. Δηλαδή, χρήματα τα οποία δικαιούται η χώρα μας, τα χάνει, γυρνάνε στα κοινοτικά ταμεία, χάνονται από τα ελληνικά ταμεία ακριβώς λόγω των ολιγωριών και των καθυστερήσεων. Μιλήσατε για τις διαβουλεύσεις που πρέπει να γίνουν, σωστά, αλλά πρέπει κάπου να καταλήγει αυτή τη διαδικασία ώστε να μην χάνουμε χρήματα.
Θα αναφέρω, λοιπόν, εγώ τα ποσά. Είναι -και νομίζω ότι θα συμφωνήσουμε- 10,3 εκατομμύρια για την περσινή χρονιά, για το 2023, και 14,5 εκατομμύρια για το 2024. Αν δεν ισχύουν αυτά τα ποσά, παρακαλώ διορθώστε με.
Κωνσταντίνος Τσιάρας: Δεν θα χαθεί τίποτα από αυτά.
Αλέξης Χαρίτσης: Λοιπόν 10,3 και 14,5 είναι 24,8 εκατομμύρια ευρώ θα χαθούν. Εδώ, λοιπόν, το Υπουργείο πρέπει να κάνει όλες τις απαραίτητες ενέργειες.
Τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα. Τα προβλήματα στον αγροτικό τομέα είναι πάρα πολλά και, βεβαίως, τα προβλήματα αυτά δεν λύνονται με μεσοβέζικα μέτρα, όπως αυτά που ανακοίνωσε ο Πρωθυπουργός στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης.
Επειδή αναφερθήκατε και στην περιοχή μου, στη Μεσσηνία, και επειδή για το συγκεκριμένο ζήτημα ενημερώθηκα από τους ελαιοπαραγωγούς της περιοχής μου προφανώς, πρέπει να σας πω ότι πριν από λίγες ημέρες συζητάγαμε εδώ σε επίκαιρη και πάλι ερώτησή μου προς τον Υπουργό Υποδομών ένα πάρα πολύ σημαντικό ζήτημα που είναι το βασικό έργο υποδομής της περιοχής, αγροτικής υποδομής, που είναι το Φιλιατρινό Φράγμα, για το οποίο έχω ρωτήσει και τέσσερις προκατόχους σας Υπουργούς Αγροτικής Ανάπτυξης τα τελευταία πέντε χρόνια. Έτσι; Αν δεν προχωρήσουν αυτά τα έργα, αν δεν υλοποιηθούν αυτά τα έργα τα οποία λιμνάζουν εδώ και πέντε χρόνια, για ποια αγροτική παραγωγή μπορούμε να μιλάμε πλέον στη χώρα μας; Μιλάω για την περιοχή της Τριφυλίας που έχει τη δεύτερη μεγαλύτερη θερμοκηπιακή κάλυψη σε όλη την Ελλάδα. Το χρησιμοποιώ ως παράδειγμα μιας και είναι και από την δικιά μου την περιοχή και από την ιδιαίτερη πατρίδα μου. Όμως, βεβαίως αντίστοιχα προβλήματα υπάρχουν σε όλη τη χώρα.
Περιμένω, λοιπόν, στη δευτερολογία σας, κύριε Υπουργέ, να απαντήσετε στα ερωτήματά μου. Οι ελαιοπαραγωγοί απαιτούν απαντήσεις. Το είπατε και μόνοι σας ότι υπάρχει πολύ μεγάλη ανησυχία και έχει δημιουργηθεί πολύ μεγάλος θόρυβος γύρω από αυτό το ζήτημα. Οι προθεσμίες είναι ασφυκτικές. Να γνωρίζουν, λοιπόν, μετά και τη συζήτησή μας οι ελαιοπαραγωγοί ακριβώς τι μέλλει γενέσθαι και κυρίως να διασφαλιστεί ότι δεν θα χαθούν κοινοτικά χρήματα από τη χώρα μας.
Κωνσταντίνος Τσιάρας: Κύριε Πρόεδρε, πριν απαντήσω στα θέματα που θέσατε, θέλω να κλείσω με την ουσιαστική απάντηση όλων των ερωτημάτων που θέσατε στην πρωτομιλία σας.
Θέλω, λοιπόν, να σας διαβεβαιώσω ότι τα χρήματα του 2024 δεν θα χαθούν. Για αυτό και υπέγραψα μια τελευταία τροποποίηση της απόφασης με την οποία προβλέπουμε ότι κάθε Οργάνωση Ελαιουργικών Φορέων μπορεί να πάρει προκαταβολή κατόπιν αιτήματός της στον ΟΠΕΚΕΠΕ μετά την έγκριση του επιχειρησιακού προγράμματος έως την 15η Οκτωβρίου. Επεκτείναμε, δηλαδή, την προθεσμία για δυνατότητα κατάθεσης αιτήματος προκαταβολής πέραν της 25η Σεπτεμβρίου, όπως προέβλεπε η συγκεκριμένη υπουργική απόφαση.
Και όπως σας ανέφερα, βρίσκονται προς αξιολόγηση ογδόντα κατατεθειμένα επιχειρησιακά Προγράμματα συνολικού αιτούμενου προϋπολογισμού περίπου 71,5 εκατομμύρια ευρώ. Με ρωτήσατε πώς κατανέμονται. Θα σας πω ότι ενώ υπήρχε μια γενικότερη -θα έλεγα- κατανομή την περίοδο 2021-2022, 34 στην Πελοπόννησο, 53 στην Κρήτη, 8 στη Δυτική Ελλάδα, 16 στην υπόλοιπη Ελλάδα, τώρα για το 2024-2027 η μερίδα του λέοντος είναι στην Πελοπόννησο και στην Κρήτη, είναι από 30 ουσιαστικά προγράμματα για κάθε μία από αυτές τις Περιφέρειες.
Δεν θα μπορέσουμε να τα καλύψουμε όλα, γιατί εδώ πρέπει να δείτε πού βρίσκεται η απάντηση σε ένα άλλο ερώτημα που θέσατε, δηλαδή αν υπήρχαν αδιαφανείς διαδικασίες, ή αν υπήρχε πληροφόρηση. Όταν υπάρχουν αιτήσεις για το Πρόγραμμα πολύ περισσότερες από τις δυνατότητες που έχει να καλύψει το Πρόγραμμα, αντιλαμβάνεσαι ότι τέτοιου είδους ζήτημα δεν μπορεί να υπάρχει. Δεν θα μπορέσουμε να τα καλύψουμε όλα ή στο σύνολο του αιτούμενου ποσού, καθώς τα διαθέσιμα κοινοτικά κεφάλαια είναι περίπου 42.664.000 ευρώ. Το είπατε και εσείς, το γνωρίζετε πάρα πολύ καλά. Τα χρήματα αυτά αφορούν την επιδότηση κατά 75% του τομεακού προγράμματος και μετά την έγκριση του επιλέξιμου ποσού αυτό θα συμπληρωθεί κατά 12,5% από την εθνική συμμετοχή και κατά 12,5% από την ιδία συμμετοχή των συμμετεχόντων φορέων.
Εάν καταφέρουμε να απορροφήσουμε το σύνολο του Προγράμματος με την άθροιση της εθνικής συμμετοχής και των ιδίων κεφαλαίων, το σύνολο του προϋπολογισμού όλων αυτών των Προγραμμάτων θα φτάσει στα 63,2 εκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 15,8 εκατομμύρια ευρώ κατ’ έτος.
Και αυτή τη στιγμή ολοκληρώνονται από τις δύο αρμόδιες Επιτροπές η αξιολόγηση των υποβληθεισών προτάσεων, Δευτέρα ή Τρίτη θα έχουμε την ανακοίνωση του προσωρινού πίνακα κατάταξης. Θα ακολουθήσει η τριήμερη προθεσμία για κατάθεση τυχόν ενστάσεων, οι οποίες πάλι θα αξιολογηθούν, ούτως ώστε να υπάρξει άμεσα η έκδοση των οριστικών αποφάσεων έγκρισης.
Και βεβαίως, στη συνέχεια οι εγκεκριμένες Οργανώσεις Ελαιουργικών Φορέων θα μπορέσουν να υποβάλουν προς τον ΟΠΕΚΕΠΕ τα αιτήματα προκαταβολών για το πρώτο έτος εφαρμογής, ώστε αυτές να καταβληθούν έως τις 15-10. Για τα επόμενα χρόνια οι προκαταβολές, οι οποίες ανέρχονται από το 30% έως το 80% του Προγράμματος –εδώ θέλω να το ξεκαθαρίσω- θα καταβάλλονται έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους, για να μπορέσουμε επιτέλους να βάλουμε μια τάξη σε όλη αυτή τη διαδικασία, η οποία σας είπα ότι είχε δύο σημαντικούς λόγους διαφοροποίησης στο παρελθόν και που, βεβαίως, μας έθεσε σε μια εντελώς διαφορετική λογική.
Απαντώ στα γενικά θέματα τα οποία θέσατε, κύριε Πρόεδρε. Το τελευταίο χρονικό διάστημα μέσα από την προτεραιοποίηση όλων των ζητημάτων που αφορούν στον πρωτογενή τομέα επιχειρείται μια συνολική ανασυγκρότηση όχι μόνο με την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων, αλλά κυρίως με έργα υποδομής, με έργα που αφορούν στη διαχείριση των υδάτινων πόρων.
Μάλιστα, για το Μιναγιώτικο στο οποίο αναφερθήκατε νωρίτερα θα σας πω ότι εντάσσεται σε ένα πλέγμα ουσιαστικά κορυφαίων επιλογών για την κατασκευή αρδευτικών έργων στην Ελλάδα. Εντάσσεται στο Πρόγραμμα «Ελλάδα-Ύδωρ 2.0» και βεβαίως, για πρώτη φορά υπάρχει επιτέλους μια συγκεκριμένη αντιμετώπιση κατ’ αρχήν δυνατότητας επάρκειας, αλλά και διαχείρισης των υδάτινων πόρων σε ό,τι αφορά την άρδευση, μια διαδικασία που για πολλά χρόνια, ενώ τη βλέπαμε να έρχεται μπροστά μας ως μεγάλος κίνδυνος, δεν είχε αντιμετωπιστεί ούτε με τη δέουσα προσοχή ούτε με τη δέουσα σημασία».