Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ
εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας
Πρώτα ήταν ο κ. Λιγνάδης και στη συνέχεια προέκυψε ο κ. Φουρθιώτης. Στη μέση σταθερά η διαχείριση της πανδημίας. Η κυβέρνηση βρίσκεται σε καθοδική πορεία γρήγορου σκιέρ σε πίστα. Προσπαθεί να αλλάξει την ατζέντα, αλλά δεν της βγαίνει. Οι πολίτες ζητούν καθαρές απαντήσεις, όχι μόνο στο θέμα του κορονοϊού, αλλά και στα σκάνδαλα που έχουν ξεσπάσει από τις παραπάνω υποθέσεις. Ο πρωθυπουργός και το Μαξίμου σιωπούν. Γιατί άραγε;
Αυτά μόνο στην Ελλάδα και σε χώρες που δε λειτουργεί η δημοκρατία συμβαίνουν. Ο κ. Λιγνάδης απολάμβανε τιμές από κύκλους που βρίσκονται ψηλά και αγγίζουν το πρωθυπουργικό περιβάλλον, μέχρι που αποκαλύφθηκε σε μας το πραγματικό του πρόσωπο. Ποτέ δε μάθαμε, εντούτοις, ποιος πραγματικά τον πρότεινε και ποιος αποφάσισε τον διορισμό του στο Εθνικό Θέατρο. Αυτό που είδαμε ήταν ότι τοποθετήθηκε από κάποιον αόρατο. Αυτό που καταλάβαμε ήταν πως ήρθε ουρανοκατέβατος. Για μεγάλο διάστημα κανένας δεν αναλάμβανε την ευθύνη. Η υπόθεση Λιγνάδη έγινε μπαλάκι που ο ένας πετούσε στον άλλο, μέχρι που άρχισε να κακοφορμίζει η πληγή. Τότε βγήκε η κ. Μενδώνη και ψέλλισε ότι εκείνη τον προσέλαβε. Η δυσοσμία που αναδύει αυτή η ιστορία θα κρατήσει για καιρό. Αν νομίζουν ότι όσοι εμπλέκονται ξεμπέρδεψαν, απατώνται. Ο χρόνος είναι ο πατέρας της αλήθειας, ας το θυμούνται.
Πριν να περάσει ο βόρβορος από την πρώτη ιστορία, έφτασε η μπόχα από τη δεύτερη. Αλήθεια ποιος είναι ο κ. Φουρθιώτης που είχε φρουρά πρώην πρωθυπουργού; Γιατί η αστυνομία αρχικά διέψευσε το γεγονός και στη συνέχεια ο αρμόδιος υπουργός το παραδέχτηκε; Ποιους προωθούσε ο κύριος αυτός από τα Μ.Μ.Ε. του και με ποια ανταλλάγματα; Με τις πλάτες τίνος από το Μέγαρο Μαξίμου συμπεριφερόταν ως τραμπούκος και απειλούσε υπουργούς, επειδή έπραξαν τα νόμιμα; Διερευνήθηκαν ποτέ όσα ο κ. Βρούτσης ανέφερε στην εφημερίδα Documento; Πήρε χρήματα από τη λίστα Πέτσα και πόσα ακριβώς; Ποιους κρατάει με στοιχεία και ποιοι τρέμουν πιθανές αποκαλύψεις του;
Η υπόθεση αυτή έχει βάθος μεγαλύτερο, ίσως, από εκείνη του κ. Λιγνάδη. Ο κ. Μητσοτάκης δεν μπορεί να συμπεριφέρεται για δεύτερη φορά σαν αν μην ξέρει, να μην είδε, να μην άκουσε. Οφείλει να βγει και να εξηγήσει με σαφήνεια τι ακριβώς έχει συμβεί, αν δέχεται ότι ο κ. Βρούτσης είπε την αλήθεια, ή να τον αποπέμψει, αν όλα αυτά είναι ψέματα. Γιατί είναι καταλυτική εξέλιξη να βγαίνει ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ. και να κάνει αυτές τις καταγγελίες. Ακόμη κι αν η κυβέρνηση προσφύγει στη δικαιοσύνη για τη διερεύνηση του ζητήματος, σε μια προσπάθεια να ανακτήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων, παραμένει το θεμελιώδες ερώτημα: γιατί δεν το έκανε τότε, αν δεχτούμε ότι γνώριζε τη δράση του κ. Φουρθιώτη; Η κίνηση αυτή δεν είναι τίποτε άλλο παρά ομολογία ενοχής και συσκότισης.
Τα υπό διερεύνηση σκάνδαλα και η πανδημία, ενδεχομένως, να καταπιούν την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος, όσο περνά ο καιρός, δεν μπορεί πια να κρύψει την ανεπάρκειά του. Αυτό φάνηκε τις προάλλες στη Βουλή κατά τη συζήτηση των πολιτικών αρχηγών για την πανδημία. Αντί να υιοθετήσει σοβαρές προτάσεις που έγιναν, επιδόθηκε σε εξυπνακισμούς, για να ντύσει την πολιτική γύμνια του. Έπαιξε με την κατάληξη -ισμός και κατηγόρησε τους ηγέτες των υπόλοιπων κομμάτων ότι ο ένας ακολουθεί τον δρόμο του σουρεαλισμού, ο άλλος του μηδενισμού κ.λπ. Δείγμα κι αυτό πώς αντιλαμβάνεται το δημοκρατικό παιχνίδι. Για τον εαυτό του κράτησε την επιλογή του ρεαλισμού. Αλήθεια, πόσο πιο προκλητικός μπορεί να γίνει κανείς με 75 περίπου νεκρούς καθημερινά, με 750 διασωληνωμένους και με τα κρούσματα να εκτοξεύονται; Αν η ανικανότητα, η ελαφρότητα, η ανευθυνότητα, ο λαϊκισμός, η παρασιώπηση των σκανδάλων, η αστυνομοκρατία και η δυσωδία που δηλητηριάζει ξανά την πολιτική ζωή της χώρας είναι ρεαλισμός, χαλάλι του. Ειλικρινά δικός του όλος αυτός ο δρόμος.