Είναι σαφές ότι η νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική βρίσκεται σε συνάρτηση με το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο της Ε.Ε. Υπάρχουν χώρες που υποστηρίζουν μικρότερη Ευρώπη μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου και μικρότερο προϋπολογισμό, ενώ από την άλλη υπάρχουν χώρες που υποστηρίζουν ότι «αν θέλουμε να ανταποκριθούμε στις νέες προκλήσεις πρέπει να βάλουμε περισσότερα χρήματα για την Ευρώπη».
Ήδη η πρόταση της Επιτροπής για το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο προβλέπει αύξηση της χρηματοδότησης και από το 1,01% του ΑΕΠ που είναι σήμερα να αυξηθεί στο 1,14%.
Το ποσό αυτό όμως είναι ανεπαρκές και αν θέλουμε να μην διαχειριστούμε πάλι την μιζέρια και για να μην δημιουργηθούν ευρωσκεπτικιστικές τάσεις στην Ευρώπη, απαιτείται αύξηση των πόρων από το 1,14% του ΑΕΠ στο 1,3%. Με δεδομένο ότι το νέο δημοσιονομικό πλαίσιο δεν προβλέπεται να εγκριθεί , πριν από το δεύτερο εξάμηνο του 2019 πρέπει η Κυβέρνηση και ο κ Τσίπρας σε συμμαχία με άλλες κυβερνήσεις και αρχηγούς των Κρατών μελών να διεκδικήσουν την αύξηση των πόρων, φθάνοντας στο 1,3% του ΑΕΠ.
Με το προτεινόμενο δημοσιονομικό πλαίσιο, την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου που αφήνει μια τρύπα 12 δις€ , και με δεδομένες τις νέες πολιτικές προτεραιότητας (το μεταναστευτικό , η ασφάλεια , η άμυνα και η ψηφιακή οικονομία ) προβλέπεται να μειωθούν οι δαπάνες της ΚΑΠ κατά 5% στον πρώτο πυλώνα και κατά 15-20% στον δεύτερο πυλώνα μεσοσταθμιστικά και στο Ταμείο Συνοχής κατά 7-10%. Η ΚΑΠ φαίνεται τελικά ότι θα σηκώσει ένα μεγάλο βάρος που προκύπτει από το Brexit και τις νέες προτεραιότητες που τίθεται σε Ευρωπαϊκό Επίπεδο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις σχετικές προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα θα λάβει σε σταθερές τιμές το ποσό των 16,2 δις ευρώ από την Κοινή Αγροτική Πολιτική (ΚΑΠ) κατά την περίοδο 2021-2027. Από αυτά τα 12,668 δις ευρώ θα αφορούν άμεσες ενισχύσεις (Α΄ Πυλώνα), τα 391 εκατ. € τη στήριξη της αγοράς και τα 3,17δις €θα κατευθυνθούν στα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης (Β΄ Πυλώνας).
Υπενθυμίζω ότι ο προηγούμενος προϋπολογισμούς της ΚΑΠ 2014-2020 εξασφάλισε στην Ελλάδα συνολικά 19,6 δις €, εκ των οποίων για άμεσες ενισχύσεις (Α΄ Πυλώνας) 15,4 δις € και 4,2 δις € για διαρθρωτικές και αναπτυξιακές δράσεις (Β΄ Πυλώνας). Ουσιαστικά μιλάμε για μείωση πάνω από 15% στον πρώτο Πυλώνα και ξεπερνά το 20% στο δεύτερο Πυλώνα. Δηλαδή θα μειωθούν κατά μέσο όρο 16-20% τα ποσά που παίρνουν σήμερα οι Έλληνες αγρότες παραγωγοί.
Παρότι λοιπόν οι Προτάσεις της Επιτροπής εμφανίζονται πράγματι φιλόδοξες για την οικονομία, το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή, οι πόροι που θα διατεθούν για αυτούς τους στόχους δεν ανταποκρίνονται σ΄ αυτή τη φιλοδοξία.
Απαιτείται συνεπώς να δημιουργηθεί ένα κοινό μέτωπο με τα (22) κράτη – μέλη που συμφωνούν να διατηρηθεί η χρηματοδότηση της ΚΑΠ, τουλάχιστον στο επίπεδο του Προϋπολογισμού 2014-2020 με πραγματικούς όρους.
ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΣΥΓΚΛΙΣΗ ΤΩΝ ΑΜΕΣΩΝ ΕΝΙΣΧΥΣΕΩΝ
Εκτός από την ανάγκη διατήρησης επαρκούς χρηματοδότησης της ΚΑΠ, ιδιαίτερα προβλήματα αντιμετωπίζει η χώρα μας με την «πλήρη εξωτερική σύγκλιση» των άμεσων ενισχύσεων ανά «εκτάριο», που προτείνει η κομισιόν.
Αν επρόκειτο να πραγματοποιηθεί η εξωτερική σύγκλιση βασισμένη μόνο στις άμεσες ενισχύσεις ανά εκτάριο, ένας μεγάλος αριθμός μικρών εκμεταλλεύσεων στην Ελλάδα (και σε άλλα κράτη μέλη) θα καθίστατο μη βιώσιμες , η γεωργική δραστηριότητα θα εγκαταλείπονταν με επιπτώσεις για την οικονομία,την κοινωνική συνοχή , το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή. Είναι ένα κρίσιμο ζήτημα που θα σημάνει ραγδαία περικοπή των επιδοτήσεων που λαμβάνει για πολλά χρόνια ο Έλληνας παραγωγός.
Είναι γεγονός ότι πολλά κράτη μέλη έχουν δημιουργήσει μια ισχυρή πίεση προς αυτή την κατεύθυνση και στη Χώρα μας μεγάλο πρόβλημα. Διότι παρατηρώντας τα στατιστικά των άμεσων ενισχύσεων με βάση την έκταση, η Ελλάδα κατέχει τις υψηλότερες θέσεις της Ε.Ε. (570€ ανά εκτάριο με δεύτερη την Μάλτα και πάνω από το διπλάσιο του μέσου όρου των 258€ Ευρωπαϊκά).
Όμως αυτό και μόνο το στοιχείο, δεν αντικατοπτρίζει την πλήρη εικόνα, ούτε αποτυπώνει την πραγματική κατάσταση της γεωργίας και της οικονομίας τόσο για την Ελλάδα όσο και για τα υπόλοιπα Κράτη Μέλη.
Είναι προφανές ότι σε πολλές χώρες που πιέζουν για «εξωτερική σύγκλιση» με βάση τις ενισχύσεις ανά εκτάριο, η αναλογία του γεωργικού σε σχέση με το εισόδημα είναι ευνοϊκότερη για το γεωργικό εισόδημα από αυτή της Ελλάδος.
Πιστεύω όμως ότι ένας αντικειμενικός επανυπολογισμός των άμεσων ενισχύσεων ανά κράτος μέλος , θα πρέπει να συνυπολογίσει ένα ευρύ φάσμα παραμέτρων, όπως : α) την αναλογία του γεωργικού εισοδήματος και του εισοδήματος από άλλες οικονομικές δραστηριότητες, β) το μέγεθος των εκμεταλλεύσεων, γ) τα είδη που καλλιεργούν, δ) το κόστος των εισροών και το επίπεδο στήριξης ανά εκμετάλλευση ε) τα ποσά τα οποία μεταφέρθηκαν από τον Α στον Β Πυλώνα με ευθύνη των κρατών μελών.
Άλλωστε η ίδια η Επιτροπή καταγράφει στην ανάλυσή της, ότι οι διαφορές στο ύψος των άμεσων ενισχύσεων μεταξύ των κρατών – μελών, αντανακλούν τις διαφορετικές οικονομικές και αγρονομικές συνθήκες.
Στην προκειμένη περίπτωση η Ελλάδα χαρακτηρίζεται από μία ιδιαίτερη διάρθρωση στη γεωργία της. Αρκετές από τις γεωργικές της εκμεταλλεύσεις είναι μικρές ή πολύ μικρές σε μέγεθος και αυτό εξηγείται από το γεγονός ότι το 80,7% των άμεσων ενισχύσεων πηγαίνει σε μικρές και μικρομεσαίες εκμεταλλεύσεις.
Άλλα χαρακτηριστικά είναι ο πολυτεμαχισμένος κλήρος και η ποικιλομορφία στο είδος των καλλιεργειών. Λόγω των αγρονομικών συνθηκών κάθε εκμετάλλευση ασχολείται με πολλές γεωργικές δραστηριότητες σε διαφορετικά μέρη, γεγονός που σημαίνει ότι το κόστος ανά εκτάριο είναι πολύ υψηλότερο σε σύγκριση με το κόστος των μεγάλων εκμεταλλεύσεων που ασχολούνται με μια γεωργική δραστηριότητα.
Τέλος, επειδή τίποτα δεν έχει κριθεί ακόμα και οι συζητήσεις για τη νέα ΚΑΠ θα συνεχιστούν, οφείλει η χώρας μας συμμαχώντας και με άλλα κράτη μέλη να διεκδικήσει ένα ισχυρό προϋπολογισμό, να διασφαλιστεί ο Κοινός χαρακτήρας της Αγροτικής Πολιτικής με ίσους όρους ανταγωνισμού εντός της ενιαίας αγοράς.
* Γεωπόνος, Περιφερειακός Σύμβουλος, Πρ. Αντιπεριφερειάρχης ΠE Μεσσηνίας