Του ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΔΡΟΥΛΙΔΑΚΗ*
Στη δεκαετία του 90 το παλαιστινιακό απασχολούσε έντονα την ελληνική και διεθνήκοινή γνώμη. Η συμπάθεια στο δράμα που βίωνε ο παλαιστινιακός λαός ήταν σχεδόν καθολική στη χώρα μας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις και η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων σε επίπεδο διακηρύξεων, κυρίως, αλλά και πράξεων υποστήριζαν τον αγώνα του. Το ίδιο συνέβαινε και στο φοιτητικό χώρο και φυσικά στην ΦΕΕΜΠ, τη φοιτητική εστία Ζωγράφου , όπου διέμενα. Εκεί, γνώρισα πολλούς Παλαιστίνιους και της Ιορδανίας αλλά και των κατεχόμενων εδαφών. Ανάμεσα τους και τον Αμίρ με το πλατύ χαμόγελο και τα χαρακτηριστικά αραβικά κατσαρά μαλλιά. Έμαθα για τη PLO και πήρα μέρος στις γιορτές τους( ειδικά στη μέρα της Γης με την οποία τιμούν όσους δολοφονήθηκαν και έχασαν τη γη των προγόνων τους από την πολιτική του Ισραήλ). Ήρθα επιδερμικά σε επαφή με τη λογοτεχνία τους και την ποίηση του Σαχίμ Κάσεμ.
Από τότε μέχρι σήμερα πέρασαν πολλά χρόνια. Ο Αμίρ γύρισε πίσω και χαθήκαμε. Στο διάστημα αυτό σύμβολα ξεθώριασαν, ιδεολογίες χτυπήθηκαν, ο κόσμος έγινε πιο συντηρητικός, άλλαξε η διεθνής συγκυρία και τα γεωστρατηγικά συμφέροντα δημιούργησαν νέες συμμαχίες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ελλάδα, η οποία από παραδοσιακή σύμμαχος των Παλαιστινίων συμπορεύεται σήμερα με το Ισραήλ και, επιεικώς, ανέχεται τη δολοφονική του πολιτική. Η πρόσφατη ανακοίνωση του Υπουργείου Εξωτερικών για τα τελευταία συμβάντα στην Παλαιστίνη με την οποία κρατά ίσες αποστάσεις είναι όχι μόνον απαράδεκτη , αλλά ντροπιαστική για τη χώρα, αφού ούτε λίγο ούτε πολύ εξισώνει το θύτη με το θύμα και τους νεκρούς με τους φονιάδες τους.
Το ίδιο χλιαρή και αδιάφορη ( για να μην πω ανύπαρκτη) και η αντίδραση της Ευρώπης . Άφησαν στο απυρόβλητο τον ηθικό αυτουργό της σφαγής, τον κ Τραμπ, οποίος με την απόφαση του να αναγνωρίσει ως πρωτεύουσα του Ισραήλ την Ιερουσαλήμ έβαλε ξανά φωτιά στην περιοχή. Τα εγκαίνια της αμερικανικής πρεσβείας ήταν η αφορμή για να δείξει για μια ακόμη φορά το αληθινό του πρόσωπο το εβραϊκό κράτος. Την ώρα που σε πανηγυρική ατμόσφαιρα έκοβαν τις κορδέλες, λίγο πιο πέρα έπεφταν νεκροί από ισραηλινά πυρά άμαχοι, μικρά παιδιά και ανάπηροι. Πάνω από 60 δολοφονημένοι και περισσότεροι από 2700 τραυματίες είναι, μάλλον, αμελητέο νούμερο που δεν αγγίζει τη συνείδηση των ευρωπαίων ηγετών και δεν ταράζει την κουστουμαρισμένη ζωή τους.
Από το 1947 που ό Άγγλος υπουργός Εξωτερικών Μπάλφουρ με την περίφημη διακήρυξη του υποσχόταν μια εθνική εστία για τον εβραϊκό λαό ανοίγοντας το δρόμο για την κατοχή της Παλαιστίνης, από τη διχοτόμηση της χώρας αυτής την οποία αποφάσισε ο ΟΗΕ το 1947 μέχρι τη Nakba (καταστροφή) του 1948, όταν το 70% περίπου των Παλαιστινίων έγιναν πρόσφυγες ως τώρα οι μονίμως χαμένοι στην περιοχή είναι οι Παλαιστίνιοι. Αρκεί να δει κανείς χάρτες της περιοχής από το 1947 μέχρι το 2018 για να καταλάβει ότι το έγκλημα είναι διαρκές και γίνεται με την ανοχή της Ευρώπης και τη βοήθεια της Αμερικής. Το συμπέρασμα που με αντικειμενικό τρόπο προκύπτει είναι πως οι Παλαιστίνιοι, παρά τα λάθη τους, έχουν δίκιο να διεκδικούν επιστροφή εδαφών και δημιουργία κράτους στα σύνορα του 1967.
Το παλαιστινιακό αιμορραγεί και μας πονά. Σήμερα το πρωί παρακολουθούσα την κόρη μου να παίζει ανέμελα στον κήπο του σπιτιού. Χάζευα την πυκνή σκιά της κληματαριάς και τα σταφύλια που άρχισαν να δένουν και άκουγα το κελάηδισμα των πουλιών. Ωστόσο, δεν ήμουν καθόλου χαρούμενος. Οι σκηνές που είχα δει από την Παλαιστίνη μου προκάλεσαν οργή και θλίψη. Περισσότερο, όμως, συγκίνηση. Σκέφτηκα ξανά τον αγνοούμενο φίλο από τα κατεχόμενα, τον Αμίρ με τα μεγάλα μάτια. Και σαν να τον έβλεπα ανάμεσα στο χαλασμό των ισραηλινών πυρών και τις οιμωγές των παλαιστινίων μανάδων να διαβάζει στίχους του Χασίμ Κάσεμ:
«Ίσως να στερηθώ και το ψωμί μου.
Ίσως το στρώμα ξεπουλήσω και τα ρούχα μου.
Ίσως δουλέψω σκουπιδιάρης, πετροκόπος και χαμάλης. Ίσως να σωριαστώ γυμνός και πεινασμένος εχθρέ του ήλιου
αλλά δεν παζαρεύω
κι ως τον ύστατο χτύπο της καρδιάς μου θ’ αντιστέκομαι!»
*Εκπαιδευτικός στο 6ο Λύκειο Καλαμάτας